Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα θα αντιμετωπιζόταν ως το σύμπτωμα μιας βαθιάς πολιτικής κρίσης. Την ώρα που στα Σκόπια είναι σε εξέλιξη μια κρίσιμη κοινοβουλευτική διαδικασία για την κύρωση ή μη της Συμφωνίας των Πρεσπών, μιας συμφωνίας που αποτελεί ίσως την πιο σημαντική διπλωματική πρωτοβουλία της κυβέρνησης Τσίπρα, στην Ελλάδα παραιτείται ο ίδιος ο υπουργός που τη διαπραγματεύτηκε και την υπέγραψε για λογαριασμό της χώρας μας.
Ο πρωθυπουργός, που ανέλαβε το χαρτοφυλάκιο που μέχρι τώρα κατείχε ο κ. Κοτζιάς, έσπευσε να υπογραμμίσει στη σχετική του δήλωση την επιμονή της κυβέρνησης στην κατεύθυνση που όρισε η συγκεκριμένη συμφωνία και εγκαλέσει κάθε ενδεχόμενο διγλωσσίας και προσωπικών στρατηγικών γύρω από το συγκεκριμένο θέμα.
Βέβαια, το ίδιο το γεγονός της παραίτησης Κοτζιά δείχνει πως κάθε άλλο παρά ενιαία είναι η στάση της κυβέρνησης πάνω στο συγκεκριμένο θέμα. Ο υπουργός Εξωτερικών, τη γραμμή του οποίου υποτίθεται ότι στήριξε το υπουργικό συμβούλιο αλλά και ο πρωθυπουργός, παραιτείται, την ώρα που ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Καμμένος που επιμένει να είναι αντίθετος στη συμφωνία και ο οποίος επιτέθηκε στον Νίκο Κοτζιά, παραμένει στην κυβέρνηση.
Η ανύπαρκτη «ισορροπία» της κυβέρνησης
Αποδεικνύεται έτσι ότι η ισορροπία που προσπάθησε να χαράξει ο πρωθυπουργός στο υπουργικό συμβούλιο, σύμφωνα με την οποία η κυβέρνηση θα επέμεινε στη Συμφωνία των Πρεσπών αλλά ο Πάνος Καμμένος θα διατηρούσε το πολιτικό «ακαταλόγιστο», έτσι ώστε και να διατηρηθεί μια ορισμένη κατεύθυνση αλλά και να μην διακυβευτεί η συνεργασία με τους Ανεξάρτητους Έλληνες, ήταν εξ αντικειμένου ατελέσφορη.
Διάφοροι λόγοι έκαναν μη βιώσιμη αυτή την ισορροπία και καθιστούσαν «αδύναμο κρίκο» τον υπουργό Εξωτερικών.
Καταρχάς η ίδια η συμφωνία, για την οποία κατεξοχήν εκτέθηκε ο Νίκος Κοτζιάς, ως βασικός διαπραγματευτής της, δεν είναι καθόλου δεδομένο ότι θα ευοδωθεί. Η πολιτική κατάσταση στην ίδια την ΠΓΔΜ, παρά τις άοκνες προσπάθειες του ξένου παράγοντα και ιδίως των ΗΠΑ δεν είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε υπερψήφισή της, ενώ ακόμη και η προοπτική εκλογών πέραν του να συνεπάγεται σημαντική καθυστέρηση, δεν είναι αυτονόητο ότι θα φέρει τον επιθυμητό συσχετισμό.
Έπειτα είναι η ίδια η θέση του κ. Κοτζιά. Άνθρωπος με έντονη προσωπικότητα και ισχυρή γνώμη, δύσκολα μπορούσε να προσαρμοστεί στην ιδιότυπη ισορροπία που ουσιαστικά του πρότεινε πρωθυπουργός, δηλαδή να διατηρεί την αρμοδιότητά του στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, αλλά ταυτόχρονα να πρέπει να ανέχεται την «αυτόνομη πολιτική» του Πάνου Καμμένου.
Ας μην ξεχνάμε και μία παράμετρο ακόμη. Παρότι ο Νίκος Κοτζιάς υπερασπίστηκε τη Συμφωνία των Πρεσπών και έχει διαχειριστεί την τρέχουσα ανοιχτά φιλοαμερικανική στροφή της ελληνικής κυβέρνησης, εντούτοις δεν είναι κάποιος που εύκολα θα δεχόταν το χαρακτηρισμό του «ενδοτικού». Με αυτή την έννοια η διαρκής έγκληση ότι η στάση του είναι περίπου «προδοτική», ιδίως όταν αναπαράγεται και από τον ίδιο τον κυβερνητικό εταίρο, δεν ήταν κάτι το εύκολα ανοιχτό.
Συνδυασμός ανάμεσα στην «ηρωική έξοδο» και την ευθιξία, συνοδευόμενη από μια πεποίθηση ότι η μέχρι τώρα θητεία του συνιστούσε τομή, η επιλογή του Νίκου Κοτζιά φαντάζει έτσι εκρηκτική αλλά όχι αναπάντεχη.
Ο πρωθυπουργός εξώθησε τον ΥΠΕΞ σε παραίτηση
Ωστόσο, υπάρχει και μια άλλη σημαντική παράμετρος. Εάν κανείς κοιτάξει την ακολουθία των γεγονότων από τη συνάντηση Τσίπρα – Καμμένου και μετά θα παρατηρήσει μια διαρκή εξώθηση του υπουργού Εξωτερικών.
Αντί να υπάρξει ρητή καταδίκη των πρακτικών Καμμένου στην Αμερική, ο πρωθυπουργός προτίμησε να συναντηθεί μαζί του ώστε να επικυρώσουν τη συμφωνία για κυβερνητική συγκατοίκηση τουλάχιστον μέχρι το Μάρτιο.
Στο υπουργικό συμβούλιο κορυφαίοι υπουργοί πήραν το μέρος του Πάνου Καμμένου (Τζανακόπουλος, Παππάς, Τσακαλώτος).
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος σήμερα περίπου «άδειασε» τον υπουργό Εξωτερικών.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι εξαρχής ο πρωθυπουργός είχε επιλέξει να θυσιάσει τον υπουργό Εξωτερικών. Γι’ αυτό και δεν έκανε μέχρι τελευταία στιγμή κανένα διάβημα που θα μπορούσε να τον μεταπείσει από μια επιλογή στην οποία και εξαιτίας ιδιοσυγκρασίας ο Νίκος Κοτζιάς θα ήταν εξαρχής επιρρεπής.
Άλλωστε, πληροφορίες θέλουν το Μαξίμου να προσανατολίστηκε σε αυτή την κατεύθυνση και από έναν ορισμένο πολιτικό υπολογισμό.
Εάν η Συμφωνία των Πρεσπών πρόκειται να καταρρεύσει, τότε ο Αλέξης Τσίπρας έχει κάθε λόγο να αποσυνδεθεί από αυτή και σε αυτή την κατεύθυνση να φορτώσει τη βασική ευθύνη στον παραιτηθέντα Νίκο Κοτζιά.
Αντίστοιχα, στο βαθμό που η κυβέρνηση θέλει να μη βρεθεί πρόωρα αντιμέτωπη με εκλογές, το να συνεχίσει να τη στηρίζει ο Πάνος Καμμένος, δικαιωμένος πλέον ως «μακεδονομάχος», είναι θετική εξέλιξη για αυτή.
Μόνο που όλα αυτά απέχουν από το να παρουσιάζουν μια εικόνα κυβέρνησης με συνοχή και όραμα.
Μπορεί ο πρωθυπουργός να αναλαμβάνει ο ίδιος το υπουργείο Εξωτερικών, όμως το γεγονός ότι ο Πάνος Καμμένος παραμένει στην κυβέρνηση, την ώρα που δεν συμμετέχει ο Νίκος Κοτζιάς, δείχνει ότι ο ηγέτης των ΑΝΕΛΛ εξακολουθεί να έχει σημαντική διαπραγματευτική ικανότητα.
Αυτό με τη σειρά του αποτελεί εκ των πραγμάτων ήττα όσων μέσα στο κυβερνών κόμμα θα ήθελαν να μεθοδεύεται μια σταδιακή εμπλοκή από τη συνεργασία με ένα κόμμα που το θεωρούν ακροδεξιό και εθνικιστικό.
Μόνο που υποτίθεται ότι αυτή ήταν και η κεντρική πολιτική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ συνολικά, εφόσον η σύμπλευση με του ΑΝΕΛΛ υποτίθεται ότι ήταν μια συγκεκριμένη και συγκυριακή επιλογή.
Γεννάται το ερώτημα, επομένως, πέραν των χειρισμών ποια είναι η πραγματική βούληση και το πραγματικό πολιτικό αφήγημα του Αλέξη Τσίπρα.
Σε κάθε περίπτωση, όταν γύρω από ζητήματα που αφορούν την ίδια τη θέση και την προοπτική της χώρας η κυβέρνηση αποδεικνύεται ένα πεδίο όπου απλώς εναλλάσσονται έριδες, αντιπαραθέσεις και τακτικοί χειρισμοί, δύσκολα μπορούμε να μιλάμε για σοβαρή διακυβέρνηση.
Υ.Γ. Υπάρχει κι ένα θετικό για τον Τσίπρα από την απομάκρυνση Κοτζιά. Θα πάει στις αρχές Δεκεμβρίου στη Μόσχα χωρίς να έχει μαζί του τον υπουργό που συγκρούστηκε όσο κανένας με τη Ρωσία, μιλώντας ακόμη και για «διπλωματία της κότας». Αν μη τι άλλο αυτό τον διευκολύνει ώστε να εξομαλύνει τις σχέσεις του, όσο μπορεί τουλάχιστον…