Καμπανάκι κινδύνου για τις επιπτώσεις που θα έχει για την παγκόσμια οικονομία ο κλιμακούμενος εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας χτύπησε με τις φθινοπωρινές προβλέψεις του το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Ιδιαίτερα για τις αναδυόμενες οικονομίες το κόστος του σινοαμερικανικού εμπορικού πολέμου θα είναι οδυνηρό λόγω της μείωσης της ρευστότητας που θα προκαλέσει στις αναπτυσσόμενες χώρες και της εκροής κεφαλαίων από αυτές.
Το ΔΝΤ αναθεώρησε επί τα χείρω τις προβλέψεις του για την παγκόσμια ανάπτυξη το 2018 και το 2019. Έτσι το παγκόσμιο ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 3,7% και εφέτος και την επόμενη χρονιά από 3,9% που ήταν το ποσοστό που είχε προβλέψει το Ταμείο και για τα δύο χρόνια τον περασμένο Ιούλιο.
Η αναθεώρηση αντανακλά την επιδείνωση των σινοαμερικανικών εμπορικών σχέσεων. Η πρόβλεψη του ΔΝΤ για την ανάπτυξη της αμερικανικής και της κινεζικής οικονομίας το 2018 δεν άλλαξε – αναμένεται ανάπτυξη 2,9% στις ΗΠΑ και 6,6% στην Κίνα. Αναθεωρήθηκαν όμως οι προβλέψεις για το 2019. Για τις ΗΠΑ το Ταμείο προβλέπει ανάπτυξη 2,5% από 2,7% και για την Κίνα 6,2% αντί για 6,4%.
«Αν Ουάσιγκτον και Πεκίνο ξεπεράσουν τις εμπορικές διαφορές τους η εικόνα για την προοπτική των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου θα αλλάξει άρδην και θα αναθεωρήσουμε τις προβλέψεις», σημείωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος του ΔΝΤ Μορίς Όμπσφελντ.
Πιέσεις στην Ευρωζώνη
Χαμηλότερα προβλέπεται να αναπτυχθούν οι οικονομίες των περισσοτέρων και μεγαλυτέρων χωρών της Ευρωζώνης – η Ελλάδα εδώ αποτελεί εξαίρεση καθώς η ανάπτυξή της αναθεωρήγηκε από το 1,8% στο 2% για εφέτος και από το 1,8% στο 2,4% για το 2019 – καθώς και οι οικονομίες της Βρετανίας και της Ιαπωνίας.
Ειδικότερα το ΑΕΠ της Ευρωζώνης αναμένεται να αυξηθεί εφέτος κατά 2% (η προηγούμενη πρόβλεψη ήταν 2,2%) με τη Γερμανία να «ευθύνεται» τα μάλα για τη μείωση αυτή λόγω της μεγάλης πτώσης των γερμανικών παραγγελιών για βιομηχανικά προϊόντα και λόγω της συρρίκνωσης του εμπορίου.
Τέλος, καλύτερα από όσο προβλεπόταν προ τριμήνου αναμένεται να πάνε οι οικονομίες των πετρελαιοπαραγωγών χωρών, όπως της Σαουδικής Αραβίας και της Ρωσίας, λόγω της αισθητής αύξησης των τιμών του πετρελαίου.