Ο υποψήφιος της άκρας δεξιάς για την προεδρία της Βραζιλίας Ζαΐχ Μπολσονάρου επικράτησε με ευκολία την Κυριακή στον πρώτο γύρο των εκλογών συγκεντρώνοντας πολύ υψηλότερο ποσοστό από εκείνο που του πίστωναν οι δημοσκοπήσεις, όμως θα βρεθεί ξανά αντιμέτωπος με τον υποψήφιο της κεντροαριστεράς Φερνάντου Αντάτζι στον δεύτερο γύρο την 28η Οκτωβρίου, σε μια μάχη η έκβαση της οποίας είναι κάθε άλλο παρά βέβαιη.
Ο Μπολσονάρου, ο οποίος συγκέντρωσε το 46,06% των ψήφων, με το 99,99% των εκλογικών τμημάτων να έχει ενσωματωθεί, ποσοστό πολύ υψηλότερο από αυτό του Αντάτζι, του υποψηφίου του Κόμματος Εργαζομένων (PT), που έλαβε 29,24%, έκανε λόγο για «προβλήματα στα ηλεκτρονικά συστήματα ψηφοφορίας» τα οποία κατ’ αυτόν του στέρησαν τη νίκη από τον πρώτο γύρο.
«Είμαι σίγουρος πως αν δεν είχε γίνει αυτό, θα ξέραμε από απόψε το όνομα του προέδρου της Δημοκρατίας», είπε ο 63χρονος ακροδεξιός πολιτικός, τοποθετούμενος με ένα βίντεο το οποίο μεταφορτώθηκε στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Facebook.
Δεν μπορούσαμε να μείνουμε άπραγοι και να μην πούμε τίποτα. Θα απαιτήσουμε λύσεις από το Ανώτατο Εκλογοδικείο (TSE, η εκλογική επιτροπή της χώρας)», πρόσθεσε.
Ωστόσο, σύμφωνα με το TSE, μόλις 1.695 ηλεκτρονικά συστήματα ψηφοφορίας χρειάστηκε να αντικατασταθούν για διάφορους λόγους, αριθμός που αντιπροσωπεύει το 0,33% του συνόλου των 454.493 που ήταν εγκατεστημένα σε όλη τη Βραζιλία.
Μολονότι οι οπαδοί του Μπολσονάρου διαδήλωσαν μπροστά στην έδρα του TSE στην Μπραζίλια κραυγάζοντας «νοθεία, νοθεία!», ο ίδιος ο πρώην λοχαγός δεν έφτασε ως εκεί. «Πρέπει να συνεχίσουμε να κινητοποιούμαστε. Απομένουν τρεις εβδομάδες ως τον δεύτερο γύρο», είπε.
Στο Κόμμα Εργαζομένων (PT) επικρατούσε ανακούφιση διότι ο υποψήφιος του κόμματος, ο 55χρονος Αντάτζι, πέρασε στον δεύτερο γύρο. Χρειάστηκε να καλύψει πολύ μεγάλη απόσταση, καθώς όταν άρχισε την εκστρατεία του, απέμεναν μόλις τέσσερις εβδομάδες ώσπου να ανοίξουν οι κάλπες. Ο πρώην πρόεδρος Λουίς Ινάσιου Λούλα ντα Σίλβα, φυλακισμένος για διαφθορά και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα — κατηγορίες που αρνείται — δεν εγκατέλειψε την προσπάθεια να είναι ο υποψήφιος του κόμματος παρά την τελευταία στιγμή, αφού αποφασίστηκε οριστικά πως δεν είχε δικαίωμα συμμετοχής.
«Θέλουμε να ενώσουμε τους δημοκράτες σε αυτή τη χώρα», είπε ο Αντάτζι, προειδοποιώντας πως η δημοκρατία στη Βραζιλία απειλείται μετά το αποτέλεσμα του πρώτου γύρου.
Σκοπός του, πρόσθεσε, είναι να τεθεί σε εφαρμογή ένα «μεγάλο πρόγραμμα για τη Βραζιλία», το οποίο θα είναι «βαθιά δημοκρατικό», θα επιδιώκει «κοινωνική δικαιοσύνη».
Η μονομαχία Μπολσονάρου-Αντάτζι αναγγέλλεται αβέβαιη ενώ πολλά μπορεί να συμβούν ως την 28η Οκτωβρίου, σε μια εκστρατεία που ήδη επιφύλαξε εκπλήξεις, από τον αποκλεισμό του φυλακισμένου πρώην προέδρου Λούλα ως την επίθεση με μαχαίρι εναντίον του Μπολσονάρου που παραλίγο να του στοιχίσει τη ζωή την 6η Σεπτεμβρίου.
Το μέλλον της δημοκρατίας
Για τον Φερνάντου Μειρέλες, πολιτολόγο στο Ομοσπονδιακό Πανεπιστήμιο της Μίνας Ζεράις, «η πιθανότητα να νικήσει ο Μπολσονάρου μοιάζει η ισχυρότερη αυτή τη στιγμή». «Μου φαίνεται δύσκολο να επικρατήσει ο Αντάτζι, αλλά αυτό δεν είναι αδύνατο, υπάρχει ακόμη μια μέτρια πιθανότητα», πρόσθεσε.
Πάντως «από εδώ και πέρα», προέβλεψε πως «η πόλωση θα αυξηθεί».
Ήταν μια Βραζιλία βαθύτατα διχασμένη αυτή που πήγε στις κάλπες την Κυριακή, ανάμεσα στους ψηφοφόρους που ανησυχούν για το μέλλον της δημοκρατίας στη χώρα που βίωσε μια πολύχρονη στρατιωτική δικτατορία (1964-85) — την οποία δηλώνει ανοιχτά πως νοσταλγεί ο Μπολσονάρου — και όσους θέλουν να αποτραπεί πάση θυσία η επιστροφή του PT στην κυβέρνηση.
Το μεγάλο κόμμα της βραζιλιάνικης κεντροαριστεράς που κέρδισε τις τέσσερις προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις και βρισκόταν στην εξουσία δεκατρία χρόνια χαρακτηρίζεται από μερίδα του πληθυσμού υπεύθυνο για πολλά από τα δεινά της χώρας: την ανεργία, την οικονομική κρίση, τη διαφθορά, την έλλειψη ασφάλειας…
Η αποτυχία της προσπάθειας της πρώην προέδρου της χώρας Ντίλμας Ρουσέφ να εκλεγεί στη Γερουσία στην Πολιτεία Μίνας Ζεράις, όπου κατά τις δημοσκοπήσεις θεωρείτο το μεγάλο φαβορί, ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά δείγματα της τοξικής διάθεσης έναντι του PT. Η πολιτικός αποδοκιμάστηκε ηχηρά όταν πήγε να ψηφίσει.
Ο πολιτικός λόγος του Μπολσονάρου, ο οποίος λέει πως θα καταστήσει πιο εύκολη την οπλοφορία για να αντιμετωπιστεί το κύμα βίας, υπερασπίζεται τις οικογενειακές αξίες, και μιλάει για την επιθυμία του να «καθαρίσει τη χώρα από τις διεφθαρμένες ελίτ», γοητεύει πολλούς στη Βραζιλία ανεξαρτήτως κοινωνικής θέσης.
Στη Ροσίνια, μια τεράστια φαβέλα στο Ρίο ντε Ζανέιρο, ο Αντόνιου, 49 ετών, δήλωσε πως ψήφισε τον πρώην στρατιωτικό: «Η Βραζιλία χρειάζεται αλλαγή, υπάρχουν πολλά να γίνουν που οι άλλοι δεν έκαναν», είπε.
Σε αναζήτηση συμμαχιών
Ελάχιστη σημασία μοιάζει να έχει για τους υποστηρικτές του Μπολσονάρου, μέγα θαυμαστή του Ντόναλντ Τραμπ, ότι έγινε γνωστός πάνω απ’ όλα εξαιτίας του ρατσισμού, του μισογυνισμού και της ομοφοβίας που επιδεικνύει χωρίς κόμπλεξ.
Η αύρα του «μύθου», όπως τον αποκαλούν οι οπαδοί του, αντανακλάται προφανώς στις επιδόσεις των δύο από τους γιους του στις εκλογές της Κυριακής: ο Εντουάρντου Μπολσονάρου, 34 ετών, επανεξελέγη βουλευτής στο Σαν Πάουλου, καταγράφοντας νέο ρεκόρ ψήφων σε βουλευτικές εκλογές στη Βραζιλία.
Ενώ ο Φλάβιου Μπολσονάρου, 37 ετών, πολύ κοντά στον πατέρα του, για τον οποίο έκανε εκστρατεία μετά την επίθεση που υπέστη, εξελέγη με ευκολία στη Γερουσία στο Ρίο ντε Ζανέιρο.
Πάντως στο στρατόπεδο του ακροδεξιού υποψήφιου επικρατούσε δυσθυμία το βράδυ της Κυριακής, αφού οι οπαδοί του πρόσμεναν — ήταν πεπεισμένοι — πως επρόκειτο να επικρατήσει ήδη από τον πρώτο γύρο.
Οι συμμαχίες που θα προσπαθήσει να συμπήξει το καθένα στρατόπεδο ήδη από σήμερα, ξεκινώντας από το κέντρο, ίσως αποδειχθούν κρίσιμες, όπως και τα σφάλματα που ενδέχεται να διαπράξει ο καθένας τους.
Ερωτηθείς για τις προθέσεις του, ο κεντροαριστερός Σίρου Γκόμις, ο οποίος κατέλαβε την τρίτη θέση συγκεντρώνοντας το 12,5% των ψήφων, περιορίστηκε να πει ότι θα συνεχίσει να «μάχεται για τη δημοκρατία και εναντίον του φασισμού».
Ακόμη σημαντικότερη από την επίδοση του ίδιου του Μπολσονάρου ήταν αυτή της παράταξης του, του μέχρι τώρα μικροσκοπικού Σοσιαλιστικού Φιλελεύθερου Κόμματος (PSL), για πολλούς μιας υποσημείωσης στη σύγχρονη πολιτική ιστορία της Βραζιλίας, που οδεύει να αναδειχθεί δεύτερο κόμμα με 51 έδρες στο Κογκρέσο, πίσω μόνο από το PT, που αναμένεται να καταλάβει 57.