Αν και το «Ναι» επικράτησε στο δημοψήφισμα, η συμμετοχή ανήλθε μόλις στο 36,27%. Ένα ποσοστό εξαιρετικά χαμηλό, που δεν ερμηνεύεται όμως ως νίκη της αντιπολίτευσης, αλλά ως έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα.
Μόλις το ένα τρίτο του εκλογικού σώματος στην ΠΓΔΜ προσήλθε στις κάλπες του κρίσιμου δημοψηφίσματος για το όνομά της χώρας, το οποίο συνδέθηκε από την κυβέρνηση με την ένταξη στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Το 37,26% της προσέλευσης θεωρείται εξαιρετικά χαμηλό ποσοστό δεδομένου ότι απαιτείτο τουλάχιστον από 50% και πάνω, ώστε το δημοψήφισμα να είναι έγκυρο, βάσει του Συντάγματος της χώρας. Εντούτοις, επίσης βάσει συνταγματικών προβλέψεων, το δημοψήφισμα αυτό δεν είχε δεσμευτικό αλλά συμβουλευτικό χαρακτήρα.
Για τον πρωθυπουργό της χώρας Ζόραν Ζάεφ πάντως δεν θα είναι εύκολο να επικυρώσει τη συμφωνία στη Βουλή, μιας και η πλειοψηφία δεν είναι δεδομένη. Έτσι παραμένη για την ώρα ασαφές αν τελικά η διαμάχη για το όνομα με την Ελλάδα κλείσει τυπικά με την κοινοβουλευτική επικύρωση της συμφωνίας. Ασαφής όμως παραμένει επίσης η πορεία της χώρας στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Το σίγουρο είναι ένα. Ότι οι πολίτες της ΠΓΔΜ θέλουν ένα καλύτερο μέλλον. Ωστόσο η επιλογή του δημοψηφίσματος δημιούργησε στους πολίτες περισσότερο δυσπιστία παρά εμπιστοσύνη προς την κυβέρνησή τους.
Πολύς λαϊκισμός, λίγος διάλογος
Τη ημέρα του δημοψηφίσματος παντού στους δρόμους των Σκοπίων έβλεπε κανείς τις αφίσες υπέρ του «Ναι». Σκόπιμα οι αφίσες αυτές δεν έλεγαν «Ναι στη Βόρεια Μακεδονία» αλλά «Ναι στην Ευρωπαϊκή Μακεδονία». Η καμπάνια υπέρ του «Ναι» ήθελε να προσελκύσει ψηφοφόρους με αντάλλαγμα περισσότερη ελευθερία, οικονομική ανάκαμψη, δυτικές αξίες. Τις τελευταίες εβδομάδες και ο ίδιος ο Ζάεφ είχε καταφύγει σε ρητορικά τεχνάσματα για να τονώσει το εθνικό φρόνημα των συμπατριωτών του και να πείσει ακόμη και τους ορκισμένους αμφισβητίες. «Η μακεδονική γλώσσα και ο μακεδονικός πολιτισμός» δεν είναι σε κίνδυνο, δήλωνε, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στην Ελλάδα, όπως και ότι «υπάρχει μόνο μία Μακεδονία». Από την πλευρά τους οι πολίτες της ΠΓΔΜ νιώθουν ότι έχουν γίνει έρμαιο των ανταγωνισμών μεταξύ Δύσης και Ρωσίας για άσκηση επιρροής στα Δυτικά Βαλκάνια. «Η ψήφος ή η αποχή μας δεν παίζει κανένα ρόλο» ανέφερε στη DW ένας 28χρονος από τα Σκόπια. Πολλοί νεαροί συμπατριώτες του δεν πιστεύουν πλέον στο πολιτικό σύστημα της χώρας. Μάλιστα η προσπάθεια επηρεασμού του κόσμου πριν από το δημοψήφισμα ήταν για τον ίδιο δείγμα αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς.
Ο πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ βρίσκεται τώρα ενώπιον ενός διλήμματος. Εφόσον δεν έχει την υποστήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας του λαού, όπως φάνηκε από την αποχή, πρέπει τώρα να αναζητήσει πλειοψηφία δύο τρίτων στο κοινοβούλιο. 69 από τους 120 βουλευτές είναι για την ώρα στο πλευρό του, ωστόσο χρειάζεται συνολικά 80. Η χώρα αντιμετωπίζει μεγάλες προκλήσεις. Υπάρχει έλλειψη επενδύσεων και απασχόλησης, τα σχολεία και τα νοσοκομεία αντιμετωπίζουν προβλήματα. «Είναι συγκλονιστικό να δει κανείς πώς μοιάζουν τα νοσοκομεία σε αυτή τη χώρα», λέει χαρακτηριστικά ένας 23χρονος φοιτητής.
Πραγματισμός και εθνική υπερηφάνεια
Γεγονός είναι επίσης ότι ακόμη κι όσοι προσήλθαν στις κάλπες, δηλώνουν γενικά απογοητευμένοι. «Είμαι υπέρ της αλλαγής του ονόματος» ανέφερε η 32χρονη Έλενα. Η νεαρή μουσικός και μητέρα θέλει ένα σταθερό μέλλον για τα παιδιά της. «Είναι καθήκον των πολιτικών μας να βελτιώσουν τις συνθήκες της ζωής μας. Πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους» λέει χαρακτηριστικά. Ελπίζει επίσης ότι η σύνδεση της χώρας με την ΕΕ θα φέρει στον τόπο περισσότερη δημοκρατία. Από την άλλη, ένας 59χρονος οδηγός ταξί βλέπει τα πράγματα διαφορετικά. Για τον ίδιο η Συμφωνία των Πρεσπών σημαίνει αποκοπή από το παρελθόν και τις ρίζες. «Ο πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ έχει πουλήσει τη γη και την ταυτότητά μας. Το Ζόραν δεν είναι καν μακεδονικό όνομα, αλλά σερβικό. Δεν ξέρω γιατί οι Αμερικανοί υποστηρίζουν αυτόν τον κομμουνιστή. Όσο για το θέμα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ… Αυτό είναι ένα μεγάλο ψέμα!», λέει ο ίδιος χαρακτηριστικά.
Πέρα από το δημοψήφισμα σίγουρο είναι επίσης ότι η χώρα επί Ζάεφ δεν βρίσκεται σε καλό δρόμο. Η κατάσταση δεν ήταν βέβαια πολύ καλύτερη επί κυβερνήσεως Γκρουέφκι. Τα μεγαλεπήβολα κατασκευαστικά πρότζεκτ του Γκρουέφσκι στα Σκόπια το 2014 κόστισαν στη χώρα περίπου 700.000 εκατομμύρια ευρώ. «Αυτό ήταν το μεγαλύτερο οικονομικό έγκλημα που έχει δει η χώρα», δήλωσε στη DW η Σιμόνα Σπιρόφσκα, ηθοποιός που είχε ενεργό ρόλο στην «Πολύχρωμη Επανάσταση» του 2016. «Το εθνικιστικό σχέδιο της κυβέρνησης Γκρουέφσκι επιδείνωσε τη διαμάχη με την Ελλάδα. Η προσπάθεια ανακατασκευής της ιστορίας και της ταυτότητάς μας ήταν περιττή και είχε αρνητικό αντίκτυπο στη νεότερη γενιά. Ο Γκρουέφσκι έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι ανήκουν σε μια ανώτερη φυλή» αναφέρει η ηθοποιός από την ΠΓΔΜ. Ελπίζει πάντως ότι θα λυθούν στο μέλλον τα πραγματικά προβλήματα της χώρας και ότι θα έρθει ο καιρός για αυτοκριτική. Κι όπως λέει εν κατακλείδι: «Θα πρέπει να επικεντρωθούμε στη δημιουργία μιας φιλελεύθερης και δημοκρατικής χώρας. Επειδή είμαστε για την ώρα μακριά από αυτό.»
Φλόριαν Σμιτς, Σκόπια / Δήμητρα Κυρανούδη