Στο κέντρο του Oκλαντ της Νέας Ζηλανδίας εδώ και περισσότερο από ένα χρόνο κάθε Δευτέρα ένα εστιατόριο καλεί τους πάντες να φάνε και να πιούνε μαζί στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας που έχει ξεκινήσει με την ονομασία «Όλοι τρώνε» (Everybody eats).
Το όνομα του πρότζεκτ τα λέει όλα: φοιτητές, μεσήλικες επιχειρηματίες και άστεγοι κάθονται κάθε Δευτέρα από τις έξι ως τις εννέα το βράδυ στο ίδιο τραπέζι και συζητούν, ανταλλάσσουν απόψεις και αστεία, ή απλώς απολαμβάνουν το γεύμα τους σιωπηλοί.
«Κατά τη γνώμη μου το γεύμα είναι ένα ισχυρό μέσο», δηλώνει ο 33χρονος Νικ, ιδιοκτήτης του εστιατορίου.
Όμως ούτε ο ίδιος ούτε το προσωπικό του καταστήματός του είναι ικανοποιημένοι απλώς από το γεγονός ότι διαφορετικοί άνθρωποι μαζεύονται για να φάνε μαζί.
«Μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν έχει την οικονομική άνεση να αγοράζει τρόφιμα», καταγγέλλει ο Νικ, ο οποίος ασχολήθηκε με το θέμα στο πλαίσιο της έρευνάς του για τη βιώσιμη οικονομία. «Και την ίδια ώρα πετάμε το ένα τρίτο των τροφίμων».
Για παράδειγμα στη Νέα Ζηλανδία, μια χώρα γνωστή για τους πλούσιους φυσικούς της πόρους, τρόφιμα αξίας 525 εκατομμύρια καταλήγουν κάθε χρόνο στον κάδο απορριμμάτων, την ώρα που ένας στους έξι κατοίκους πεινά.
Στη Γερμανία η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Σύμφωνα με έρευνα του πανεπιστημίου Μίνστερ, κάθε χρόνο καταλήγουν στα σκουπίδια 18 εκατομμύρια τόνοι τροφίμων, με το 40% να προέρχεται από τους καταναλωτές. Την ίδια ώρα στη χώρα ένας στους πέντε υποφέρει από τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό, σύμφωνα με τη γερμανική ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία, η οποία επικαλείται μια πανευρωπαϊκή έρευνα του 2017 με τίτλο «Ζώντας στην Ευρώπη» (Living in Europe).
Το αποτέλεσμα; Το 2016 σχεδόν 4,9 εκατομμύρια άνθρωποι μετρούσαν τις μπουκιές τους εξαιτίας της οικονομικής τους κατάστασης. Δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να έχουν ένα ολοκληρωμένο γεύμα παρά κάθε δεύτερη ημέρα.
Απορρίμματα και φτώχεια: «Όταν μαγειρεύουμε και τρώμε μαζί, λύνουμε και τα δύο προβλήματα», αυτή ήταν η αρχική σκέψη του Νικ. Επί τρεις μήνες ταξίδευε στη Βρετανία και έπαιρνε ιδέες για να δημιουργήσει το «Everybody Eats», για το οποίο δεν αγοράζονται τρόφιμα, αλλά χρησιμοποιούνται υλικά που υπάρχουν έτοιμα.
Στο εστιατόριο οι πελάτες πληρώνουν ό,τι μπορούν και θέλουν. Υπάρχει ένα κουτί στη ρεσεψιόν για αυτό τον λόγο. «Δεν θέλουμε να ξέρουμε ποιος πληρώνει και πόσο», εξηγεί ε ο Νικ.
«Θέλουμε οι πελάτες να νιώθουν άνετα, ακόμη κι αν δεν πληρώνουν τίποτα επειδή δεν μπορούν», προσθέτει. Περίπου το 30% των πελατών βάζουν κάτι στο κουτί των δωρεών, εκτιμά.
Άλλωστε περίπου 90 ευρώ την εβδομάδα αρκούν για να αγοραστούν κάποια επιπλέον υλικά, όπως μπαχαρικά και αυγά ή βούτυρο.