Δύο και πλέον χρόνια έχουν περάσει από τότε που η Ελλάδα και η Ευρώπη γνώρισαν την μεγαλύτερη μεταναστευτική κρίση με τις μεταναστευτικές ροές να κατακλύζουν τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου και την ενδοχώρα της Ελλάδας και μέσω των Βαλκανίων έως την κεντρική Ευρώπη και παραπέρα. Ήταν τότε που οι Βρυξέλλες προσπαθούσαν χωρίς προγραμματισμό, όπως και στην οικονομική κρίση της Ελλάδας νωρίτερα, να αυτοσχεδιάσουν την τελευταία στιγμή. Από τότε λίγα πράγματα άλλαξαν με την Αθήνα και τις Βρυξέλλες να είναι στον κοινό παρονομαστή της ανετοιμότητας και έλλειψης προγραμματισμού στο μεταναστευτικό.
Λόγω της κρίσιμης γεωπολιτικής συγκυρίας σε Αν. Μεσόγειο, Μ. Ανατολή και την αστάθεια εντός της ΕΕ, το μεταναστευτικό και η οικονομική ύφεση θα εξακολουθήσουν να δοκιμάζουν την κοινωνική συνοχή των χωρών της ΕΕ. Λόγω του ασύμμετρου χαρακτήρα του μεταναστευτικού δοκιμάζονται οι αντοχές κάθε ευρωπαϊκού κράτους και κοινωνίας. Η απομόνωση της Ελλάδας και της Ιταλίας στο μεταναστευτικό αποτελεί και την μεγαλύτερη αποτυχία των λοιπών χωρών της ΕΕ να επιδείξουν την απαιτούμενη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Στην περίπτωση της Ελλάδας η μετανατσυετική κρίση είναι τραγική λόγω της απεμπόλησης ζωτικών κρατικών λειτουργιών την τελευταία τριετία από το ελληνικό κράτος.
Η Ελλάδα ευρισκόμενη σε οικονομικό τέλμα καλείται να χειρισθεί την ασύμμετρη πρόκληση της μετανάστευσης στο ισοζύγιο της γεωπολιτικής ανταγωνιστικής της σχέσης με την Τουρκία, θα πρέπει η Αθήνα να έχει αναπτύξει τις κρατικές εκείνες λειτουργίες στο μεταναστευτικό στο μέγιστο βαθμό ώστε να έχει την τεχνογνωσία, επάρκεια και ετοιμότητα να αντιμετωπίσει εκ νέου ακραία φαινόμενα μεταναστευτικών ροών, όπως εκείνο του χειμώνα του 2015-6. Τότε υπήρχε η δικαιολογία για το Μαξίμου ότι το φαινόμενο ήταν καινοφανές, τώρα όμως η εν λόγω δικαιολογία δεν υπάρχει πλέον. Παρόλαυτα σήμερα η Ελλάδα δεν είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει νέες μεταναστευτικές ροές λόγω της αδιαφορίας της νυν συγκυβέρνησης να χειρισθεί το θέμα υπεύθυνα.
Για την ακρίβεια η Ελλάδα ένα χρόνο και πλέον μετά προσπαθεί ανεπαρκώς να ανταποκριθεί σε ζωτικές ανάγκες φιλοξενίας (στέγαση, διατροφή, υγιεινή κλπ.) των 65.000 και πλέον μεταναστών που
βρίσκονται παγιδευμένοι στην ελληνική επικράτεια. Η ανεπάρκεια της Ελλάδας έγκειται στο ότι δεν έχει κατορθώσει να πάρει το μεταναστευτικό στα χέρια της την τελευταία τριετία.
Το γεγονός ότι η ελληνική πολιτεία δεν διέθετε πριν από ένα χρόνο την απαραίτητη τεχνογνωσία και το προσωπικό για να αντιμετωπίσει την μεταναστευτική κρίση δεν είναι δικαιολογία για την απεμπόληση των κρατικών της λειτουργιών και την συνέχιση αυτής της κατάστασης μέχρι σήμερα. Αντίθετα μια πολιτεία με αυτοσεβασμό οφείλει να ανταποκριθεί στια απαιτήσεις των καιρών και στηριζόμενη στην καθόλα σημαντική συνεισφορά των διεθνών οργανισμών και ΜΚΟ να λάβει από αυτές την απαραίτητη τεχνογνωσία και να την δομήσει σε κρατικό επίπεδο με υπηρεσίες οι οποίες θα λειτουργούν υπό κρατική διοίκηση. Το ελληνικό κράτος πρέπει να έχει την μερίδα του λέοντος σε επίπεδο λειτουργιών στην διαχείριση του μεταναστευτικού και οι διεθνείς οργανισμοί και ΜΚΟ να συνεπικουρούν ποιοτικά και ποσοτικά. Τότε το πρόβλημα της μετανάστευσης θα αντιμετωπιστεί επιτυχώς και θα μετατραπεί σε μέρος της λύσης ακόμη και την οικονομικής κρίσης και ανεργίας, καθώς οι εν λόγω υπηρεσίες θα στελεχωθούν με χιλιάδες νέους εργαζόμενους, οι οποίοι διαφορετικά θα αναγκαστούν να ξενιτευθούν.
Η εθνική στρατηγική στο μεταναστευτικό πρέπει να βασίζεται στην αντίληψη ότι το ελληνικό κράτος υποδέχεται μετανάστες και πρόσφυγες και τους φιλοξενεί σε προσωρινή βάση, διαχειριζόμενο με ευθύνη έναντι των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλες τις δομές των ωφελουμένων, καθ ‘όσον εξετάζονται όλες οι περιπτώσεις χωριστά επί της βάσης της αίτησης χορήγησης ασύλου, επιθυμίας επιστροφής στην χώρα προέλευσης ή προώθησης σε τρίτη χώρα.
Στο ανωτέρω δόγμα η έκφραση-κλειδί είναι «σε προσωρινή βάση». Η στάση αυτή απορρέει από την ίδια την πραγματικότητα, καθώς η συντριπτική πλειονότητα των μεταναστών και προσφύγων έβλεπαν, βλέπουν και θα βλέπουν την Ελλάδα ως χώρα διέλευσης και όχι τελικού προορισμού. Η πλειονότητα αυτών έχουν συγγενείς Α’ ή Β’ βαθμού σε άλλες χώρες της Ευρώπης και περιμένουν να ενωθούν με εκείνους. Παράλληλα η Ελλάδα της συντριπτικής οικονομικής ύφεσης και ανεργίας μόνο χώρα προορισμού δεν μπορεί να αποτελέσει, καθώς δεν έχει την δυνατότητα να προσφέρει εργασία σε όσους ωφελούμενους επιθυμήσουν να παραμείνουν σε αυτήν, εφόσον δεν επιτυγχάνεται οικονομική ανάπτυξη στην ελληνική επικράτεια.
Η ανάκτηση και αύξηση κρατικών λειτουργιών αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ικανότητα πρόληψης, αποτροπής και εν γένει αντιμετώπισης μεταναστευτικών ροών. Οι λειτουργίες αυτές είναι αναγκαίο να ανήκουν κατά κύριο λόγο στο ελληνικό κράτος ως βασική προϋπόθεση επιχειρησιακής αυτάρκειας, εσωτερικής ασφάλειας και κοινωνικής συνοχής της Ελλάδας.
Το κράτος παραμένει απλώς κομπάρσος στο μεταναστευτικό εντός της ίδιας του της επικράτειας. Αυτή η κατάσταση πρέπει να αλλάξει αμέσως. Κάτι τέτοιο όμως δεν αναμένεται να γίνει πριν τις επόμενες κοινοβουλευτικές εκλογές και τη νέα κυβέρνηση που θα προκύψει. Με εξαίρεση την εμπειρία στο θέμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και το στοχευμένο πρόγραμμα του νεοπαγούς κόμματος της Δημοκρατικής Ευθύνης, ο ελληνικός παλαιο-πολιτικός κόσμος σιωπά επί του θέματος, επιδεικνύοντας ανεπάρκεια και ξεπερασμένη αντίληψη για τα κοινά. Ένα είναι βέβαιο: εάν αύριο φθάσουν στα ελληνικά νησιά ανεξέλεγκτες αριθμητικά ομάδες μεταναστών, το ελληνικό κράτος θα είναι επικίνδυνα ανίκανο να τις διαχειρισθεί, διότι δεν είναι αυτάρκες στις λειτουργίες του και είναι ανίκανο να φροντίσει τα του οίκου του. Ας ελπίσουμε ότι οι εκλογές θα έρθουν πριν την αύξηση των μεταναστευτικών ροών…
*Ο Δρ. Ευάγγελος Βενέτης είναι Ειδικός σε θέματα Ισλάμ και Μέσης Ανατολής στο Κέντρο Ελληνικών Σπουδών Σταύρος Νιάρχος, Πανεπιστήμιο Σάιμον Φρέιζερ, Βανκούβερ