Ο Σεργκέι Σκριπάλ ήταν απλώς «ένα μικρό ψάρι». Ετσι περιγράφουν οι βρετανικές μυστικές υπηρεσίες τον ρώσο διπλό κατάσκοπο που στρατολόγησαν στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Οταν οι ρωσικές μυστικές υπηρεσίες ανακάλυψαν τη διπλή καριέρα του πρώην επίλεκτου πράκτορα της KGB που στρατολογήθηκε από το Λονδίνο, αποκαλύπτοντας για σειρά ετών την ταυτότητα δεκάδων ρώσων μυστικών πρακτόρων οι οποίοι επιχειρούσαν στην Ευρώπη, τον αντιμετώπισαν με τον ίδιο ακριβώς τρόπο: ως ένα ασήμαντο πιόνι που το 2010 επί προεδρίας Μεντβέντεφ απελευθέρωσαν ύστερα από συμφωνία ανταλλαγής κατασκόπων.
Για τα μάτια του ισχυρού άνδρα της Ρωσίας Βλαντίμιρ Πούτιν όμως ο Σκριπάλ ήταν σημαντικός για τον λόγο ότι είχε μοιραστεί μαζί του την ίδια εκπαίδευση στα στρατόπεδα της KGB. Οι δυο τους ακολούθησαν άκρως αντίθετες πορείες, με τον Πούτιν να παρακολουθεί τη ζωή του Σκριπάλ με οργή. Οταν του ζητήθηκε να σχολιάσει την απελευθέρωση του Σκριπάλ – σύμφωνα με εκτενές δημοσίευμα των «New York Times» -, ο Πούτιν είχε ευχηθεί δημοσίως τον θάνατό του, ενώ ερωτηθείς για τη δηλητηρίασή του την περασμένη άνοιξη στη Μεγάλη Βρετανία είχε κυνικά ομολογήσει ότι «οι προδότες έχουν πάντα κακό τέλος».
Δύο διαφορετικοί κόσμοι
Οπως αναφέρει το αμερικανικό δημοσίευμα, ο Σκριπάλ και ο Πούτιν είναι συνομήλικοι και υπήρξαν συνάδελφοι την περίοδο που η πάλαι ποτέ Σοβιετική Ενωση άρχιζε να καταρρέει. Και αυτή την κατάρρευση τη βίωσαν με εντελώς διαφορετικό τρόπο. Ο Πούτιν προσπαθούσε να περισώσει το δίκτυο πληροφοριοδοτών που είχε χτίσει όντας πράκτορας της KGB στη Δρέσδη, αντίθετα ο Σκριπάλ έκανε μπίζνες κατασκοπείας με στόχο να βγάλει χρήματα. Αυτό και μόνο ήταν αρκετό ώστε ο Πούτιν να τον μισήσει μέχρι θανάτου. Το δημοσίευμα ωστόσο αναφέρει ότι παραμένει ασαφές αν ο Πούτιν έπαιξε ρόλο στην προσπάθεια δηλητηρίασης του Σκριπάλ.
Για πολλούς Ρώσους η πτώση του Τείχους του Βερολίνου ήταν μια νίκη για την ελευθερία, μια ευκαιρία για εύκολο πλουτισμό. Για τον Πούτιν και πολλούς συμπατριώτες του όμως, σηματοδότησε την καταστροφή, καθώς έβλεπαν το κύρος της χώρας που κάποτε κυριαρχούσε στο ένα έκτο των εδαφών της Γης να καταρρέει.
Το 1989 ένα πλήθος γερμανών διαδηλωτών μαζεύτηκε έξω από τα κεντρικά γραφεία της KGB στη Δρέσδη αξιώνοντας την αποπομπή του σοβιετικού καθεστώτος. Καθώς ο όχλος απειλούσε να εισβάλει στο κτίριο, ο Πούτιν έκαιγε τα αρχεία της KGB, δίνοντας πανικόβλητος και έξαλλος εντολές που έπαιρνε από τα αφεντικά του στο Ανατολικό Βερολίνο. «Η Μόσχα σίγησε» φέρεται να του είχε πει ένας αξιωματούχος, φράση που χρησιμοποίησε ο ίδιος στην επίσημη βιογραφία του.
Μέχρι τη στιγμή που αναρριχήθηκε πάνω στα μετασοβιετικά συντρίμμια και έγινε πρόεδρος το 2000, ο Πούτιν αφιέρωσε τον εαυτό του στην ανοικοδόμηση του χαμένου ρωσικού κύρους.
Οι σχέσεις Βρετανίας – Ρωσίας
Από τις αρχές του περασμένου Μαρτίου, οπότε και ο πρώην διπλός πράκτορας βρέθηκε στο Σόλσμπερι της Αγγλίας στο πλευρό της κόρης του Γιούλια έχοντας παραισθήσεις και βγάζοντας αφρούς από το στόμα, οι σχέσεις Βρετανίας – Ρωσίας πέρασαν από χίλια κύματα. Η δηλητηρίαση με τον νευροτοξικό παράγοντα Νόβιτσοκ πυροδότησε μια νέα ψυχροπολεμική αντιπαράθεση Δύσης – Ρωσίας, με εκατέρωθεν απελάσεις διπλωματών και έναν μύλο αλληλοκατηγοριών που κορυφώθηκε πριν από λίγες ημέρες, όταν η βρετανική αστυνομία κατονόμασε δύο Ρώσους, τους Αλεξάντρ Πετρόβ και Ρουσλάν Μπορίσοβ, ως βασικούς υπόπτους για την επίθεση, δίνοντας στη δημοσιότητα την αναλυτική διαδρομή τους και φωτογραφίες από τις κάμερες ασφαλείας κοντά στο σπίτι του ρώσου πρώην πράκτορα οι οποίες τους «έπιασαν».
Η βρετανική κυβέρνηση ουδέποτε σχολίασε τι είδους πληροφορίες τούς έδινε ο Σκριπάλ. «Οταν είσαι από την άλλη πλευρά, δεν πρέπει να δουλεύεις εναντίον μας, αυτός είναι ο κανόνας» αναφέρει στους «New York Times» ο διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού «Ηχώ της Μόσχας» Αλεξέι Βενεντίκτοφ, ο οποίος έχει σε βάθος ασχοληθεί με την υπόθεση. «Οταν έχεις λάβει χάρη για το παρελθόν σου, με την προϋπόθεση να ζεις ήσυχα με τη σύνταξή σου, δεν χρησιμοποιείς τις στρατιωτικές ικανότητές σου εναντίον της Ρωσίας». Βάσει αυτής της αρχής πριν από έξι μήνες οι δύο ρώσοι πράκτορες πήγαν στο Σόλσμπερι για να «φάνε το μικρό ψάρι».