Από την πρώτη στιγμή της εμφάνισής του στην ιστορία ο θεσμός του πανεπιστημίου συνδέθηκε με δύο βασικούς στόχους: την παραγωγή νέας γνώσης μέσω της έρευνας και τη μετάδοσή της μέσω της διδασκαλίας. Τα σύγχρονα πανεπιστήμια, μαζί με τους στόχους αυτούς, επιδιώκουν τη σύνδεση με τις τοπικές κοινωνίες και τη συμβολή τους στην ευρύτερη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Η επιδίωξή τους αυτή υλοποιείται μέσω θεσμών και διαδικασιών που αφορούν τη διάχυση της δημιουργούμενης γνώσης σε επιχειρήσεις και ευρύτερο κοινό, την ικανοποίηση των αγορών εργασίας με την οργάνωση προπτυχιακών και μεταπτυχιακών προγραμμάτων, την ανταπόκρισή τους σε ανάγκες επιμόρφωσης και επανεκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού μέσω προγραμμάτων διά βίου εκπαίδευσης, επιμορφωτικών σεμιναρίων και διαλέξεων.
Στη σημερινή ωστόσο εποχή, αυτό που αλλάζει, και με δραματικό μάλιστα τρόπο, τα ακαδημαϊκά δεδομένα, τις προοπτικές και τις δυνατότητες των πανεπιστημίων είναι το νέο διεθνές περιβάλλον και η λειτουργία τους σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης. Παγκοσμιοποίηση για τον χώρο της παιδείας και του πολιτισμού σημαίνει ότι σήμερα εκατομμύρια άνθρωποι έχουν δυνατότητες πρόσβασης στις ίδιες πηγές πληροφορίας, διαβάζουν τα ίδια πράγματα, βλέπουν τα ίδια τηλεοπτικά προγράμματα, ενδιαφέρονται και καταναλώνουν τα ίδια προϊόντα και υπηρεσίες και επιδιώκουν την απόκτηση της νέας γνώσης, έχοντας ταυτόχρονα την ευκολότερη παρά ποτέ πρόσβαση στις πηγές της.
Μέσα στα νέα αυτά δεδομένα η διεθνής διάσταση των πανεπιστημίων και ειδικότερα οι διεθνείς συνεργασίες στην έρευνα και στη διδασκαλία αποκτούν ένα νέο ειδικό βάρος και για τα ίδια τα πανεπιστήμια αλλά και για την περιφέρεια και τη χώρα στην οποία αυτά βρίσκονται.
Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, οι διεθνείς ερευνητικές συνεργασίες προάγουν το επίπεδο της έρευνας, τον αριθμό και την ποιότητα των επιστημονικών δημοσιεύσεων, ενισχύουν το κύρος και την αναγνωρισιμότητα των πανεπιστημίων και συμβάλλουν στη βελτίωση της θέσης τους στις διεθνείς κατατάξεις. Επιπρόσθετα, οι ερευνητικές συνεργασίες με αλλοδαπά πανεπιστημιακά ιδρύματα και ερευνητικά κέντρα ανοίγουν δρόμους για μελλοντικές διασυνοριακές επιχειρηματικές συνεργασίες με αμοιβαία οφέλη για τα εμπλεκόμενα μέρη.
Από την άλλη πλευρά, η διεθνοποίηση των προγραμμάτων σπουδών, προπτυχιακών και μεταπτυχιακών, αποκτά συνεχώς μια όλο και μεγαλύτερη σημασία. Στην παρούσα φάση η διεθνοποίηση των σπουδών περνά κυρίως μέσα από προγράμματα ανταλλαγής φοιτητών και διδασκόντων, μια δοκιμασμένη πρακτική, η οποία συνεχώς επεκτείνεται. Το ήδη υφιστάμενο σύστημα των πιστωτικών μονάδων και οι δυνατότητες μεταφοράς και αναγνώρισής τους σε πανεπιστημιακά ιδρύματα διαφορετικών χωρών διευκολύνουν την κινητικότητα των φοιτητών και ενδυναμώνουν την τάση για σπουδές σε περισσότερα από ένα πανεπιστημιακά ιδρύματα.
Το επόμενο σημαντικό βήμα είναι η συνδιοργάνωση κοινών προγραμμάτων σπουδών μεταξύ πανεπιστημιακών ιδρυμάτων διαφορετικών χωρών. Η φοίτηση σε περισσότερα από ένα πανεπιστήμια, σε περισσότερες από μία χώρες, θα αποτελέσει στο μέλλον μάλλον τον κανόνα παρά την εξαίρεση. Ηδη πολλά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια βαδίζουν στον δρόμο αυτόν όχι μόνο αναπτύσσοντας ενδοευρωπαϊκές συνεργασίες αλλά και προωθώντας προγράμματα σπουδών με πανεπιστημιακά τμήματα άλλων ηπείρων.
Την πιο σημαντική ωστόσο πρόκληση για την πανεπιστημιακή εκπαίδευση, τη διάσταση και τις επιδράσεις της οποίας σήμερα μάλλον δύσκολα μπορούμε να αποτιμήσουμε, συνιστά η μέσω των νέων τεχνολογιών ραγδαία βελτίωση των δυνατοτήτων πραγματοποίησης σπουδών από απόσταση. Οι εξ αποστάσεως σπουδές αλλάζουν σήμερα ριζικά τις δυνατότητες για πανεπιστημιακές σπουδές. Στον βαθμό μάλιστα που οι τεχνολογικές εξελίξεις επιτρέπουν ολοένα και περισσότερο τη διοργάνωση υβριδικών διαλέξεων (τηλεσυναντήσεις) στις οποίες δάσκαλοι – μαθητές αλληλεπιδρούν σε πραγματικό χρόνο, η σημερινή παραδοσιακή και κυρίαρχη μορφή διδασκαλίας, της φυσικής παρουσίας δασκάλου και μαθητή στον ίδιο χώρο, θα απειληθεί στα θεμέλιά της και η κυριαρχία της στο εκπαιδευτικό σύστημα θα αμφισβητηθεί σε μεγάλο βαθμό.
Οι νέες αυτές τάσεις θα οδηγήσουν στην ισχυροποίηση της παρουσίας μεγάλων, διεθνούς εμβέλειας πανεπιστημίων, τα οποία θα αναπτύξουν παραρτήματα σε διαφορετικές χώρες. Η εξέλιξη αυτή θα απειλήσει την αυτοτελή ύπαρξη των μικρών πανεπιστημίων και θα οδηγήσει σε συμπράξεις με βαθμιαία αλλαγή της φυσιογνωμίας τους σε πανεπιστήμια-παραρτήματα μεγάλων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
Ηδη σήμερα, διακεκριμένα πανεπιστήμια της αλλοδαπής, μεταξύ αυτών και ορισμένα από την άλλη μεριά του Ατλαντικού, προσφέρουν διεθνή προγράμματα σπουδών εξ αποστάσεως, με διδάσκοντες παγκοσμίου φήμης καθηγητές, και χορηγούν αξιοζήλευτους τίτλους σπουδών, με το όνομα και το κύρος κορυφαίων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων.
Διεθνοποίηση, επομένως, των προγραμμάτων σπουδών και διοργάνωση σπουδών εξ αποστάσεως αποτελούν για τα πανεπιστήμιά μας τις προκλήσεις του μέλλοντος. Το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας έχει κάθε δυνατότητα να ανταποκριθεί σε αυτές με επιτυχία. Και αυτό γιατί, τόσο τοπικά όσο και στον ευρύτερο εθνικό χώρο, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας έχει καταγραφεί ως ένα οργανωμένο, καινοτόμο και σε πολλούς τομείς πρωτοποριακό πανεπιστήμιο. Οσον αφορά τόσο τη διοικητική του οργάνωση και λειτουργία όσο και την ακαδημαϊκή του υπόσταση, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας έχει ανοίξει νέους δρόμους στην πανεπιστημιακή πραγματικότητα της χώρας. Τα προπτυχιακά του προγράμματα είναι από τα πρώτα στις επιλογές των υποψηφίων, συγκρινόμενα όχι μόνο με άλλα ομοειδή προγράμματα πανεπιστημίων της ελληνικής περιφέρειας αλλά και με ομοειδή προγράμματα προσφερόμενα στη Θεσσαλονίκη ή στην Αθήνα. Τα μεταπτυχιακά του προγράμματα, από τα πρώτα στον τομέα τους στα ελληνικά ΑΕΙ, κατέχουν μια ξεχωριστή θέση στην ακαδημαϊκή πραγματικότητα της χώρας και στην αγορά εργασίας.
Επιπρόσθετα, το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας έχει το πλεονέκτημα μιας εξαιρετικής γεωγραφικής θέσης. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη σχετική του υπεροχή στα γνωστικά αντικείμενα που θεραπεύει, αντικείμενα υψηλής ζήτησης στις γειτονικές μας χώρες, διαμορφώνει ένα ισχυρό πλεονέκτημα για την ανάπτυξη διεθνών συνεργασιών. Με βάση ήδη διαμορφωμένα δίκτυα με πανεπιστήμια των γειτονικών μας χωρών μπορεί να αποτελέσει το κέντρο συνεργασίας ευρωπαϊκών και αμερικανικών πανεπιστημίων με πανεπιστήμια της βαλκανικής ενδοχώρας.
Σε αυτή την προσπάθεια το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, μαζί με τα υπόλοιπα πανεπιστημιακά ιδρύματα της χώρας, ζητά τη στήριξη της πολιτείας και τις απαραίτητες νομοθετικές ρυθμίσεις για την απελευθέρωση των δυνατοτήτων των συμβατικών πανεπιστημίων για τη διοργάνωση διεθνών προγραμμάτων σπουδών καθώς και σπουδών από απόσταση.
Η ενίσχυση του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, και ειδικότερα της διεθνούς εξωστρέφειάς του, εκτός από τις θετικές επιδράσεις στην ανάπτυξη του ιδίου, θα συμβάλει και θα λειτουργήσει υποστηρικτικά στην ανάπτυξη της πόλης. Σήμερα, που τα Βαλκάνια ενσωματώνονται με μεγάλη ταχύτητα στα νέα ευρωπαϊκά δεδομένα και η προοπτική πλήρους ένταξής τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στους δυτικούς θεσμούς έχει αποκτήσει μια νέα δυναμική, η ανάπτυξη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας θα λειτουργήσει συμπληρωματικά στο άνοιγμα της Θεσσαλονίκης στα Βαλκάνια και στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στην εδραίωση της διεθνούς σημασίας της.
Ο κ. Στέλιος Δ. Κατρανίδης είναι πρύτανης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.