«Η τέχνη η πιο ασκητική, αυτή που τείνει να αγγίξει με μέσα όσο πιο φτωχά και καθαρά τις πιο ανιδιοτελείς περιοχές της σκέψης και του συναισθήματος, δεν φέρεται μόνον από την ύλη από την οποία επιθυμεί να διαφύγει, αλλά τρέφεται από αυτήν» έγραφε ο γάλλος ιστορικός τέχνης Α. Φοσιγιόν (1881-1943) στη «Ζωή των Μορφών» (εκδόσεις Νεφέλη, 1982).
Αυτή του η ρήση υποδέχεται τον επισκέπτη στο Πάρκο Ελευθερίας του Δήμου Αθηναίων, εκεί δηλαδή όπου φιλοξενείται η έκθεση «Η υλικότητα του ζωγραφικού συμβάντος» του Οργανισμού Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας σε επιμέλεια Ντένη Ζαχαρόπουλου. Αυτά τα σοφά λόγια και το μνημειακό έργο «Bubble Dam» (2017) του 39χρονου Νίκου Σεπετζόγλου, μια double face εγκατάσταση στην οποία ο εικαστικός ράβει σπασμένα ξύλα μεταξύ τους και βάφει με μαύρη λαδομπογιά τη μία επιφάνειά τους αφότου τη σκάψει και κρύψει σε αυτήν κωδικοποιημένα μηνύματα, είναι η εισαγωγή σε αυτή τη χαμηλών τόνων έκθεση. Σε αυτήν συμμετέχουν είκοσι εικαστικοί οι οποίοι «αφήνουν την αναπαράσταση, πηγαίνουν στη δομή αλλά απελευθερώνονται και από αυτήν χωρίς να θεατροποιούν τις πράξεις του» όπως εξηγεί ο Ζαχαρόπουλος.
Πρόκειται από τη μία για Ευρωπαίους που έχουν εκθέσει στην Ελλάδα αλλά δεν είναι ευρέως γνωστοί, όπως για παράδειγμα ο Μισέλ Μαζέρους (1967-2002) από το Λουξεμβούργο ή ο 52χρονος Γερμανός Κάι Αλτοφ που ζωγραφίζει πάνω σε μετάξι, και από την άλλη για Ελληνες, στην πλειονότητά τους σαραντάρηδες. Αυτό που συνδέει Ελληνες και ξένους δηλώνεται ευθύς εξαρχής από τον τίτλο της έκθεσης, εμπνευσμένο από μια φράση του Φουκό στην ομιλία του «Η Τάξη του Λόγου» στο Collège de France το 1970. «… το συμβάν δεν ανήκει στην τάξη των ενσώματων πραγμάτων. Κι όμως δεν είναι καθόλου άυλο, (…) παράγεται ως αποτέλεσμα ενός υλικού διασκορπισμού και μέσα σε αυτόν». Στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η πρωτότυπη αντιμετώπιση της ζωγραφικής πράξης στα όρια της αφαίρεσης αλλά και πιο πέρα από αυτήν θα έλεγε κανείς, καθώς το ζωγραφικό συμβάν δεν συνδέεται με τη ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας αλλά με τα υλικά κατασκευής του και τις χειρονομίες που το δημιούργησαν.
Οπως για παράδειγμα στο έργο του 32χρονου Δημήτρη Εφέογλου «Trailblaze» (2018) με το επιμελώς σκαμμένο χαρτί του όπου το μολύβι, το κάρβουνο και οι εκτυπώσεις που έχει αποθέσει ο καλλιτέχνης μοιάζουν να έχουν επικαθίσει στην επιφάνεια, προσδίδοντας έτσι στιβαρή υπόσταση σε μια παραδοσιακά δισδιάστατη επιφάνεια. ‘Η στο εντυπωσιακό πέλος που δημιουργείται από τις επαναλαμβανόμενες πινελιές με στιλό διαρκείας στο «Χωρίς τίτλο» έργο του 39χρονου Αλέξανδρου Τζάννη και στο εκτυφλωτικό φως ενός πίνακα του 37χρονου Γιώργου Κόντη που απηχεί το έργο του Ρόθκο καταφέρνοντας να δημιουργήσει ένα μεταφυσικό παράθυρο από την απόλυτα ταπεινή απόθεση κουνελόκολλας πάνω σε συνθετικό ύφασμα. «Δεν είναι έργα που βάζεις πάνω από τον καναπέ του σπιτιού σου» όπως θα πει ο Ζαχαρόπουλος, αλλά ένα σύμπαν με σιωπηλούς πλανήτες που απαιτεί την προσοχή και το επίμονο βλέμμα του θεατή για να ανακαλύψει τι περιλαμβάνει η ζωή πάνω τους. Να διευκρινίσω ότι η συνεχής παράθεση παραδειγμάτων που προέρχονται από το έργο ελλήνων καλλιτεχνών δεν ήταν σκόπιμη αλλά αποτέλεσμα παρόρμησης. Ωστόσο, απηχούν άλλη μια ρήση που χρησιμοποιεί ο Ζαχαρόπουλος για να διασαφηνίσει τις προθέσεις του ως προς την επιμελητική προσέγγιση και είναι κάτι που έγραψε το 1964 ο ζωγράφος Δανιήλ (Παναγόπουλος) (1924-2013) σχετικά με την κοινωνική διάσταση της μορφής. «Οποιος φοβάται τους δυνατούς ανέμους ας μη βγαίνει έξω από το σπίτι του. Εμείς δεν δουλεύουμε για τη σιγουριά, εμείς δουλεύουμε για τους νέους που στον τόπο μας δεν τους αφήνουν να σηκώσουν το κεφάλι και να καταλάβουν ότι τέχνη θα πει αναζήτηση».
«Η Υλικότητα του ζωγραφικού συμβάντος» στο Κέντρο Τεχνών Δήμου Αθηναίων, στο Πάρκο Ελευθερίας ως τις 30/9.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ