Ο πρωθυπουργός στη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματός του, κήρυξε με τον πλέον επίσημο τρόπο την έναρξη της μακράς προεκλογικής περιόδου, η διάρκεια της οποίας θα κυμανθεί μεταξύ 9 και 12 μηνών, εκτός κι αν έκτακτα γεγονότα επιβάλλουν την επίσπευση των εθνικών εκλογών.
Ο πρωθυπουργός είναι φανερό ότι σπεύδει να ασφαλιστεί έναντι ευρύτερων πολιτικών κινδύνων. Οι πρωτοβουλίες που αναλαμβάνει τελευταίως είναι απολύτως αμυντικές και εμφανώς ορίζονται από τις διαφαινόμενες κακές προοπτικές για τον ίδιο και το κόμμα του. Η επόμενη μέρα δεν θα είναι εύκολη για τον πρωθυπουργό.
Γενικευμένη είναι η εντύπωση ότι επέρχεται ήττα μεγάλη, ικανή να κλονίσει ακόμη και την παρούσα ηγεμονία του.
Κοινή είναι η πεποίθηση ότι ο κ. Τσίπρας θα αμφισβητηθεί για τα αλλεπάλληλα άλματα στο κενό στα χρόνια της διακυβέρνησης και ιδιαιτέρως για το έλλειμμα ευκρινούς σχεδίου για τη χώρα. Αυτό το έλλειμμα άλλωστε επιχείρησε να καλύψει με την τελευταία κομματική ομιλία του.
Τσαλαβουτάει δώθε κείθε ο πρωθυπουργός , συνθηματολογεί ασυστόλως , κινείται διαρκώς σε ατραπούς μεταξύ μνημονιακών πεπραγμένων και αντιμνημονιακών διεκδικήσεων, κοινώς ανισορροπεί μεταξύ ασύμβατων πολιτικών και οικονομικών στόχων, χωρίς έρμα ,χωρίς σταθερότητα, μεταφέροντας σύγχυση σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας ζωής.
Καταδιώκεται ο κ. Τσίπρας από αυτήν την ταλάντευση διαρκείας, η οποία δεν του επιτρέπει καθαρές επιλογές. Προϊόντος του χρόνου χάνει δυνάμεις και δυνατότητες και το κυριότερο φαίνεται να εξαντλεί τα όποια αποθέματα εμπιστοσύνης. Καθημερινά αποκαλύπτονται πτυχές της διακυβέρνησης που κλονίζουν την ηγεσία του. Η συνέντευξη του Νταιζελμπλουμ είναι δηλωτική του ανώφελου και προβληματικού παιγνίου διαρκείας που χαρακτηρίζει τον πρωθυπουργό, όπως τότε που εκθείαζε τον αλλοπρόσαλλο και συγκρουόμενο με τον Ολλανδό επίτροπο Βαρουφάκη και παρασκηνιακώς αναζητούσε διαύλους επικοινωνίας με τους Ευρωπαίους.
Το δυστύχημα είναι οτι ο κ.Τσίπρας αντιλαμβάνεται πια το αδιέξοδο, νοιώθει το κενό, βλέπει την επερχόμενη ήττα και παρασύρεται πλέον σε αγώνα και άμυνα κομματικής επιβίωσης. Δεν δίνει πλέον μάχη για τη χώρα και τους πολίτες παρά μόνο για το πολιτικό του μέλλον.
Θα ήταν αδιάφορο αν δεν ηγείτο της χώρας. Το πρόβλημα είναι ότι για τους επόμενους εννέα έως δώδεκα μήνες θα ορίζει την πορεία της χώρας με γνώμονα την επιβίωση του κόμματος και της ηγεσίας του.
Ιδιαιτέρως σε τούτη τη μεταβατική και κρίσιμη μεταμνημονιακή περίοδο.
Υπό κανονικές συνθήκες η χώρα θα έπρεπε τώρα να προετοιμάζεται συστηματικά και οργανωμένα για άλματα προόδου και κάλυψης του παραγωγικού κενού της οκτάχρονης υφεσιακής περιόδου.
Αντί αυτών θα εξαντλείται δυστυχώς σε μάταιες προσπάθειες διάσωσης του κ.Τσίπρα και του καθυστερημένου κόμματος του.