Ηταν μια μέρα σαν τις άλλες. Η παρέα, πολιτικά πολύχρωμη, απολάμβανε την κυριακάτικη μονοτονία των ολιγοήμερων διακοπών αρχές καλοκαιριού στο νησί. Μπάνιο, γενναίο πρωινό, πειράγματα παιδιάστικα μεσηλίκων και μια θέα με βάρκες, θάλασσα απέραντη ακύμαντη και καφές.
Τα σύννεφα τα νοητά βέβαια υπήρχαν. Πριν από λίγες ημέρες είχαμε ζήσει την κορύφωση της κρίσης με εκείνο το ακατανόητο ως προς το περιεχόμενό του δημοψήφισμα. Τι μας ζητούσαν να ψηφίσουμε; Αλλα μας έλεγαν οι δικοί μας κι άλλα οι ξένοι δανειστές. Το πολιτικό φως έμοιαζε με εκείνο το σκοτεινό ηλιόλουστο πρωινό στο φιλμ μετά την έκρηξη της ατομικής βόμβας. Με φίδια-βεβαιότητες να μας ζώνουν.
Ολα αυτά θαμμένα στην πρόσφατη μνήμη από τον πραγματικό ήλιο των σύντομων διακοπών, το μεσημεριανό τσιπουράκι και τη διάθεση για πραγματική ζωή ύστερα από έξι μήνες δανεικής από την τηλεόραση, που στάλαζε μέρα τη μέρα τα σαρδόνια χαμογελάκια του νάρκισσου και τα γερμανικά γαυγίσματα.
Εδώ είναι σχεδόν Βαλκάνια με μνήμες από την αγγλοκρατία. Τάβλι, κουτσομπολιά, πειράγματα, μπάνιο και πάλι από την αρχή. Προς το τέλος της βραδιάς, συγκεντρωμένοι στην ξεχασμένη για λίγες μέρες μικρή οθόνη, ακούσαμε τα νέα. «Αγάπη μου, σήμερα έκλεισα τις τράπεζες». Πράγματι. Δεν θυμάμαι τις πρώτες ανακοινώσεις θριαμβευτικές και πένθιμες των κρατούντων. Θυμάμαι όμως, λίγη ώρα μετά, τις σκηνές μπροστά στα ΑΤΜ, την αγωνία στα μάτια και τα μπουκαλάκια νερό κάποιων ηλικιωμένων.
Μετά τη βουβαμάρα, τα κινητά πήραν φωτιά μαζί με τα τόπια της όποιας αισιοδοξίας που ακολούθησε το αξέχαστο διάγγελμα ενός θριαμβευτή στην αποξένωσή του από την ευρωπαϊκή πραγματικότητα πρωθυπουργού μία βδομάδα πριν. Αισιοδοξία, γιατί ποιος πίστευε ότι μόλις είχε κλωτσήσει την καρδάρα.
Η επόμενη μέρα κράτησε τρία μνημόνια και κάτι. Ομως η καμένη γη από την πυρηνική αυταπάτη είναι πάντα εδώ. Κάπιταλ κοντρόλς και αναμονή μέχρι την ολική επαναφορά μετά τις 17 εργάσιμες ώρες του κ. Τσίπρα στις Βρυξέλλες. Σήμερα μια άλλη πυρκαγιά στέρησε τη δυνατότητα να χαρούμε την έξοδο από τα μνημόνια. Μάλλον να χαρούν όσοι κυβερνούν. Γιατί οι υπόλοιποι βλέποντας τα ερείπια, τι μπορούν να χαρούν; Τις θηλιές στα νοικοκυριά των φόρων; Τα μαγαζιά που έκλεισαν; Την κατάρρευση των υποσυστημάτων ενός αναξιόπιστου κράτους; ‘Η τις εξελίξεις στην αδελφή Βενεζουέλα;
Τουλάχιστον πήραμε το μάθημά μας; Οτι δηλαδή με δανεικά δεν χτίζεται βιώσιμη ευημερία. Οτι δεν φταίνε τα μνημόνια για την πτώχευση, αλλά αυτά τα απαίσια είναι αποτέλεσμα της δικής μας διαχείρισης. Οτι δεν υπάρχουν δανεικά κι αγύριστα μεταξύ κρατών. Οτι Αγγλοι, Γάλλοι, Πορτογάλοι, Ρώσοι, Κινέζοι και Καταρανοί δεν δανείζουν διμερώς, αλλά μόνο μέσω του τρισκατάρατου ΔΝΤ. ‘Η μήπως ότι με αυτή την Εκπαίδευση, αυτό το Δημόσιο, αυτή την ανταγωνιστικότητα, αυτή τη «φυγή των εγκεφάλων», αυτόν τον διχασμό και με ένα περιβάλλον δυσμενέστερο, θα είναι ίδια και απαράλλακτη με την αποφράδα του Καστελλόριζου; Και χειρότερη.
Θα μπορούσε να είναι διαφορετικά; Ναι. Με δυο προϋποθέσεις. Να εφαρμοστούν επειγόντως δυο βιωματικές ρήσεις του εφευρέτη του σκληρού ροκ. «Στην πολιτική είμαστε αντίπαλοι, δεν είμαστε εχθροί» και «Στη χώρα μας για να είσαι μεταρρυθμιστής πρέπει να είσαι επαναστάτης».
Πράγματι. Για να εφαρμόσουμε τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να γίνουμε ανταγωνιστικοί και που τις αποφεύγουμε συστηματικά με την ανοχή των δανειστών μας, χρειάζονται επαναστάσεις. Πρώτα στην Παιδεία για να δώσουμε τη δυνατότητα στην Ανωτάτη που δίνει με την ενθουσιώδη βοήθεια και πρωτοβουλία των αρχόντων μας τη μάχη υπέρ του σκοταδισμού. Ας αντιγράψουμε την Κύπρο, την Αυστραλία και τόσους άλλους. Και ας καταπιούμε τον κρατικιστικό μας έρωτα.
Και μετά σε όλους τους άλλους τομείς κοινωνικού συμφέροντος. Υγεία, Ενέργεια, Συνταξιοδοτικό κ.λπ. χρειάζονται άμεσα επαναστάσεις, μια και πρέπει να αποτάξουμε τις λατρεμένες μας συνήθειες για υπερσυγκέντρωση στο κομματικό κράτος. Δύσκολο, ίσως και αδύνατον. Γιατί; Γιατί έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε πραγματικότητα αυτό που εμείς έχουμε κληρονομήσει και κατασκευάσει. Μας δικαιολογώ. Η πραγματικότητα, όπως και η οικονομία είναι ξεροκέφαλες, ανελαστικές και οδυνηρές. Ομως μια και κάθε εποχή διαμορφώνεται από παράγοντες που δεν ελέγχουμε, είμαστε υποχρεωμένοι να τις καταπιούμε.
Ακόμη όμως και αν ξεφύγουμε από τη μέγγενη της ψευδαίσθησης της γνώσης –το σύνδρομο ξερόλας σε πιο απλά ελληνικά –μένει η δεύτερη προϋπόθεση. Η εθνική ομοψυχία. Βασισμένη σε τρεις αρχές. Ο απέναντι δεν είναι εχθρός. Είμαστε πολύ μικροί και θα γίνουμε δημογραφικά μικρότεροι για να έχουμε την πολυτέλεια της ιδεολογικής, φιλοσοφικής ή εγωκεντρικής μας αυταρέσκειας.
Η παρούσα κυβέρνηση τα τριάμισι χρόνια απέδειξε ότι δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει τις δύο προϋποθέσεις. Ας ελπίσουμε η επόμενη –όσο γίνεται πιο γρήγορα –να τις υιοθετήσει. Ξέρω ότι είναι δύσκολο να ξεχάσει, να ξεχάσουμε. Και δεν πρέπει να ξεχάσουμε για να αντλούμε μαθήματα. Αλλά η απαίσια πραγματικότητα άλλα επιτάσσει. Αν δεν τα καταφέρει κι αυτή, το καλύτερο που έχει να κάνει είναι να προετοιμάσει μια soft έξοδό μας από το ευρώ. Γιατί η επιλογή των δανειστών –και όχι της κυβέρνησης –να μη δεχτούν προληπτική γραμμή στήριξης, μας λέει ένα απλό πραγματάκι. «Κύριοι, άλλα χρήματα στήριξης δεν υπάρχουν. Βγάλτε τα πέρα μόνοι σας». Για πολιτικούς λόγους, αλλά και ως μήνυμα στις Ιταλίες των λαϊκιστών.
Ο κ. Αντώνης Τριφύλλης είναι πρώην στέλεχος της ΕΕ και μέλος του Εποπτικού Συμβουλίου της διαΝΕΟσις.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ