Γράφτηκαν και ειπώθηκαν πολλά για την απελευθέρωση των ελλήνων στρατιωτικών από τους Τούρκους, χωρίς όμως να μπορεί να εξαχθεί ένα ασφαλές συμπέρασμα για το τι τους οδήγησε στην ενέργεια αυτή. Και τούτο διότι οι διάφορες θεωρίες που είδαν τη δημοσιότητα, από τις διπλωματικές ικανότητες της Αθήνας έως την παρέμβαση των Αμερικανών ή των Ευρωπαίων και από την παροχή ανταλλαγμάτων με κύριο θέμα τους μουφτήδες της Θράκης, έως και το θαύμα της Παναγίας την ημέρα της γιορτής της(!), δεν μπορούν να τεκμηριωθούν και αποτελούν απλώς εικασίες. Μικρή σημασία όμως έχει τελικά για το τι είχε στον νου του ο απρόβλεπτος, ούτως ή άλλως, γνωστός μας νεοσουλτάνος, καθώς το κύριο ερώτημα τώρα είναι αν η πράξη αυτή μπορεί να αποτελέσει την ευκαιρία για μια σταδιακή ομαλοποίηση των ελληνοτουρκικών σχέσεων, μετά μια περίοδο επικίνδυνων αναταράξεων.
Για να συμβεί όμως αυτό ευνόητο είναι ότι πρέπει να υπάρξει η αναγκαία πολιτική βούληση και από τις δύο πλευρές για μια ουσιαστική διαπραγμάτευση, που θα συμβάλει στη λύση προβλημάτων που δεν έχουν λυθεί εδώ και πάνω από σαράντα χρόνια. Και είναι ακριβώς η έλλειψη αυτής της βούλησης που έχει οδηγήσει σε ένα πολύχρονο αδιέξοδο με τα γνωστά σκαμπανεβάσματα μεταξύ μιας σχετικής ύφεσης και μιας επικίνδυνης κρίσης. Αυτό που προέχει για την ελληνική πλευρά είναι να διατηρηθεί η Τουρκία στην ευρωπαϊκή τροχιά και να μην παγιωθεί το σημερινό ρήγμα στις σχέσεις με τους Ευρωπαίους, τη στιγμή μάλιστα που ο Ερντογάν φαίνεται να επιδιώκει την επανασύνδεση με το Παρίσι και το Βερολίνο, λόγω της κρίσης με την Ουάσιγκτον. Μια αναβίωση του πνεύματος του Ελσίνκι, προσαρμοσμένου βέβαια στις σημερινές εξαιρετικά περίπλοκες συνθήκες, θα ήταν ίσως αναγκαία.
Αυτό όμως που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η Ελλάδα, παρ’ όλα όσα λέγονται, μπορεί μεν, αν κάποια στιγμή καταφέρει να γίνει ένα κανονικό κράτος, να παίξει έναν σταθεροποιητικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή μας. Δεν μπορεί όμως να αντικαταστήσει τη γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας, η οποία λόγω μεγέθους και κοινών συνόρων με τις χώρες που σπαράσσονται στη Μέση Ανατολή δεν είναι δυνατόν να αγνοηθεί επί μακρόν ούτε από τις Ηνωμένες Πολιτείες ούτε από τη Ρωσία ούτε και από την Ευρώπη. Γι’ αυτό και πολλοί πιστεύουν ότι η ρήξη με την Ουάσιγκτον δεν θα διαρκέσει πολύ. Ο πονηρός νεοσουλτάνος το γνωρίζει αυτό, γι’ αυτό και παίζει το παιχνίδι των γνωστών εκβιασμών και της απειλής ανάπτυξης των σχέσεων με το Κρεμλίνο, το οποίο φυσικά έχει κάθε λόγο να υπονομεύει εκ των έσω τη Βορειοατλαντική Συμμαχία. Ολα αυτά πρέπει λοιπόν να τα έχει υπ’ όψιν της η ελληνική πλευρά στη χάραξη μιας ψύχραιμης πολιτικής απέναντι στην Τουρκία, χωρίς αυταπάτες για δήθεν κέρδη από τη σημερινή κρίση στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ