Ανάμεσα στα «εικαστικά μυθιστορήματα» – η καλύτερη, κρίνω, ελληνική απόδοση του «graphic novel», ενός όρου του μάρκετινγκ, που συναντά τη σθεναρή αντίσταση πολλών μελετητ(ρι)ών και δημιουργών, καθώς προκρίνουμε την καθολική χρήση του όρου «κόμικς» – υπάρχει μια κατηγορία που συνδέεται στενά με τη λογοτεχνία: εκείνα που μεταφέρουν ένα έργο από το ένα μέσο (έντυπο λογοτεχνικό βιβλίο) στο άλλο (κόμικς).
Στην κατηγορία εμπίπτει πληθώρα τίτλων, ξεκινώντας από τα αμερικάνικα Classic Comics (1941)/Classics Illustrated (1947) που στην Ελλάδα μεταφέρθηκαν το 1951 από τις εκδόσεις Ατλαντίς και δημιούργησαν τη δική τους παράδοση, με την παραγωγή πρωτότυπων ελληνικών τίτλων. Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα ήταν «εικαστικά μυθιστορήματα» avant la lettre. Το πρώτο νεοελληνικό λογοτεχνικό έργο που έγινε κόμικς στη σειρά ήταν ο Ερωτόκριτος του Κορνάρου (τχ. 120), που εκδόθηκε το 1955/6 – βλ. αναλυτικά Τ. Α. Καπλάνης, «Εικαστικές εκδοχές του Ερωτόκριτου: μια πρώτη διερεύνηση» στο: Τ. Α. Καπλάνης, Τ. Μαρκομιχελάκη, Σ. Σταυρακοπούλου (επιμ.), Ο «Ερωτόκριτος» του Β. Κορνάρου: ερευνητικές προτάσεις και προοπτικές, Γράφημα, 2017. Το ακολούθησε το 1958 η Θυσία του Αβραάμ (τχ. 125) και προς τα τέλη της δεκαετίας του 1960 και άλλα, όπως η Ερωφίλη του Χορτάτση (τχ. 275), ο Λουκής Λάρας του Βικέλα (τχ. 297) και η Βαβυλωνία του Βυζάντιου (τχ. 310).
Σήμερα υπάρχουν διάφορες σχετικές σειρές, λ.χ. η γαλλική Εx Libris ή η αγγλική Eye Classics, τίτλοι των οποίων μεταφέρονται σταθερά και στην Ελλάδα – αν και όχι αναγκαστικά με τη μορφή σειράς: λ.χ. οι εκδόσεις Γνώση έχουν εκδώσει, μεταξύ άλλων, τους Φόνους της οδού Μοργκ (2011) του Πόε από την Εx Libris και Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι  (2012) του Γουάιλντ από την Eye Classics, αλλά ο Δον Κιχώτης  (2015) του Θερβάντες της ίδιας σειράς κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Χαραμάδα.
Η σύγχρονη παραγωγή
Εξαρση στην παραγωγή εγχώριων πρωτότυπων τίτλων παρατηρείται τη δεκαετία του 2010: ξεκινώντας με την έκδοση-ορόσημο Παραρλάμα και άλλες ιστορίες του Δημοσθένη Βουτυρά (2011), οι Δημήτρης Βανέλλης  και Θανάσης Πέτρου  εκδίδουν το Γιούσουρι και άλλες φανταστικές ιστορίες (2012) των Καβάφη, Καρκαβίτσα, Καρυωτάκη, Ροδοκανάκη, Παπαδιαμάντη και Νικολαΐδη και τη Μεγάλη Βδομάδα του πρεζάκη (2015) του Καραγάτση, όλα από τις εκδόσεις Τόπος. Ακολουθούν η Πάπισσα Ιωάννα (ΚΨΜ, 2015) του Ροΐδη σε διασκευή-σχέδιο Λευτέρη Παπαθανάση, πάλι ο Ερωτόκριτος (Polaris, 2016) των Δημοσθένη Παπαμάρκου, Γιάννη Ράγκου, Γιώργου Γούση, Η κερένια κούκλα (Comicdom Press, 2017) του Χρηστομάνου από τους Ηλία Κατιρτζιγιανόγλου, Γιώργο Τσιαμάντα, πάλι η Πάπισσα Ιωάννα (The Athens Review of Books, 2018) από τον Δημήτρη Χαντζόπουλο και το Στα μυστικά του Βάλτου (Polaris, 2018) της Δέλτα από τους Γιάννη Ράγκο, Παναγιώτη Πανταζή. Είχε προηγηθεί το …καλά, εσύ σκοτώθηκες νωρίς (Polaris, 2013) του Μίσσιου, μετάφραση από το γαλλικό πρωτότυπο των Sylvain Ricard, Myrto Reiss, Daniel Casanave, και το πολύπτυχο Αϊβαλί (Κέδρος, 2014) του Soloup.
Από το ένα μέσο στο άλλο
Ολα αυτά τα έργα αποτελούν «διαμεσικές μεταφορές» και η συζήτηση για αυτές είναι μεγάλη και αγγίζει ποικίλα θεωρητικά ζητήματα που δεν μπορούν να αναλυθούν εδώ, όπως λ.χ. το ζήτημα της διασκευής (ποιος διασκευάζει τι, πώς, γιατί, πού, πότε και για ποιον) ή το ζήτημα του ποια ακριβώς είναι τα στοιχεία που μεταφέρονται (χαρακτήρες, πλοκή, επεισόδια, σκηνές, κ.ο.κ.) από το ένα μέσο στο άλλο, πόσα από αυτά τα στοιχεία είναι χαρακτηριστικά του μέσου (medium-specific) και, άρα, αδύνατον να μεταφερθούν αυτούσια χωρίς δραστική μεταποίηση/μεταμόρφωση, κ.ά. Εντελώς ενδεικτικά, ας αναφερθεί ότι, λόγω του μέσου, η αφήγηση στα κόμικς αναγκαστικά επιταχύνεται, καθώς καταργούνται οι «παύσεις» που υπάρχουν στη λογοτεχνία: οι περιγραφές (αντικειμένων, χώρων, προσώπων, κ.λπ.), όσο εκτενείς κι αν είναι, γίνονται εικόνες, που συνήθως χωράνε σε ένα καρέ. Το ίδιο συμβαίνει και με την απόδοση συναισθημάτων και αισθήσεων που μάλιστα εικονογραφούνται με τον ιδιαίτερο τρόπο της γλώσσας των κόμικς (λ.χ. απόδοση των οσμών με γραμμές, απόδοση των χτυπημάτων και του πόνου με αστεράκια, κ.ο.κ.).
Ενα κόμικς επίσης αναγκαστικά θα ερμηνεύσει προκειμένου να οπτικοποιήσει, υπακούοντας στη δική του οικονομία: θα περικόψει και θα συμπτύξει επεισόδια και σκηνές (όπως κάνουν με την κονταρομαχία του δεύτερου μέρους του Ερωτόκριτου και οι δύο διασκευές του σε κόμικς), θα μεταθέσει σε διαφορετικά σημεία, ακόμη και θα προσθέσει διαλόγους – κάποτε μετατρέποντας σε ομιλούντα πρόσωπα χαρακτήρες που δεν μιλάνε στο λογοτεχνικό έργο (όπως συμβαίνει με τη βασίλισσα Αρτέμη και στις δύο διασκευές του Ερωτόκριτου) – αλλά και φράσεις της δικής μας καθομιλουμένης. Ενα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα από το «Παραρλάμα»: ο Βουτυράς γράφει για τον Φάρμα: «Τη γυναίκα την είχε λησμονήσει και κανείς δαίμονας δεν καταδεχόταν να του τη φέρει στο νου για να τον πειράξει. Οταν κάποτε έβλεπε καμιά να έρχεται μέσα στο κατάστημα, την κοίταζε χάσκοντας, σαν παράξενο πράγμα που πρώτη φορά το έβλεπε. Οι τεχνίτες τον περίπαιζαν. Αυτός δεν απαντούσε ποτέ. Σχεδόν είχε χάσει την λαλιά του. Μόνο αισθανότανε μίσος, το μόνο ανθρώπινο που του έμενε. Δε γελούσε ποτέ, είχε απομάθει να γελά και κανείς ποτέ δεν τον είδε έστω και να χαμογελά». Ολο αυτό αποδίδεται στη διασκευή Βανέλλη-Πέτρου εικονογραφικά και με την προσθήκη της φράσης: «Τι έγινε, ρε Φάρμα; Σου σηκώνεται ακόμα; Είχες ξεχάσει πώς είναι, έτσι;» (βλ. το προτελευταίο καρέ στο σκίτσο κάτω αριστερά στη διπλανή σελίδα) – βλ. αναλυτικά Κυβέλη Γεωργίου, Λογοτεχνία και κόμικς: οι διασκευές νεοελληνικών λογοτεχνικών διηγημάτων του Δ. Βουτυρά από τους Θ. Πέτρου, Δ. Βανέλλη, Πανεπιστήμιο Κύπρου, 2016.
Τα κόμικς είναι λογοτεχνία;
Οι διαμεσικές μεταφορές όσο κι αν αυτοσυστήνονται ως πλήρεις – κάποτε αποσιωπώντας ακόμη και τα στοιχεία των διασκευαστ(ρι)ών (όπως συμβαίνει λ.χ. στο εξώφυλλο του Ερωτόκριτου των Κλασσικών Εικονογραφημένων) -, απομακρύνονται από το έργο-πηγή με ποικίλους τρόπους, άλλοτε αναγκαστικά, λόγω του μέσου, και άλλοτε ηθελημένα, βάσει της πρόσληψης του προτύπου/προσωπικής ανάγνωσης των δημιουργών. Οι απομακρύνσεις είναι απολύτως αναμενόμενες και παρόλο που οι διασκευές λογοτεχνικών έργων σε κόμικς κρίνονται και σε σχέση με το πρότυπό τους, οι αποτιμήσεις μας δεν μπορούν να περιορίζονται σε αυτό. Τα κόμικς δεν είναι λογοτεχνία και το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα που παράγουν συνδυάζοντας λόγο και εικόνα κρίνεται δικαιότερα όταν κρίνεται για αυτό που είναι, όχι για κάτι άλλο. Η χαρτογραφική ψηλάφιση που επιχειρήθηκε εδώ (δεν περιλαμβάνει αυτοεκδόσεις), αλλά και τα ορολογικά, θεωρητικά, γραμματολογικά ζητήματα που ακροθιγώς αναφέρθηκαν δείχνουν μερικές από τις κατευθύνσεις προς τις οποίες θα μπορούσε να στραφεί στο μέλλον η ελληνική ακαδημαϊκή έρευνα για τα κόμικς.
 
* Ο Τάσος Α. Καπλάνης είναι επίκουρος καθηγητής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.

ΤΟ ΒΗΜΑ επιλέγει

Graphic novels που αξίζει να αναζητήσετε

Ερωτόκριτος

Κείμενο Βιτσέντζος Κορνάρος.
Εκδόσεις Ατλαντίς, 1955/6.
Σειρά Κλασσικά Εικονογραφημένα
Τεύχος 120, σελ. 48

Τα Κλασσικά Εικονογραφημένα – ο «παππούς» του graphic novel – κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1950 από τις εκδόσεις Ατλαντίς των αδελφών Πεχλιβανίδη με πωλήσεις 200.000-300.000 αντιτύπων ανά τεύχος. Εκτός από τους μεταφρασμένους τίτλους, οι εκδότες δημοσιεύουν και πρωτότυπες ελληνικές δημιουργίες βασισμένες στην ελληνική μυθολογία, ιστορία και λογοτεχνία: Ο Θησέας και ο Μινώταυρος, Διγενής Ακρίτας, Ερωτόκριτος, Βασίλειος Βουλγαροκτόνος κ.ά. Εφέτος τα Public, σε συνεργασία με τα αμερικανικά Classics Illustrated, επανακυκλοφόρησαν οκτώ τεύχη της σειράς σε νέες μεταφράσεις του Γ.-Ι. Μπαμπασάκη, ωστόσο δεν έχουν προγραμματιστεί για το προσεχές μέλλον πρωτότυποι ελληνικοί τίτλοι ή επανέκδοση των παλαιών της Ατλαντίδος.

Παραρλάμα και άλλες ιστορίες του Δημοσθένη Βουτυρά

Διασκευή Δημήτρης Βανέλλης.
Εικονογράφηση Θανάσης Πέτρου.
Εκδόσεις Τόπος, 2011
σελ. 72, τιμή 10,90 ευρώ

Σκληρός ρεαλισμός στις λαϊκές γειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά, κοινωνικός θυμός, υπαρξιακή αγωνία, αλλά και ονειρική φαντασία, ελλειπτική έκφραση, ποιητική συμπύκνωση. Ενας σκοτεινός και οραματικός λογοτεχνικός λόγος που μοιάζει να «μεταφράζεται» ιδανικά στη γλώσσα του κόμικς. Τα ενδιαφέροντα διηγήματα του παραγωγικότατου Δημοσθένη Βουτυρά διασκεύασε ο Δημήτρης Βανέλλης και απέδωσε με σκίτσα ο Θεσσαλονικιός Θανάσης Πέτρου, που τύχαινε να συχνάζει εκεί στο μπαρ «Παραρλάμα». Αναπόφευκτα, η συνεργασία ήταν μοιραία. Προλογίζει ο Βάσιας Τσοκόπουλος, επιμελητής της έκδοσης των Απάντων του Βουτυρά – μια χειροθεσία στο δημιουργικό δίδυμο που θα διασκευάσει στη συνέχεια αρκετά νεοελληνικά λογοτεχνικά κείμενα σε κόμικς.

Ερωτόκριτος

Κείμενο Βιτσέντζος Κορνάρος.
Διασκευή Δημοσθένης Παπαμάρκος,Γιάννης Ράγκος.
Εικονογράφηση Γιώργος Γούσης.
Εκδόσεις Polaris, 2016
σελ. 88, τιμή 12 ευρώ

Ρηγάδες και ιππότες, έρωτες, δεσποσύνες και κονταροχτυπήματα. Το έμμετρο μυθιστόρημα του Κορνάρου ήταν προσφιλές ανάγνωσμα από τον 17ο αιώνα μέχρι και τον 20ό. Εδώ, οι συγγραφείς-διασκευαστές μπολιάζουν τους διαλόγους σε σύγχρονη γλώσσα με στίχους του Κορνάρου και ο σκιτσογράφος απεικονίζει με προσοχή την ιστορική περίοδο του κειμένου. Φορτωμένη με βραβεία στα Ελληνικά Βραβεία Κόμικς του 2017 (Καλύτερο κόμικ, Σενάριο, Σχέδιο, Εξώφυλλο, Καλλιτεχνική επιμέλεια), αυτή η διασκευή, την οποία οι δημιουργοί χαρακτηρίζουν «μεσογειακό fantasy», ταξινομώντας τη σε μια δημοφιλή κατηγορία των κόμικς, γνώρισε και μεγάλη εμπορική επιτυχία, με πωλήσεις που φτάνουν τις 9.000 αντίτυπα. Κυκλοφορεί και στα αγγλικά.

Η κερένια κούκλα

Εικονογραφημένο αθηναϊκό μυθιστόρημα
Κείμενο Κωνσταντίνος Χρηστομάνος.
Προσαρμογή Ηλίας Κατιρτζιγιανόγλου.
Εικονογράφηση Γιώργος Τσιαμάντας.
Εκδόσεις Comicdom Press, 2017
σελ. 128, τιμή 14 ευρώ

Ενα ερωτικό τρίγωνο σε μια λαϊκή συνοικία της Αθήνας. Ο Νίκος, η Βεργινία που «λιώνει σαν το κερί», η υπηρέτρια Λιόλια. Ποιας είναι το παιδί που γεννιέται, η κερένια κούκλα; Πρωτοδημοσιευμένο το 1908, το μυθιστόρημα του Χρηστομάνου ενέπνευσε θεατρικές, κινηματογραφικές και τηλεοπτικές διασκευές. Εδώ, οι σχεδόν «φωτογραφικές» περιγραφές αποδίδονται με ασπρόμαυρο σκίτσο που παραπέμπει σε γκραβούρα. Το «γκόθικ» υπερφυσικό στοιχείο του έργου, που προσιδιάζει σε θεματικές του κόμικς, είναι μια ένδειξη ότι το graphic novel, σε αυτή και σε άλλες περιπτώσεις, φλερτάρει πρώτα με τη λογοτεχνία που του πάει. Προλογίζει η νεοελληνίστρια και εκδότρια του έργου Αγγέλα Καστρινάκη.

Επιμέλεια αφιερώματος: Λαμπρινή Κουζέλη

Διαβάστε επίσης:

Το ελληνικό graphic novel

Το ελληνικό graphic novel – Στα κόμικς ο αναγνώστης συμμετέχει, στον κινηματογράφο είναι θεατής

Το ελληνικό graphic novel : Ενας σκιτσογράφος εξομολογείται

Το ελληνικό Graphic Novel: Διαδρομές στις αγορές των κόμικς