Ένα μαγνητικό καλώδιο που μπορεί να «συλλάβει» καρκινικά κύτταρα στην κυκλοφορία του αίματος ανοίγει νέους δρόμους στην πρώιμη ανίχνευση του καρκίνου, σύμφωνα με μελέτη ερευνητών της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Στάνφορντ.
Σαν τους μαγνήτες στο ψυγείο
Το καλώδιο που εισάγεται στον οργανισμό μέσω φλέβας έλκει ειδικά μαγνητικά νανοσωματίδια τα οποία είναι έτσι κατασκευασμένα ώστε να «κολλάνε» στα κύτταρα των όγκων τα οποία… περιφέρονται στην κυκλοφορία του αίματος έχοντας αποσπαστεί από κάποιον όγκο στο σώμα. Ουσιαστικώς το καλώδιο μαγνητίζει τα καρκινικά κύτταρα και τα απομακρύνει από την κυκλοφορία του αίματος χρησιμοποιώντας την ίδια δύναμη που κρατά τις οικογενειακές φωτογραφίες με χρήση μαγνήτη επάνω στο ψυγείο μας.
Η τεχνική που έχει μέχρι στιγμής εφαρμοστεί μόνο σε χοίρους έλκει 10-80 φορές περισσότερα καρκινικά κύτταρα σε σύγκριση με τις συμβατικές μεθόδους ανίχνευσης του καρκίνου που βασίζονται σε ανάλυση δείγματος αίματος. Υπόσχεται έτσι να αποτελέσει ένα ισχυρό «όπλο» για πιο έγκαιρη ανίχνευση της νόσου. Υπόσχεται επίσης να βοηθήσει στο μέλλον τους γιατρούς ώστε να αξιολογούν την απόκριση των ασθενών σε συγκεκριμένες θεραπείες: αν η θεραπεία είναι αποτελεσματική τα επίπεδα των καρκινικών κυττάρων στο αίμα πρέπει λογικά αρχικώς να ανέβουν καθώς τα κύτταρα πεθαίνουν και αποσπώνται από τον όγκο και στη συνέχεια να πέσουν καθώς ο όγκος συρρικνώνεται.
Ελπίδες για ευρεία χρήση
Προς το παρόν οι ερευνητές του Στάνφορντ με επικεφαλής τον Σαμ Γκάμπιρ, καθηγητή Ακτινολογίας και διευθυντή του Κέντρου Canary για την Πρώιμη Ανίχνευση του Καρκίνου στο Πανεπιστήμιο Στάνφορντ επικεντρώνονται στη χρήση του μαγνητικού καλωδίου σε ό,τι αφορά τον εντοπισμό του καρκίνου. Εκτιμούν όμως ότι η μέθοδος θα μπορεί να έχει πολύ ευρύτερη χρήση. «Θα μπορούσε να αποδειχθεί χρήσιμη σε οποιαδήποτε άλλη νόσο στην οποία κυκλοφορούν κύτταρα ή άλλα μόρια στο αίμα» ανέφερε ο καθηγητής Γκάμπιρ. «Για παράδειγμα, αν προσπαθεί κάποιος να ανιχνεύσει μια βακτηριακή λοίμωξη ή σπάνια κύτταρα που ευθύνονται για φλεγμονή, το καλώδιο και τα νανοσωματίδια μπορούν να ενισχύσουν το σήμα και να οδηγήσουν στον εντοπισμό της νόσου ή της λοίμωξης».
Η ανάγκη ανάπτυξης τεχνικών όπως αυτό το μαγνητικό καλώδιο έχει γεννηθεί εξαιτίας του ότι συχνά οι συμβατικές τεχνικές ανάλυσης του αίματος αποτυγχάνουν να ανιχνεύσουν τα καρκινικά κύτταρα. Όπως εξήγησε ο καθηγητής Γκάμπιρ τα κυκλοφορούντα κύτταρα των όγκων είναι σπάνια και μπορεί να μην περιέχονται καν στο δείγμα αίματος που συλλέγουν οι γιατροί από τους ασθενείς – αρκεί να σκεφτούμε ότι σε μια αιμοληψία λαμβάνονται μόνο λίγα ml αίματος όταν ο συνολικός όγκος του αίματος σε έναν ενήλικο είναι περίπου πέντε λίτρα. Ετσι το μαγνητικό καλώδιο κάνει τη διαφορά αφού… μαγνητίζει τα κύτταρα και τα παίρνει μαζί του.
Πώς όμως λειτουργεί το μαγνητικό καλώδιο; Εχει το μήκος περίπου του μικρού δαχτύλου του χεριού μας και το πάχος ενός συνδετήρα. Φέρει νανοσωματίδια που περιέχουν ένα αντίσωμα το οποίο προσδένεται στα κυκλοφορούντα στο αίμα κύτταρα των όγκων. Μόλις γίνει το «πάντρεμα» νανοσωματιδίου και καρκινικού κυττάρου, το κύτταρο σέρνει τον μικροσκοπικό μαγνήτη μαζί του και καθώς περνά μέσα από το καλώδιο κολλά επάνω του. Στη συνέχεια, όταν το καλώδιο αποσυρθεί από τη φλέβα οι ειδικοί το απογυμνώνουν από τα κύτταρα τα οποία και αναλύουν.
Πειράματα σε χοίρους
Τα μέχρι στιγμής πειράματα σε χοίρους της ομάδας του Στάνφορντ έδωσαν πολύ θετικά αποτελέσματα. Η συσκευή τοποθετήθηκε σε φλέβα κοντά στο αφτί των πειραματοζώων – η φλέβα αυτή μοιάζει πολύ με εκείνες που οι άνθρωποι έχουν στα χέρια. Σε σύγκριση με ένα δείγμα αίματος 5 ml το μαγνητικό καλώδιο «ψάρεψε» 10-80 φορές περισσότερα καρκινικά κύτταρα. «Εκτιμούμε ότι θα χρειάζονταν περί τα 80 φιαλίδια αίματος – περισσότερο από μισό λίτρο αίμα – για να συλλεχθεί δείγμα καρκινικών κυττάρων αντίστοιχο με αυτό που συλλέγει το καλώδιο σε 20 λεπτά. Ετσι ελπίζουμε ότι αυτή η προσέγγιση θα εμπλουτίσει την ικανότητα ανίχνευσης του καρκίνου και θα μας οδηγήσει σε μεγαλύτερη κατανόηση σχετικά με το πόσο σπάνια είναι τα κυκλοφορούντα κύτταρα των όγκων καθώς και το πόσο νωρίς εμφανίζονται στην κυκλοφορία του αίματος μετά την ανάπτυξη του όγκου κάπου στο σώμα» σημείωσε ο καθηγητής Γκάμπιρ.
Προσέθεσε ότι η τεχνική θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για τη συλλογή γενετικών πληροφοριών σχετικά με όγκους που βρίσκονται σε δύσκολα για βιοψία σημεία ή για την παροχή πληροφοριών σχετικά με την αποτελεσματικότητα των θεραπειών για τον καρκίνο. Ισως μάλιστα μελλοντικά το μαγνητικό καλώδιο θα μπορούσε να αποτελέσει το ίδιο θεραπεία. «Θα μπορούσαμε να εξετάσουμε την πιθανότητα να αφήνουμε το καλώδιο εντός του οργανισμού μακροπρόθεσμα. Ετσι θα λειτουργούσε ως φίλτρο που θα συνελάμβανε τα καρκινικά κύτταρα και θα τα απέτρεπε από το να εξαπλωθούν σε άλλα σημεία του σώματος».
Προς δοκιμές σε ανθρώπους
Η ερευνητική ομάδα σχεδιάζει τώρα τη δοκιμή της τεχνικής σε ανθρώπους. Για να το καταφέρει χρειάζεται να λάβει έγκριση για τα νανοσωματίδια που χρησιμοποιεί από την αρμόδια Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων (FDA) των ΗΠΑ. Σε αυτή τη φάση οι ερευνητές διεξάγουν μελέτες τοξικότητας σε ποντίκια επικεντρώνοντας την προσοχή τους στο τι συμβαίνει στα νανοσωματίδια που δεν προσδένονται σε καρκινικά κύτταρα. Μέχρι στιγμής δεν έχει εμφανιστεί κάποιο σημάδι τοξικότητας ενώ τα νανοσωματίδια που «ξεμένουν» εντός του σώματος διασπώνται μέσα σε λίγες εβδομάδες. Οι επιστήμονες του Στάνφορντ μελετούν και το ενδεχόμενο χρήσης νανοσωματιδίων που έχουν ήδη λάβει έγκριση από την FDA προσπαθώντας να τους κάνουν τις απαραίτητες μετατροπές για χρήση σε συνδυασμό με το καλώδιο. Αν η τεχνολογία αυτή λάβει τελικώς έγκριση για χρήση σε ανθρώπους ο στόχος είναι να αναπτυχθεί ένα «εργαλείο» πολλαπλών χρήσεων – πολύτιμο στη διάγνωση και στη θεραπεία του καρκίνου αλλά και στην αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των αντικαρκινικών θεραπειών.