Το βράδυ της περασμένης Τετάρτης, μετά το πέρας της πρώτης ημέρας της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ και το εντυπωσιακό δείπνο, οι ηγέτες των 28 συμμαχικών χωρών αποσύρθηκαν στα ξενοδοχεία τους σχετικά ήρεμοι. Οι προηγούμενες ώρες είχαν κυλήσει ομαλά και, παρά το αρχικό ξέσπασμα του Ντόναλντ Τραμπ στο πρόγευμα εργασίας εναντίον της Γερμανίας σχετικά με τις αμυντικές δαπάνες της και τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream II που τη συνδέει με τη Ρωσία μέσω Βαλτικής Θάλασσας, τα χειρότερα είχαν αποφευχθεί. Το δε κοινό ανακοινωθέν είχε δημοσιευθεί και οι Σύμμαχοι μπορούσαν να επιδείξουν την εικόνα ενότητας που επιθυμούσαν, παρά τις αναταράξεις.
Επίθεση κατά πάντων
Υπολόγιζαν, όπως φάνηκε, χωρίς τον… ξενοδόχο, δηλαδή τον 29ο σύμμαχο, ο οποίος επέστρεψε το πρωί της Πέμπτης 12 Ιουλίου με «άγριες διαθέσεις». Στην πρώτη συνεδρίαση, όπου το βασικό θέμα ήταν οι σχέσεις με την Ουκρανία και τη Γεωργία, ο Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε το μικρόφωνο. Αμέσως, όπως μετέφερε στο «Βήμα» αρμόδια νατοϊκή πηγή, «όλοι καταλάβαμε ότι δεν ήθελε πραγματικά να μιλήσει για την Ουκρανία». Είχαν δίκιο. Ο αμερικανός πρόεδρος αποφάσισε να εξαπολύσει μία από τις γνωστές επιθέσεις του κατά πάντων. Εχοντας ήδη από την προηγούμενη ημέρα ρίξει στο τραπέζι την ιδέα-βόμβα να συμφωνήσουν οι Σύμμαχοι σε αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 4% του ΑΕΠ ως το 2024 (από 2% που ήταν η σχετική απόφαση της Συνόδου Κορυφής της Ουαλίας το 2014), ο κ. Τραμπ προχώρησε ένα βήμα παραπέρα.
Με την κλασική λογική του παζαριού, ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών προειδοποίησε ότι αν ως τον Ιανουάριο του 2019 οι Σύμμαχοι δεν καταθέσουν σαφή σχέδια για το πώς θα επιτύχουν τον στόχο αύξησης των αμυντικών δαπανών τους τότε η Ουάσιγκτον «θα κάνει αυτό που νομίζει». Από τις αναφορές παρισταμένων δεν είναι απόλυτα σαφές αν ο αμερικανός πρόεδρος όντως απείλησε ευθέως ότι θα αποχωρήσει από το ΝΑΤΟ αν αυτό δεν γίνει. Συγκλίνουσες πληροφορίες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι χρησιμοποίησε τη φράση «we will do our own thing». Αυτό όμως ίσως έχει ελάχιστη σημασία. Ο κ. Τραμπ επετέθη ξανά με σφοδρότητα στην Ανγκελα Μέρκελ, με έναν τρόπο που δείχνει «διχασμένη προσωπικότητα», καθώς το προηγούμενο απόγευμα είχε αναφερθεί στην «καταπληκτική» σχέση των δύο χωρών και πριν από αυτό είχε και πάλι καταφερθεί εναντίον της! Την κατηγόρησε ότι προχωρεί στην κατασκευή του αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream II με τη Ρωσία, τον οποίο μάλιστα προωθεί ο προκάτοχός της Γκέρχαρντ Σρέντερ, ότι δεν συνεισφέρει (ούτε εκείνη ούτε οι υπόλοιποι σύμμαχοι) στη βοήθεια προς την Ουκρανία όπως πράττουν οι Ηνωμένες Πολιτείες.
Η απάντηση Μέρκελ
Σύμφωνα με αξιωματούχο με γνώση όσων έλαβαν χώρα στη συνεδρίαση, η κυρία Μέρκελ απάντησε ότι θα επιδιώξει να αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες στο 2% ως το 2024 (ο αρχικός γερμανικός στόχος είναι το 1,5%), αλλά τόσο εκείνη όσο και άλλοι ευρωπαίοι ηγέτες τόνισαν ότι η έγκριση των προϋπολογισμών οριστικοποιείται από τα κοινοβούλιά τους. Ο κ. Τραμπ επετέθη επίσης γενικότερα στη Συμμαχία για το κόστος του νέου αρχηγείου, το οποίο, όπως είπε, ανήλθε σε περίπου 1,5 δισ. δολάρια, ποσό υπερβολικό. Επισήμανε μάλιστα ότι γνωρίζει τον αρχιτέκτονα, διότι είναι ο ίδιος που σχεδίασε και κατασκεύασε τον Chicago Trump Tower. Θα μπορούσε δε εύκολα να καταστραφεί από μια βόμβα ή έναν πύραυλο που θα ρίξει ένα αεροσκάφος.
Ο Γενς Στόλτενμπεργκ υποχρεώθηκε να αναλάβει δράση. Οι πρόεδροι της Ουκρανίας και της Γεωργίας αποχώρησαν ώστε να μπορέσει να διεξαχθεί έκτακτη συνεδρίαση του Βορειοατλαντικού Συμβουλίου. Εκεί, ο κ. Τραμπ επέμεινε στην άποψή του για δικαιότερη κατανομή των βαρών, λέγοντας ότι οι Σύμμαχοι καθυστερούν πολύ στην αύξηση των δαπανών και ο χρονικός ορίζοντας του 2024 είναι πολύ μακρύς. Ωστόσο, συγκεκριμένες δεσμεύσεις δεν φέρεται να ανελήφθησαν. Υπήρξαν φυσικά και αντιδράσεις, όπως αυτή του πρωθυπουργού της Δανίας Λαρς Ράσμουσεν, ο οποίος, όπως σημείωνε νατοϊκή πηγή, είπε ευθέως στον κ. Τραμπ ότι η χώρα του έχει συνεισφέρει με πολλούς στρατιώτες στις επιχειρήσεις στο Αφγανιστάν, έχοντας και απώλειες. Ο Αλέξης Τσίπρας πάντως, μερικές ώρες αργότερα, δημοσίως δήλωσε ότι συμφωνεί με τη θέση του αμερικανού προέδρου αν και όχι με το ύφος με το οποίο τη διατύπωσε. Η Ελλάδα ήταν άλλωστε μία εκ των χωρών που ονομαστικά ανέφερε ο κ. Τραμπ ότι πληρούν το όριο του 2%…
Στη συνέντευξη Τύπου μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου, ο κ. Στόλτενμπεργκ είχε δυσκολία να απαντήσει αν και τι ακριβώς συμφωνήθηκε επί των αμυντικών δαπανών. Αναφέρθηκε στη «νέα αίσθηση του επείγοντος» που προέκυψε για την αύξηση των κονδυλίων, τονίζοντας την αποφασιστικότητα του κ. Τραμπ στο ζήτημα αυτό. Ανεξαρτήτως του τι συμφωνήθηκε, το θέμα βρίσκεται πλέον στο τραπέζι και με το βλέμμα στην επόμενη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Συμμαχίας τον επόμενο Δεκέμβριο θα κυριαρχήσει στο παρασκήνιο. Ο Λευκός Οίκος δεν μοιάζει διατεθειμένος να υποχωρήσει ούτε σπιθαμή.
Η «νέα παγκόσμια τάξη»
Θα ήταν λάθος να θεωρήσει κανείς μεμονωμένα όσα συνέβησαν μεταξύ του κ. Τραμπ και των ευρωπαίων συμμάχων του την Τετάρτη και την Πέμπτη στις Βρυξέλλες. Μπορεί ο αμερικανός πρόεδρος να ομιλεί χαοτικά (η συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε, πλαισιωμένος από τον υπουργό Εξωτερικών Μάικ Πομπέο και τον, πάντα βλοσυρό, σύμβουλο εθνικής ασφαλείας Τζον Μπόλτον, υπήρξε χαρακτηριστική), αλλά έχει πλέον διαμορφώσει ένα μοτίβο ρητορικής και πρακτικής από το οποίο δεν φαίνεται διατεθειμένος να μετακινηθεί. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ενταχθεί και η επιμονή Τραμπ να συναντηθεί με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν. Η συνάντηση αυτή, αύριο στο Ελσίνκι, αναμένεται με τεράστιο ενδιαφέρον. Ηδη, στο παρασκήνιο ακούγονται πολλά για τις επιδιώξεις των δύο ηγετών, καθώς και για αποφάσεις με ευρύτερη γεωπολιτική σημασία.
Εμπορικός πόλεμος
Νατοϊκοί αξιωματούχοι και ευρωπαίοι διπλωμάτες σημείωναν στο «Βήμα» ότι η στάση του αμερικανού προέδρου στο ΝΑΤΟ δεν μπορεί και δεν θα πρέπει να ιδωθεί χωριστά από όσα ο κ. Τραμπ επιδιώκει στο μέτωπο των εμπορικών δασμών που έχει ήδη επιβάλει και απειλεί να επιβάλει εναντίον των Ευρωπαίων, και ειδικότερα της Γερμανίας. Το θέμα του διαφαινόμενου ευρωατλαντικού εμπορικού πολέμου θα συζητηθεί κατά την επίσκεψη του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ στις 25 Ιουλίου στην Ουάσιγκτον που δεν αναμένεται ανέφελη. Ο κ. Τραμπ πάντως απέδωσε την επίσκεψη Γιούνκερ στην αποτελεσματικότητα της δικής του σκληρής τακτικής, μη αποκλείοντας δασμούς και στις ευρωπαϊκές αυτοκινητοβιομηχανίες.
Αυτή τη στιγμή πάντως η εμπιστοσύνη πολλών ευρωπαίων ηγετών προς το πρόσωπο του αμερικανού προέδρου έχει καταρρακωθεί. Ευρωπαίος αξιωματούχος έλεγε, διατηρώντας την ανωνυμία του, ότι «έχουμε προσπαθήσει να τον προσεγγίσουμε με διάφορους τρόπους, κυρίως κατευναστικά, αγνοώντας τις συνεχείς, ενίοτε προσβλητικές, επιθέσεις του μέσω Twitter ή άλλων δηλώσεων, όπως π.χ. ότι εκμεταλλευόμαστε την Αμερική, με αποτέλεσμα οι αμερικανοί αγρότες να χάνουν χρήματα. Δεν έχει λειτουργήσει τίποτε». Οσα συνέβησαν στη Σύνοδο Κορυφής του G7 στον Καναδά αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Μάλιστα, η κυρία Μέρκελ, ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν και η βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι είχαν συνάντηση προετοιμασίας προτού βρεθούν με τον κ. Τραμπ στον Καναδά, αλλά κρίνοντας εκ του αποτελέσματος δεν απέδωσε πολλά.
Η εντύπωση που έχει σχηματιστεί στο μυαλό πολλών ηγετών είναι ότι ο αμερικανός πρόεδρος δεν θα είχε πρόβλημα να δει την Ευρωπαϊκή Ενωση να διαλύεται. Οι δε επιθέσεις του στη Γερμανία βασίζονται στη μάλλον εμπεδωμένη άποψή του ότι η χώρα αυτή εκμεταλλεύεται επί χρόνια την αμερικανική αμυντική ομπρέλα, ώστε να δημιουργήσει ένα πλουσιοπάροχο σύστημα κοινωνικής πρόνοιας και να μπορεί να συγκεντρώνει τεράστια εμπορικά πλεονάσματα μέσω εξαγωγών, διευρύνοντας το εμπορικό έλλειμμα ΕΕ – ΗΠΑ. Κατά ορισμένους, δεν αποκλείεται ο κ. Τραμπ να επιθυμεί ακόμα και την απόσυρση της κυρίας Μέρκελ από τη γερμανική ηγεσία. Οι δε πρόσφατες δηλώσεις του αμερικανού πρεσβευτή στο Βερολίνο Ρίτσαρντ Γκρένελ ότι «θέλω οπωσδήποτε να ενισχύσω άλλους συντηρητικούς πολιτικούς στην Ευρώπη, άλλους ηγέτες» προκάλεσαν μεγάλη δυσφορία.
Την ίδια στιγμή ο πρώην «στρατηγιστής» του Τραμπ, ο Στιβ Μπάνον, ταξιδεύει ανά τη Γηραιά Ηπειρο προσπαθώντας να ενισχύσει τους ευρωπαίους λαϊκιστές και ευρωσκεπτικιστές, ενώ η αμερικανική κυβέρνηση καθυστερεί δραματικά να τοποθετήσει πρεσβευτές σε διάφορες χώρες ή σε οργανισμούς όπως ο ΟΑΣΕ. Ευρωπαίοι διπλωμάτες σημείωναν εσχάτως ότι η τοποθέτηση του Γουές Μίτσελ στη θέση του βοηθού υπουργού Εξωτερικών για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας ήταν μια θετική εξέλιξη. Ο κ. Μίτσελ εμφανίζεται να έχει τη θεωρητική κατάρτιση και να ομιλεί μια γλώσσα εύληπτη για τους ευρωπαίους συμμάχους. Πώς όμως μπορεί να είναι κανείς ήσυχος όταν ο αμερικανός πρόεδρος εμφανίζεται τόσο απρόβλεπτος; Στο πλαίσιο της άτυπης συνάντησης των «28» της ΕΕ στη Σόφια, όπου είχαν παράλληλα βρεθεί για τη Σύνοδο ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ντόναλντ Τουσκ είχε πει με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Το πραγματικό γεωπολιτικό πρόβλημα δεν είναι όταν έχεις έναν απρόβλεπτο αντίπαλο, εχθρό ή εταίρο, το πρόβλημα είναι όταν ο στενότερος φίλος σου είναι απρόβλεπτος».
Η σχέση με τον Πούτιν και οι φρούδες(;) ελπίδες των Ευρωπαίων
Το Ελσίνκι έχει τη δική του ιστορία σε ό,τι αφορά τις αμερικανορωσικές ή, καλύτερα, τις αμερικανοσοβιετικές σχέσεις. Ηταν εκεί που ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος και ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ είχαν συναντηθεί το 1990 και είχαν συζητήσει την ιρακινή εισβολή στο Κουβέιτ και τον τρόπο αντιμετώπισής της. Ωστόσο, με δεδομένο ότι ο κ. Τραμπ έχει αποφασίσει να συναντήσει εκεί τον κ. Πούτιν σε τετ α τετ, χωρίς συμβούλους στο δωμάτιο, καθιστά την κατάσταση «επικίνδυνη». Και τούτο διότι ο κατάλογος των θεμάτων είναι μακρύς και δύσκολος. Το Συριακό, ο έλεγχος εξοπλισμών και η κρίση στην Ουκρανία είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα στο τραπέζι, ενώ ουδείς μπορεί με ασφάλεια να πει αν ο κ. Τραμπ θα θέσει στον ρώσο ομόλογό του τη ρωσική ανάμειξη στις προεδρικές εκλογές του 2016 και τις ανησυχίες των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών ότι αυτό μπορεί να επαναληφθεί στις προσεχείς εκλογές για το Κογκρέσο.
Ο κ. Πούτιν θεωρείται δεινός διαπραγματευτής και δύο προκάτοχοι του κ. Τραμπ, ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος και ο Μπαράκ Ομπάμα, δεν κατάφεραν να τον… διαβάσουν, πόσω μάλλον να τον πείσουν. Ευρωπαίοι διπλωμάτες έλεγαν τις τελευταίες ημέρες ότι αυτό που τους ανησυχεί είναι μήπως ο αμερικανός πρόεδρος επιδιώξει να κάνει μια απευθείας συνεννόηση με τον ηγέτη του Κρεμλίνου αδιαφορώντας για τις δικές τους επιφυλάξεις. Σύμφωνα δε με πρόσφατο δημοσίευμα του έγκυρου αμερικανού δημοσιογράφου Ανταμ Εντους στο περιοδικό «The New Yorker», ο Λευκός Οίκος δέχεται ισχυρή επιρροή από το Ισραήλ, τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα ώστε ο κ. Τραμπ να επιδιώξει μια ανταλλαγή με τον κ. Πούτιν: να του προσφέρει την άρση των αμερικανικών κυρώσεων σχετικά με το Ουκρανικό και να ζητήσει από τον ρώσο πρόεδρο να πιέσει για την αποχώρηση των ιρανικών δυνάμεων από τη Συρία στο πλαίσιο της επίλυσης της σύγκρουσης. Αυτό θα επέτρεπε ενδεχομένως στον κ. Τραμπ να αποσύρει οριστικά τις αμερικανικές δυνάμεις από τη Συρία από τη στιγμή που το Ισλαμικό Κράτος έχει ηττηθεί.
Ορισμένοι Ευρωπαίοι τρέφουν τις, μάλλον φρούδες, ελπίδες ότι η εκλογή Τραμπ είναι ένα ιστορικό ατύχημα που θα περάσει και όλα θα γίνουν όπως πριν. Αυτός ίσως να αποδειχθεί ένας πολύ σοβαρός λάθος υπολογισμός. Υπάρχει προφανώς μεγάλη ενόχληση για τη διάλυση εκ μέρους του Ντόναλντ Τραμπ ορισμένων βασικών πυλώνων της πολυμερούς διεθνούς τάξης που αγαπούν οι Ευρωπαίοι (π.χ. η απόσυρση από τη Συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, η απόσυρση από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν ή η αποχώρηση από το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων). Για άλλους Ευρωπαίους όμως, το σκηνικό είναι πιο περίπλοκο. Σε μια εποχή επιστροφής του εθνικισμού και του λαϊκισμού, ίσως ο Τραμπ να μη συνιστά παροδικό φαινόμενο. «Ισως να είναι μια ευκαιρία να ξυπνήσουμε από ένα όνειρο» έλεγε σε μια στιγμή αφοπλιστικής ειλικρίνειας νατοϊκός αξιωματούχος ευρωπαϊκής χώρας, ρεμβάζοντας για λίγο στο προαύλιο του εντυπωσιακού νέου αρχηγείου της Συμμαχίας που συμβολίζει, (ακόμη;) τη χρυσή εποχή της ευρωατλαντικής συνεργασίας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ