Πού βρισκόμαστε και πού πάμε μετά την τυπική λήξη των μνημονίων και τη νέα περίοδο των τριμηνιαίων επί τόπου ελέγχων της τρόικας για την αυστηρή εφαρμογή των νέων δεσμεύσεων που έχει εγκρίνει η Βουλή και θα ισχύουν έως το 2060, αλλά χωρίς να θεωρούνται μνημόνιο; Σταχυολογώ σχετικά αξιοπρόσεκτα δεδομένα:
l Η Ελλάδα ήταν ήδη στον δρόμο προς την ανάκαμψη το 2014. Ωστόσο μια σύγκρουση μεταξύ κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ (υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης) και δανειστών διέλυσε το μεγαλύτερο μέρος της προόδου που είχε επιτευχθεί, για να επιστρέψει στον δρόμο της ανάκαμψης τρία χρόνια μετά («Νέα», 3/7). Η εφαρμογή των διπλών μέτρων της περιόδου 2019-20 (μείωση συντάξεων και αφορολογήτου ποσού) θα είναι ένα πολύ σημαντικό σήμα στις αγορές ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στον δρόμο των μεταρρυθμίσεων. Το ΔΝΤ έχει λάβει ισχυρές διαβεβαιώσεις της ελληνικής κυβέρνησης ότι τα συμφωνημένα μέτρα θα εφαρμοστούν. Οποιαδήποτε καθυστέρηση σε αυτές τις μεταρρυθμίσεις θα υπέσκαπτε σε σημαντικό βαθμό την αξιοπιστία των παραδοχών των μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους που έχει συμφωνηθεί (Πίτερ Ντόλμαν, εκπρόσωπος ΔΝΤ στην Αθήνα, «Το Βήμα», 1/7). Ωστόσο η χορωδία ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται ότι οι συντάξεις δεν θα κοπούν!
l Η μεγάλη και συνεχής αύξηση των φορολογικών συντελεστών στο εισόδημα, στην κατανάλωση, στα κέρδη των επιχειρήσεων και στην περιουσία είχαν αρνητικές επιπτώσεις στην αναπτυξιακή δυναμική και στη φορολογική δικαιοσύνη. Απαιτείται η υιοθέτηση μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής που να είναι φιλικότερο προς την ανάπτυξη. Ωστόσο η υπερβολική εξάρτηση από τους υψηλούς φορολογικούς συντελεστές συνιστά αντικίνητρο τόσο για την εργασία όσο και για τις επενδύσεις, ενώ παράλληλα ενθαρρύνει τη στροφή των δραστηριοτήτων προς την παραοικονομία και παρέχει κίνητρα για φοροδιαφυγή (διοικητής Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, «Τα Νέα», 3/7). Επιστρέψαμε σε μια παράδοξη μορφή δουλοπαροικίας όπου ο πολίτης δουλεύει σχεδόν 200 ημέρες για το κράτος και τις υπόλοιπες 135 για την οικογένειά του! (Μπάμπης Παπαδημητρίου, «Καθημερινή», 1/7). Ετσι δεν προκαλεί έκπληξη το ότι οι έλληνες πολίτες με τους οποίους συζήτησε ο ελβετός δημοσιογράφος της κρατικής ραδιοτηλεόρασης Φράνκο Μπατέλ του εξήγησαν πως δεν υπάρχει κανένα κίνητρο για τον ελεύθερο επαγγελματία να κόψει απόδειξη ούτε για τον πελάτη να ζητήσει («Καθημερινή», 1/7).
l Στην Ελλάδα παραμένουν σε ισχύ υπερβολικές γραφειοκρατικές ρυθμίσεις, που είναι τροχοπέδη για επενδύσεις. Το ίδιο ισχύει για την υπολειτουργούσα δημόσια διοίκηση, τον δυσθεώρητο κυκεώνα φορολογικών ρυθμίσεων και τη Δικαιοσύνη που χρειάζεται μια αιωνιότητα για να τελεσφορήσει μια υπόθεση. Στην τελευταία φάση της κρίσης προστέθηκαν οι υψηλοί φορολογικοί συντελεστές και δυσχέρεια πρόσβασης σε πιστώσεις λόγω των κόκκινων δανείων που έχουν οι τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους (Αλεξ Κρητικός, διευθυντής Ερευνών του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομίας DIW, «Τα Νέα», 7/7).
Δεν εκπλήσσει λοιπόν που 7 στις 10 επιχειρήσεις στην Ελλάδα θεωρούν ότι η εγχώρια γραφειοκρατία αποτελεί εμπόδιο στην ανάπτυξή τους («Τα Νέα», 5/7). Είναι συνεπώς εύλογο γιατί οι παραγωγικές επενδύσεις του ξένου κεφαλαίου αποφεύγουν την Ελλάδα ή προσέρχονται μόνο υπό συνθήκες που μπορούν να υποκρύπτουν συναλλαγή και διαφθορά. Αλλά χωρίς αναπτυξιακές επενδύσεις ματαιοπονούμε.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ