Ηταν Ιανουάριος του 2015 και η νέα κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα δεν είχε καλά-καλά ορκισθεί όταν ο Νίκος Κοτζιάς παρευρέθηκε στο έκτακτο συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ στις Βρυξέλλες στη συζήτηση για την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία, μετά την κατάληψη της Κριμαίας. Η αρνητική τότε στάση του είχε προκαλέσει τη δικαιολογημένη οργή όλων των υπολοίπων. Λίγο αργότερα ο Παναγιώτης Λαφαζάνης ταξίδευε στη Μόσχα για να ζητήσει οικονομική βοήθεια από τον πρόεδρο Πούτιν και η απάντηση ήταν να προχωρήσουμε στη συμφωνία με τους εταίρους μας, πράγμα που δεν κάναμε, με τα γνωστά τραγικά επακόλουθα της εποχής Βαρουφάκη, που ακόμα πληρώνουμε. Σήμερα προχωρούμε στην απέλαση ρώσων διπλωμάτων για τον ύποπτο ρόλο τους στην υπόθεση του Μακεδονικού. Ετσι, μετά το γνωστό «Go back, κυρία Μέρκελ», δεν αποκλείεται να αναφωνήσουμε και το «Go back, κύριε Πούτιν»!
Λίγο απίθανο βέβαια, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. Αυτό που ξέρουμε με βεβαιότητα όμως είναι ότι περάσαμε από την εποχή του «Go back, κυρία Μέρκελ» στην εποχή του «Come back, κυρία Μέρκελ» με την υπογραφή της συμφωνίας για την επιστροφή των προσφύγων από τη Γερμανία στην Ελλάδα. Πέρα όμως από αυτά τα ευτράπελα δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το θέμα της απέλασης των ρώσων διπλωμάτων αποτελεί μια εξαιρετικά σοβαρή ενέργεια και έρχεται να προστεθεί στη στροφή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία εγκαταλείποντας το αρχικό φλερτ με τη Μόσχα που ουδέν απέδωσε, έχει τώρα αγκιστρωθεί στο άρμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ελπίζοντας να επωφεληθεί από τη γνωστή αμερικανοτουρκική διένεξη. Αλλο τώρα αν οι Αμερικανοί δεν πρόκειται ποτέ να διακόψουν τις προνομιακές σχέσεις τους με την Τουρκία, λόγω της μοναδικής γεωστρατηγικής θέσης που κατέχει η χώρα αυτή, ενώ και ο απρόβλεπτος Ντόναλντ Τραμπ περιφρονώντας, όπως ξεκάθαρα φάνηκε αυτή την εβδομάδα, τους ευρωπαίους συμμάχους του συναντάται αύριο με τον Βλαντίμιρ Πούτιν.
Η ρωσική ανάμειξη στα Βαλκάνια είναι γνωστή από καιρό και έχει ως στόχο να αποτρέψει την ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στο ΝΑΤΟ και στην ΕΕ. Δεν είναι όμως η μόνη ξένη ανάμειξη στην πολύπαθη αυτή περιοχή, καθώς η Τουρκία επιδιώκει τον προσεταιρισμό των μουσουλμανικών πληθυσμών, στην προσπάθεια ολοκλήρωσης των νεοοθωμανικών ονείρων του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενώ και η Κίνα, στο πλαίσιο της γενικότερης παγκόσμιας πολιτικής της για την άσκηση οικονομικής κυρίως επιρροής, δραστηριοποιείται ιδιαίτερα έντονα. Ολα αυτά βέβαια δεν θα συνέβαιναν αν είχε ήδη κλείσει η λεγόμενη «Μαύρη Τρύπα» της Ευρώπης και αν η χώρα μας δεν είχε αργήσει να προχωρήσει στη διευθέτηση του λεγόμενου Μακεδονικού, ώστε να μπορέσει εγκαίρως να τεθεί επικεφαλής αυτής της προσπάθειας, από την οποία μόνον θετικά οφέλη θα είχε αποκομίσει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ