Την πατάμε, ξαπλώνουμε επάνω της, χτίζουμε με αυτήν πύργους και, ακόμα και όταν την παίρνει το κύμα ή την τινάζουμε από τα πόδια μας, η ψευδαίσθηση του απείρου δεν φεύγει από το μυαλό μας. Νομίζουμε ότι η άμμος είναι εδώ για να μείνει, ότι θα είναι για πάντα δίπλα μας και ότι δεν θα τελειώσει ποτέ. Να όμως που τα γεγονότα έρχονται να μας προσγειώσουν και να μας βγάλουν από την πλάνη μας, υπενθυμίζοντάς μας ότι δεν είναι και αυτή παρά ένας ακόμα πεπερασμένος πόρος αυτού του πλανήτη. Η απειλή είναι πλέον ορατή: αν συνεχίσουμε να την εκμεταλλευόμαστε αλόγιστα, με τον ρυθμό που το κάνουμε τώρα, κινδυνεύουμε να τη δούμε σύντομα να ξεγλιστράει για τα καλά μέσα από τα χέρια μας. Η απουσία της δεν θα έχει μόνο τεράστιες συνέπειες για το περιβάλλον και τα οικοσυστήματα των παραθαλάσσιων και παραποτάμιων περιοχών. Οπως δείχνουν οι μελέτες που έχουν αρχίσει πλέον να γίνονται συστηματικά, θα θέσει σε κίνδυνο τη γη, τις σοδειές και τα σπίτια μας, ενδεχομένως και την υγεία μας.

Αμμοφάγος «πολιτισμός»

Το πρόβλημα της εξαφάνισης της άμμου δεν είναι καινούργιο. Εχει αρχίσει να γίνεται αισθητό τις τελευταίες δεκαετίες σε τοπικό επίπεδο –και εδώ, στη χώρα μας. Αιτία, ο αδηφάγος πολιτισμός μας, του οποίου η άμμος αποτελεί θεμέλιο με όλη τη σημασία της λέξης: μας είναι απαραίτητη για να κατασκευάσουμε μπετόν, άσφαλτο, τούβλα και άλλα οικοδομικά υλικά, για να φτιάξουμε γυαλί, για να τροφοδοτήσουμε τη βιομηχανία των ηλεκτρονικών με μικροτσίπς. Οι χρήσεις της δεν σταματούν εδώ, όμως ο τομέας που απορροφά τις μεγαλύτερες ποσότητες είναι ο κατασκευαστικός. Και αυτός τις τελευταίες δεκαετίες γίνεται ολοένα και πιο απαιτητικός.
Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, στην εποχή μας οι πόλεις αυξάνονται και επεκτείνονται σε μεγαλύτερη κλίμακα και με ταχύτερο ρυθμό από οποιαδήποτε άλλη περίοδο στην ανθρώπινη ιστορία. Ο πληθυσμός του πλανήτη που ζει σε αστικές περιοχές έχει υπερπενταπλασιαστεί, φθάνοντας από 746 εκατομμύρια τη δεκαετία του 1950 σε πάνω από 3,9 δισεκατομμύρια τη δεκαετία που διανύουμε, ενώ άλλα 2,5 δισεκατομμύρια αναμένεται να προστεθούν τις επόμενες τρεις δεκαετίες. Η τάση είναι ιδιαίτερα εμφανής στις αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Αφρικής, οι οποίες γνωρίζουν μια πραγματική έκρηξη αστικοποίησης και ανοικοδόμησης. Η Κίνα χτίζει δρόμους, γέφυρες και μεγαλουπόλεις φθάνοντας να καταναλώσει από το 2011 ως το 2013 περισσότερο τσιμέντο από ό,τι οι Ηνωμένες Πολιτείες σε ολόκληρο τον 20ό αιώνα: μόνο στη Σανγκάη από το 2000 έχουν χτιστεί 7 εκατομμύρια νέες κατοικίες και την τελευταία δεκαετία η πόλη έχει φθάσει να φιλοξενεί 23 εκατομμύρια κατοίκους και να διαθέτει περισσότερους ουρανοξύστες από τη Νέα Υόρκη. Πλούσιες χώρες όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα υψώνουν κτίρια και φτιάχνουν τεχνητά νησιά, ενώ η Σιγκαπούρη έχει επεκτείνει τα εδάφη της κατά 20% μπαζώνοντας τις ακτές της με ρυθμό που την καθιστά τον μεγαλύτερο εισαγωγέα άμμου στον κόσμο. Για να «ταΐσουν» την ασιατική οικοδομική μανία, οι εξαγωγικές χώρες της περιοχής βλέπουν κυριολεκτικά τη γη να φεύγει κάτω από τα πόδια τους: η Ινδονησία έχασε πάνω από 24 μικρά νησάκια από τις εντατικές –και παράνομες –αμμοληψίες, ενώ το Βιετνάμ πρόσφατα ανακοίνωσε ότι το 2020 θα ξεμείνει εντελώς από άμμο.

«Αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, η άμμος και το χαλίκι είναι τα υλικά που εξάγονται περισσότερο από το έδαφος σε όλον τον κόσμο» λέει στο «Βήμα» η Αουρόρα Τόρες από το Γερμανικό Κέντρο Συνθετικών Ερευνών για τη Βιοποικιλότητα (iDiv) του Πανεπιστημίου της Λειψίας στη Γερμανία, η οποία συνυπογράφει, ως συντονίστρια διεθνούς ομάδας επιστημόνων, ένα άρθρο το οποίο κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για την επικείμενη έλλειψη της άμμου από τον πλανήτη. Η δημοσίευση, το περασμένο φθινόπωρο στην επιθεώρηση «Science», θεωρείται η πρώτη που βάζει στον επιστημονικό χάρτη το πρόβλημα της άμμου σε παγκόσμιο επίπεδο, προειδοποιώντας ότι η άμμος απειλείται από μια «τραγωδία των κοινών»: ακριβώς επειδή είναι ένας πόρος ανοιχτός και προσιτός σε όλους, τον εκμεταλλευόμαστε ανεξέλεγκτα και, αν δεν ληφθούν μέτρα, κινδυνεύουμε να τον εξαντλήσουμε.

Ανεπαρκή στοιχεία

Οπως μας λέει η ερευνήτρια, στις περισσότερες χώρες του πλανήτη η καταγραφή των αμμοληψιών είναι ανεπαρκής ή και ανύπαρκτη, ενώ παράλληλα παντού, σε μεγαλύτερο ή σε μικρότερο βαθμό, γίνονται και παράνομα. «Για τον λόγο αυτόν δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε τη συνολική ποσότητα που εξάγεται από τα αποθέματα, όπως επίσης δεν γνωρίζουμε την ποσότητα της άμμου που δημιουργείται ξανά» εξηγεί.«Εκείνο όμως που μπορούμε να πούμε πλέον με βεβαιότητα είναι ότι η άμμος δεν είναι ένας ανανεώσιμος πόρος. Και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στις ολοένα και περισσότερες περιοχές όπου η άμμος λιγοστεύει ή ακόμα και καταλήγει να γίνεται ανεπαρκής πόρος» τονίζει.
Παρά το γεγονός ότι, λόγω της ανεπαρκούς καταγραφής, τα νούμερα που παρουσιάζονται είναι πολύ χαμηλότερα από τα πραγματικά, οι επιστήμονες αρχίζουν να αποκτούν μια εικόνα σχετικά με τις αιτίες που δημιουργούν την ολοένα και αυξανόμενη διεθνώς ζήτηση της άμμου. Το μεγαλύτερο μέρος των ποσοτήτων που εξάγονται από το έδαφος διοχετεύεται, όπως προαναφέραμε, στον κατασκευαστικό τομέα, χωρίς όμως οι χρήσεις της να εξαντλούνται εκεί. «Ο κατασκευαστικός τομέας είναι μάλλον η κύρια αιτία πίσω από την τεράστια αύξηση της ζήτησης που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια» λέει η κυρία Τόρες. «Η άμμος όμως χρησιμοποιείται και για εγγειοβελτιωτικά έργα, τα οποία γίνονται όλο και περισσότερο δημοφιλή σε πολλές περιοχές του πλανήτη επειδή έχουμε επίσης αρχίσει να χρειαζόμαστε περισσότερο έδαφος, εύφορο έδαφος, και για την επέκταση των εδαφών, όπως γίνεται π.χ. στη Σιγκαπούρη, χρησιμοποιούνται τεράστιες ποσότητες τσιμέντου, το οποίο φτιάχνεται από άμμο».

Ο κύκλος της διάβρωσης

Μια άλλη σημαντική χρήση της είναι για την αντιμετώπιση της διάβρωσης των ακτών, η οποία, σε έναν φαύλο κύκλο, εντείνεται μεταξύ άλλων και από τις αμμοληψίες. «Η ανάγκη για την αντιμετώπιση της διάβρωσης των ακτών και την επανατροφοδότηση των παραλιών με άμμο θα γίνεται όλο και μεγαλύτερη στο μέλλον και θεωρούμε ότι και εδώ θα αρχίσουν να απορροφώνται μεγάλες ποσότητες» επισημαίνει η ερευνήτρια, προσθέτοντας ότι ένας ακόμη τομέας που αρχίζει να γίνεται ολοένα και πιο απαιτητικός είναι ο ενεργειακός. «Διαπιστώσαμε επίσης ότι και για την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων, ιδιαίτερα με τη μέθοδο της υδραυλικής ρωγμάτωσης (fracking), απαιτούνται τεράστιες ποσότητες άμμου» λέει. «Αυτό έχει αρχίσει να αποτελεί μεγάλο ζήτημα στις Ηνωμένες Πολιτείες, επειδή οι αγροτικές κοινότητες όπου γίνονται αμμοληψίες για την εξόρυξη ορυκτών καυσίμων έχουν αρχίσει να διαμαρτύρονται, καθώς βλέπουν τη γη τους να αλλάζει πολύ γρήγορα και φοβούνται τις συνέπειες για το περιβάλλον και την υγεία». Ηδη, λόγω των διαμαρτυριών των κατοίκων του Κόλπου του Σαν Φρανσίσκο οι οποίοι έβλεπαν την παραλία να αδειάζει επικίνδυνα, οι αμερικανικές αρχές απαγόρευσαν την εξόρυξη άμμου από την ακτή της Μαρίνα, την τελευταία όπου επιτρέπονταν οι αμμοληψίες στην περιοχή. Τώρα η Καλιφόρνια, η οποία αντιμετωπίζει τεράστιο πρόβλημα διάβρωσης ειδικά στον Κόλπο του Σαν Φρανσίσκο, εισάγει άμμο από τον Καναδά για να ανατροφοδοτήσει τις παραλίες της.
Η εξαφάνιση των παράλιων δεν είναι η μοναδική επίπτωση που μπορεί να έχει η εντατική εξόρυξη της άμμου και η ενδεχόμενη έλλειψή της. Οι σχετικές επιστημονικές μελέτες έχουν αρχίσει να γίνονται τα τελευταία χρόνια και αναδεικνύουν ακόμα και απρόσμενα προβλήματα. «Η εξόρυξη της άμμου, ιδιαίτερα όταν γίνεται με ελλιπή σχεδιασμό και έλεγχο όπως συμβαίνει σήμερα σε πολλές περιοχές της Νοτιοανατολικής Ασίας και της Αφρικής, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την οικολογική ακεραιότητα των συστημάτων των παράκτιων περιοχών» αναφέρει η επιστήμονας. «Αυτό συμβαίνει κυρίως μέσω τριών μηχανισμών. Κατ’ αρχάς η εξαγωγή της άμμου από τον βυθό της θάλασσας ή της κοίτης των ποταμών καταστρέφει τις βενθικές κοινότητες, όπως π.χ. τα λιβάδια των φυκών και τους άλλους οργανισμούς που ζουν στον βυθό. Επίσης αυξάνει την αιώρηση ιζημάτων, αυξάνοντας έτσι τη θολερότητα του νερού και μειώνοντας το φως που εισχωρεί. Ως αποτέλεσμα, κάποια ζώα δεν μπορούν να δουν μακριά μέσα στο νερό, ενώ για οργανισμούς όπως τα φύκη και τα κοράλλια οι συνέπειες είναι σοβαρότερες, γιατί δυσκολεύονται να φωτοσυνθέσουν. Τέλος, έχουμε τη συνέπεια που αναφέρεται και περισσότερο, την αύξηση της διάβρωσης των παράκτιων και των παρόχθιων περιοχών, οι οποίες έτσι γίνονται πιο ευάλωτες στις πλημμύρες και στα τσουνάμι».

Συνέπειες τσουνάμι

Για του λόγου το αληθές, μελέτη που έγινε από επιστήμονες σε συνεργασία με τις Αρχές στη Σρι Λάνκα έδειξε ότι οι συνέπειες από το τσουνάμι που έπληξε τον Ινδικό Ωκεανό τον Δεκέμβριο του 2004 ήταν πολύ πιο καταστρεπτικές για τη χώρα εξαιτίας της αποδυνάμωσης των ακτών από τις εντατικές αμμοληψίες. «Η ειρωνεία είναι ότι μετά το τσουνάμι οι ανάγκες για άμμο έγιναν ακόμα μεγαλύτερες από πριν, γιατί έπρεπε να ξαναφτιάξουν τις υποδομές και να αποκαταστήσουν τις ακτές» λέει η κυρία Τόρες. «Εξακολουθούν να έχουν μεγάλες ανάγκες, αλλά πλέον καταβάλλουν τεράστια προσπάθεια ώστε η άμμος να εξορύσσεται με βιώσιμο τρόπο. Είναι μια μεγάλη πρόκληση για αυτούς». Στη γειτονική Ινδία οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι οι εκτός ελέγχου αμμοληψίες από τις όχθες του ποταμού Βραχμαπούτρα δυσκολεύουν ακόμα περισσότερο την επιβίωση των δελφινιών του Γάγγη, ενός από τα πλέον κινδυνεύοντα είδη θηλαστικών του γλυκού νερού στον πλανήτη. Αλλη μελέτη που έγινε στη Βραζιλία έδειξε ότι η εξόρυξη άμμου έχει υποβαθμίσει ανησυχητικά τα έλη όπου ζει ένα άλλο σπάνιο και κινδυνεύον είδος, το πτηνό αντουρέν του Παρανά που ανακαλύφθηκε πριν από μόλις πέντε χρόνια. Στην Ινδονησία, εκτός από την εξαφάνιση νησιών, οι εντατικές αμμοληψίες έχουν βλάψει σοβαρά και τα κοράλλια.
Η ανεξέλεγκτη αφαίρεση άμμου από τις ακτές μπορεί επίσης να ανοίξει διόδους που επιτρέπουν στο θαλασσινό νερό να εισχωρήσει στη στεριά και να επηρεάσει τις καλλιέργειες και την ποιότητα του πόσιμου νερού. Στο δέλτα του Μεκόνγκ στο Βιετνάμ, μια από τις σημαντικότερες και μεγαλύτερες περιοχές παραγωγής τροφίμων στη Νοτιοανατολική Ασία, η εισχώρηση αλμυρού νερού κατά τη διάρκεια των ξηρών εποχών δημιουργεί προβλήματα στο νερό που τροφοδοτεί τα σπίτια και «αλατίζει» τα εδάφη των καλλιεργειών καταστρέφοντας τις σοδειές. Ανάλογα προβλήματα στο πόσιμο νερό και στις σοδειές της ινδικής καρύδας, του καουτσούκ και του τσαγιού έχουν παρατηρηθεί και στη Σρι Λάνκα. Αν και οι άμεσες επιπτώσεις της ελάττωσης της άμμου στην ανθρώπινη υγεία δεν έχουν μελετηθεί ακόμη, μια ομάδα επιστημόνων εντόπισε μια πηγή ανησυχίας στο Ιράν: η εξόρυξη άμμου από τις όχθες των ποταμών και τις κοίτες των χειμάρρων σε κάποιες περιοχές έχει δημιουργήσει μεγάλους «λάκκους» με λιμνάζοντα νερά όπου συγκεντρώνονται κουνούπια, με αποτέλεσμα να παρατηρείται έξαρση της ελονοσίας.
Ο ρυθμός της δημιουργίας της άμμου, όπως διαπίστωσαν οι επιστήμονες, διαφέρει από περιοχή σε περιοχή ανάλογα με τις συνθήκες, όμως σε κάθε περίπτωση είναι πολύ αργός –μπορεί να χρειαστούν εκατονταετίες ή ακόμα και χιλιετίες. Τι μπορούμε να κάνουμε για να αποφύγουμε τα χειρότερα; «Βρισκόμαστε ακόμη σε ένα πολύ πρώιμο στάδιο κατανόησης αυτού του τόσο σύνθετου ζητήματος, των παραγόντων που εμπλέκονται και των επιπτώσεων που μπορεί να προκύψουν» απαντά η κυρία Τόρες. «Προς το παρόν βλέπουμε ξεκάθαρα τρεις οδούς δράσης: πρέπει να μειώσουμε τις ανάγκες μας, να εφαρμόσουμε περισσότερο βιώσιμες και αποτελεσματικές στρατηγικές εξόρυξης και να βρούμε βιώσιμες εναλλακτικές». Αυτή τη στιγμή, προσθέτει, πολλές ερευνητικές ομάδες προσπαθούν να ανακαλύψουν άλλα υλικά τα οποία μπορούν να αντικαταστήσουν την άμμο στην παραγωγή του τσιμέντου.

«Για παράδειγμα, μια εναλλακτική, την οποία και ενθαρρύνουμε, είναι η ανακύκλωση των οικοδομικών υλικών από παλιά κτίρια που κατεδαφίζονται» αναφέρει. «Επίσης μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε πλαστικό, να το ανακυκλώσουμε αντικαθιστώντας με αυτό μέρος της άμμου στο μείγμα του τσιμέντου. Αυτό έχει εφαρμοστεί στην Ινδία, η οποία είναι μία από τις χώρες με τη μεγαλύτερη ζήτηση άμμου». Προς το παρόν ωστόσο, επισημαίνει, οι περισσότερες εναλλακτικές που προτείνονται έχουν μεγαλύτερο κόστος ή επιβαρύνουν το περιβάλλον με περισσότερες εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Ως αποτέλεσμα, η ανάγκη παραμένει επιτακτική. «Το πρόβλημα είναι πολύπλοκο» αναγνωρίζει. «Πρέπει πραγματικά να βρούμε μια εναλλακτική η οποία δεν θα προκαλεί περισσότερες αρνητικές επιπτώσεις από ό,τι η ίδια η εξαγωγή της άμμου».

Το ελληνικό πρόβλημα

Αν και απέχει πολύ από την απελπιστική κατάσταση του Βιετνάμ και άλλων περιοχών του πλανήτη, η χώρα μας δεν ξεφεύγει από την απειλή της άμμου.
«Στην Ελλάδα έχουμε σχεδόν σε όλες τις παραλίες πρόβλημα διάβρωσης, ή καλύτερα έλλειψης άμμου» λέει στο «Βήμα» ο Χρήστος Αναγνώστου, διευθυντής Ερευνών στο Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), ο οποίος εδώ και περισσότερα από 35 χρόνια μελετά τη δυναμική των ακτών. Τα βασικά αίτια, όπως εξηγεί, είναι ανθρωπογενή και οφείλονται σε ποικίλες λανθασμένες παρεμβάσεις πριν και μετά την εμφάνιση του προβλήματος.
«Κατ’ αρχάς έχουμε παρέμβει στους τροφοδότες, που είναι τα ποτάμια μας, είτε έχουμε κάνει φράγματα είτε έχουμε πάρει την άμμο για να φτιάξουμε δρόμους και για να χτίσουμε» τονίζει. «Ετσι έχει σταματήσει η φλέβα που τροφοδοτούσε τις παραλίες μας και αυτό έχει συμβεί σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, ακόμα και στα νησιά. Και μετά, αφού από αυτό το σοβαρό αίτιο τροφοδοσίας ανακύπτουν τα πρώτα προβλήματα, αρχίζει ο καθένας και οχυρώνει την παραλία με έργα αντιμετωπίζοντάς την έλλειψη της άμμου σημειακά, αφήνοντας τη διάβρωση να συνεχίζεται από τη μία και από την άλλη πλευρά. Ως αποτέλεσμα, όλες μας οι παραλίες, σε όλη τη χώρα, έχουν πρόβλημα διάβρωσης»
Ο γεωλόγος πραγματικά μάς ταξιδεύει σε όλη την Ελλάδα, αναφέροντας σοβαρά προβλήματα στα νησιά, ιδιαίτερα στη Βόρεια Κρήτη και στη Ρόδο, στην Πελοπόννησο, στον Κορινθιακό, στον Κυπαρισσιακό, στον Μεσσηνιακό και στον Λακωνικό Κόλπο, στη Βόρεια Ελλάδα, στον Στρυμονικό Κόλπο, στις ακτές κοντά στην Καβάλα… Οπως υπογραμμίζει, ο «κατάλογος» είναι απλώς ενδεικτικός. Εξίσου εκτεταμένα είναι τα προβλήματα και στους τροφοδότες ποταμούς. «Το πρόβλημα της μείωσης των αποθεμάτων αμμοχάλικου από τις κοίτες και τις εκβολές ποταμών στην Ελλάδα συνδέεται με την παρουσία μεγάλου αριθμού φραγμάτων, τη διαχρονική μείωση της παροχής των ποταμών και τις εκτεταμένες αμμοχαλικοληψίες από ποτάμιες κοίτες» λέει στο «Βήμα» ο Νίκος Σκουλικίδης, διευθυντής Ερευνών στο ΕΛΚΕΘΕ, ο οποίος έχει κάνει σχετικές παρατηρήσεις στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος παρακολούθησης των ποταμών της χώρας.
Οπως αναφέρει ο ερευνητής, στα περισσότερα μεγάλα ποτάμια της χώρας και στους παραποτάμους τους έχουν κατασκευαστεί φράγματα, στα οποία παγιδεύεται πάνω από το 80% των ιζημάτων που μεταφέρουν. «Από τα μεγάλα ποτάμια μόνον ο Αξιός, ο Πηνειός, ο Σπερχειός και ο Ευρώτας ρέουν ελεύθερα κατά μήκος του κύριου ρου τους» τονίζει. «Την τελευταία 50ετία η παροχή των μεγάλων ποταμών της χώρας έχει μειωθεί δραματικά, με αποτέλεσμα την αντίστοιχη μείωση και των φορτίων ιζημάτων που μεταφέρονται μέσω των ποταμών προς τις ακτές».
Εκτός από τα φράγματα και την ελάττωση των ποτάμιων απορροών, την κατάσταση έρχονται να επιβαρύνουν και οι εκτεταμένες αμμοληψίες δημιουργώντας εμφανή προβλήματα στο δέλτα πολλών ποταμών. «Εχει προβλεφθεί ότι, εξαιτίας του συνδυασμού όλων των παραπάνω, στο δελταϊκό πεδίο του Αχελώου οι αμμώδεις ακτές και οι αμμονησίδες θα διαβρωθούν σταδιακά, ενώ στις παράκτιες λιμνοθάλασσες θα διεισδύσει η θάλασσα» επισημαίνει ο κ. Σκουλικίδης, προσθέτοντας ότι η ανεξέλεγκτη αμμοχαλικοληψία έχει επίσης εμφανείς επιπτώσεις στον κάτω ρου του Αλφειού, του Κράθη, του Εύηνου, του Σπερχειού, του Ευρώτα, του Αξιού και του Στρυμόνα.

Υπάρχουν λύσεις

Μπορούμε να αναστρέψουμε τα προβλήματα διάβρωσης που παρατηρούνται στις ακτές μας; «Η λύση είναι μία, να προσαρμοστούμε με τη λειτουργία της φύσης, να την αφήσουμε να δουλέψει χωρίς μεγάλα έργα και εκεί που την έχουμε καταστρέψει να την αιμοδοτήσουμε» απαντά ο κ. Αναγνώστου. «Να την τροφοδοτήσουμε δηλαδή εμείς με αμμώδη συστατικά, τα κατάλληλα αμμώδη συστατικά κάθε φορά. Εμείς που κλέψαμε αυτά τα συστατικά πρέπει να τα ξαναδώσουμε πίσω, να κάνουμε μια τεχνητή αιμοδοσία». Αυτό, προσθέτει, μπορεί να γίνει με πολλούς, σχετικά ανώδυνους, τρόπους, οι οποίοι μπορούν να επισπεύσουν σημαντικά τη χρονοβόρο διαδικασία της δημιουργίας νέας άμμου. «Η χώρα μας είναι γεμάτη από πέτρες παντός τύπου» λέει. «Μπορούμε να θρυμματίσουμε την πέτρα και μετά να τη ρίξουμε σταδιακά στην παραλία για να τη φτιάξει ωραία η δυναμική του νερού. Μπορούμε επίσης να κάνουμε το ίδιο σε ορισμένους ποταμούς, οπότε το ποτάμι με το κατέβασμα θα στρογγυλοποιήσει την πέτρα και θα φτιάξει μια γλυκιά άμμο για την παραλία μας».
Ο ερευνητής τονίζει ωστόσο ότι οι όποιες παρεμβάσεις θα πρέπει να γίνονται σωστά, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει συνήθως στη χώρα μας. Αναφέρει ως «ολόφρεσκο» παράδειγμα μια παραλία 50 μέτρων στην Κρήτη η οποία τροφοδοτήθηκε με άφθονη ποσότητα εντελώς ακατάλληλων υλικών, με αποτέλεσμα να γίνει… μια τρύπα στο νερό. «Οι ήπιες παρεμβάσεις με τη λεγόμενη τεχνητή αναπλήρωση με αναζήτηση ή κατασκευή των κατάλληλων υλικών μπορούν να δώσουν αποτελέσματα» υπογραμμίζει, λέγοντας ότι μια τέτοιου είδους ήπια παρέμβαση μελετά αυτή την περίοδο για τον Πλατύ Γιαλό στη Σίφνο. «Αλλά χρειάζεται μια άλλη νοοτροπία, που δεν υπάρχει στον κατασκευαστικό τομέα. Οι περισσότεροι χρησιμοποιούν ακτομηχανικές μελέτες που είναι η μία αντιγραφή της άλλης, μερικές φορές έχουν ξεχάσει και το ίδιο τοπωνύμιο, σου μιλάνε για τη Μακεδονία ενώ εννοούν την Πελοπόννησο» τονίζει. «Αυτό πρέπει να σταματήσει. Και δυστυχώς εδώ δεν υπάρχει και ο κανόνας που λέει ότι όταν κάποιος κάνει ένα λάθος θα πρέπει να πληρώσει – να πεις στο τεχνικό γραφείο, ωραία ήρθες και μας έκανες αυτό, αλλά δεν λειτούργησε, ανάλαβε τις ευθύνες σου. Και επειδή τα έργα αυτού του είδους είναι δημόσια, τα πληρώνουμε δηλαδή εμείς με τους φόρους, δεν τρέχει κανείς πίσω από όλες αυτές τις αστοχίες για να βρει την άκρη».

Το διεθνές εμπόριο και οι μαφίες

Η αύξηση της ζήτησης της άμμου και η έλλειψή της από πολλές περιοχές έχουν δημιουργήσει τα τελευταία χρόνια ένα διεθνές εμπόριο το οποίο αυξάνεται και γίνεται ολοένα και πιο προσοδοφόρο, με τις τιμές να ανεβαίνουν διαρκώς. Πρώτη στις εισαγωγές στον κόσμο είναι η Σιγκαπούρη, στη λίστα όμως ακολουθούν και χώρες που ίσως κάποιος δεν θα φανταζόταν, όπως τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα: η άμμος της ερήμου είναι πολύ λεπτή και λεία για να χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή τσιμέντου ή την ανατροφοδότηση των ακτών και έτσι ο Μπουρτζ Χαλίφα, ο ψηλότερος ουρανοξύστης του πλανήτη, όπως και άλλα οικοδομήματα του Ντουμπάι έχουν χτιστεί με άμμο από την Αυστραλία. Εξαιτίας της αυξημένης διεθνούς ζήτησης και της εκτόξευσης των τιμών σε αρκετές χώρες δρουν οι λεγόμενες «μαφίες της άμμου», οι οποίες αδειάζουν παράνομα ολόκληρες παραλίες και συχνά λειτουργούν με όλα τα χαρακτηριστικά των εγκληματικών οργανώσεων από τις οποίες έχουν πάρει το όνομά τους.

«Αυτή είναι μια από τις κοινωνικοοικονομικές συνέπειες της αύξησης των αμμοληψιών και του εμπορίου της άμμου. Υπάρχουν μαφίες της άμμου, κυρίως στην Ινδία, αλλά επίσης στην Ιταλία και σε κάποιες χώρες της Αφρικής, όπως το Μαρόκο» λέει η Αουρόρα Τόρες από το Πανεπιστήμιο της Λειψίας στη Γερμανία. «Για την Ινδία υπήρξαν και επιστημονικές δημοσιεύσεις οι οποίες διαπιστώνουν ότι στη χώρα δρα μια μαφία της άμμου η οποία έχει διασυνδέσεις με την αστυνομία και κυβερνητικούς αξιωματούχους σε μια τεράστια επιχείρηση. Γνωρίζουμε επίσης ότι ένας δημοσιογράφος έχει δολοφονηθεί από αυτή τη μαφία, ενώ εκατοντάδες άτομα έχουν χάσει τη ζωή τους σε “πολέμους της άμμου”, συγκρούσεις ανάμεσα σε μαφίες ή ανάμεσα σε μαφίες με τους ντόπιους που αντιδρούν στην παρουσία τους».
Ανάλογα παραδείγματα με συγκρούσεις και θανάτους υπάρχουν, όπως προσθέτει, και στην Αφρική, ενώ δεν αποκλείεται να επεκταθούν και να ενταθούν, καθώς ολοένα και περισσότερες περιοχές αρχίζουν να απαγορεύουν τις αμμοληψίες. «Είναι κάτι πολύ δύσκολο να ελεγχθεί, η άμμος ξέρετε είναι ανοιχτή σε όλους μας, μπορείτε να φανταστείτε να βάζουμε φράχτες στις παραλίες και στα ποτάμια;» επισημαίνει. «Και είναι εύκολο να τη βγάλεις και να τη μεταφέρεις, μπορείς να το κάνεις ακόμα και με μερικούς κουβάδες και έναν γάιδαρο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ