Δεν προκύπτει αυξημένος κίνδυνος καρκίνου της μήτρας ή διηθητικού καρκίνου του μαστού μετά από υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυποThe BMJ.
Η έρευνα που έγινε σε δείγμα 250.000 γυναικών εντόπισε μεν μικρές αυξήσεις σε μη διηθητικούς μαστικού και ωοθηκικούς όγκους, αλλά οι ερευνητές του Πανεπιστημιακού Κολεγίου του Λονδίνου, με επικεφαλής τον καθηγητή Αλαστάιρ Σατκλιφ, λένε ότι αυτές μπορεί να μην οφείλονται στη θεραπεία και απαιτούν περαιτέρω διερεύνηση.
Η υποβοηθούμενη αναπαραγωγή έχει συντελέσει σε πάνω από πέντε εκατομμύρια γεννήσεις, παγκοσμίως. Συνήθως, η αγωγή περιλαμβάνει την έκθεση του γυναικείου οργανισμού σε υψηλά επίπεδα ορμονών, γεγονός που μπορεί να συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο καρκίνων του μαστού, του ενδομητρίου και των ωοθηκών.
Οι μέχρι τώρα μελέτες έχουν υπάρξει συγκεχυμένες ως προς το αν υπάρχει κίνδυνος καρκίνου στα αναπαραγωγικά όργανα της γυναίκας μετά την υποβολή της σε θεραπεία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής.
Ο ΔρΣατκλιφ και οι συνεργάτες του, λοιπόν, θέλησαν να διερευνήσουν τους κινδύνους για καρκίνο του μαστού, των ωοθηκών και της μήτρας σε γυναίκες που είχαν υποβληθεί σε υποβοηθούμενη αναπαραγωγή.
Από τα αρχεία της Αρχής Ανθρώπινης Γονιμοποίησης και Εμβρυολογίας εντόπισαν όλες τις γυναίκες που είχαν υποβληθεί σε υποβοηθούμενη αναπαραγωγή την περίοδο 1991-2010 και τις συνέδεσαν με το Εθνικό Αρχείο Καρκίνων.
Συνολικά, 255.786 γυναίκες ετέθησαν υπό ιατρική παρακολούθηση για κατά μέσο όρο 8,8 χρόνια. Όταν έκαναν την πρώτη θεραπεία ήταν κατά μέσο όρο 34,5 ετών και είχαν υποβληθεί σε 1,8 θεραπευτικούς κύκλους.
Η αιτία της υπογονιμότητας περιελάμβανε τουλάχιστον έναν γυναικείο παράγοντας στις 111.658 γυναίκες (44%). Η ανεξήγητη υπογονιμότητα αφορούσε 47.757 γυναίκες (19%) και σε ανδρικό παράγοντα αποδίδονταν 84.871 περιπτώσεις (33%).
Από τη συνδυαστική ανάλυση των δεδομένων οι ερευνητές δεν εντόπισαν εν συνόλω αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού ή διηθητικού καρκίνου του μαστού που να σχετίζεται με την υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, συγκριτικά με τον γενικό πληθυσμό.
Αλλά εντοπίστηκε αυξημένος κίνδυνος μη διηθητικού (in situ) καρκίνου του μαστού σχετιζόμενος με τον αυξημένο αριθμό των θεραπευτικών κύκλων.
Οι επιστήμονες δεν βρήκαν ούτε αυξημένο κίνδυνο καρκίνου της μήτρας.