Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ορκίστηκε για μια νέα πενταετή θητεία ενισχυμένων εξουσιών στον προεδρικό θώκο της Τουρκίας.
Αφού επανεξελέγη με άνεση την 24η Ιουνίου, εξασφαλίζοντας το 52,6% των ψήφων, ο Ερντογάν, ηλικίας 64 ετών, ορκίστηκε ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης, όπου δεσμεύτηκε μεταξύ άλλων να προασπιστεί τις αρχές της κοσμικής Τουρκίας που ίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ και να εκπληρώσει τα καθήκοντά του με τρόπο «αμερόληπτο».
Kατά την άφιξή του στο τουρκικό κοινοβούλιο, τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, τον οποίο συνόδευε η σύζυγός του Εμινέ, υποδέχθηκαν με χειροκροτήματα οι βουλευτές της συμμαχίας του όπου επικρατεί το κόμμα του, το AKP.
«Ως πρόεδρος της χώρας, ορκίζομαι στην τιμή και την ακεραιότητά μου, ενώπιον του μεγάλου τουρκικού έθνους και της ιστορίας, να εργαστώ με όλες μου τις δυνάμεις για να προστατεύσω και να εξυμνήσω τη δόξα και την τιμή της Δημοκρατίας της Τουρκίας και να εκπληρώσω τα καθήκοντα που αναλαμβάνω με αμεροληψία» είπε ο πρόεδρος της Τουρκίας κατά τη διάρκεια της τελετής ορκωμοσίας στην τουρκική Εθνοσυνέλευση στην Άγκυρα, η οποία μεταδόθηκε σε απευθείας σύνδεση από τα τηλεοπτικά δίκτυα της χώρας.
Σημειώνεται πως πως μετά την ορκωμοσία, ο Ερντογάν θα επισκεφθεί το Ανίτκαμπιρ, το μαυσωλείο του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας, Μουσταφά Κεμάλ.
Στις 18:00 θα ακολουθήσει η τελετή στο προεδρικό μέγαρο παρουσία ξένων επισήμων που θα σηματοδοτήσει επίσημα τη μετάβαση στο νέο προεδρικό σύστημα, σύμφωνα με τη συνταγματική αναθεώρηση που εγκρίθηκε με δημοψήφισμα τον Απρίλιο του 2017.
Στο νέο αυτό πλαίσιο, καταργείται η θέση του πρωθυπουργού και όλη η εκτελεστική εξουσία περνάει στον πρόεδρο. Ο Ερντογάν θα μπορεί να σχηματίζει υπουργεία, να προβαίνει σε κανονιστικές ρυθμίσεις γι’ αυτά και να απομακρύνει δημόσιους λειτουργούς. Όλα αυτά χωρίς την έγκριση του κοινοβουλίου.
Η κυβέρνηση θα εκδίδει διατάγματα, παρακάμπτοντας το κοινοβούλιο, στο πλαίσιο του καθεστώτος έκτακτης ανάγκης που επιβλήθηκε μετά την αποτυχημένη απόπειρα στρατιωτικού πραξικοπήματος τον Ιούλιο 2016.
Ωστόσο, ο Ερντογάν έχει υποσχεθεί ότι θα άρει το καθεστώς έκτακτης ανάγκης μετά τις εκλογές, κάτι το οποίο αμφισβητεί η αντιπολίτευση.
Παράλληλα, ο νέος Τούρκος πρόεδρος θα μπορεί να σχεδιάζει τον προϋπολογισμό και να αποφασίζει για την ασφάλεια και την άμυνα της Τουρκίας και να διαλύει το κοινοβούλιο, κάτι που όμως θα οδηγεί σε διεξαγωγή πρόωρων προεδρικών εκλογών.
Επιπλέον, τυπικά θα αλλάξουν και ορισμένοι όροι όπως υπουργικό και πρωθυπουργικό συμβούλιο, οι οποίοι θα αντικατασταθούν από τους όρους που προβλέπει η «προεδρική δημοκρατία».
Η άνοδός του στην «υπερπροεδρία» γίνεται δύο χρόνια μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016 που υποκίνησαν στρατιώτες και το οποίο ακολούθησαν άνευ προηγουμένου διώξεις στις ένοπλες δυνάμεις, την αστυνομία και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα.
Ως πρόεδρος του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) ο Ερντογάν «θα έχει τον έλεγχο των βουλευτών του κόμματός του, κάτι που σημαίνει ότι θα ελέγχει την εκτελεστική, τη δικαστική και τη νομοθετική εξουσία της χώρας», υπογράμμισε ο Εμρέ Ερντογάν καθηγητής πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Μπιλγκί της Κωνσταντινούπολης.
«Ένα τέτοιο σύστημα δημιουργεί τεράστιες ευκαιρίες για έναν πρόεδρο (…) ώστε να κυβερνήσει μόνος του τη χώρα», προσθέτει.
Στις βουλευτικές εκλογές, που διεξήχθησαν ταυτόχρονα με τις προεδρικές, το AKP κέρδισε 295 έδρες σε σύνολο 600 και το εθνικιστικό κόμμα MHP 49 έδρες. Αυτό σημαίνει ότι μόνο του το κόμμα του Ερντογάν δεν διαθέτει την πλειοψηφία και βασίζεται στον σύμμαχό του, το MHP, για να ελέγχει το κοινοβούλιο.
Όμως «συν τω χρόνω, το MHP ενδέχεται να αναθεωρήσει τη θέση του και να υποβάλει αιτήματα», όπως θέσεις στην κυβέρνηση ή άλλες υποχωρήσεις, σημειώνει η Αγιάτα.
Πολλοί ειδικοί φοβούνται ότι η συμμαχία με το MHP θα οδηγήσει σε μια σκλήρυνση της πολιτικής που ακολουθεί ο Ερντογάν, κυρίως σε ό,τι αφορά το κουρδικό.
Μετά την ορκωμοσία του σήμερα, ο Ερντογάν θα παρουσιάσει τη νέα του κυβέρνηση, η οποία αναμένεται να μετρά 16 υπουργούς έναντι 26 που είχε μέχρι τώρα. Κατά συνέπεια πολλά υπουργεία θα συγχωνευθούν, όπως αυτό των Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, το οποίο πλέον θα υπάγεται στο υπουργείο Εξωτερικών.
Η προεδρία θα βασίζεται επίσης σε «επιτροπές» και γραφεία αρμόδια για διάφορους διοικητικούς τομείς, αν και προς το παρόν δεν είναι γνωστές οι δικαιοδοσίες τους.