Αναμένεται τον Αύγουστο η έξοδος από το τρίτο μνημόνιο και κλείνουμε έτσι έναν κύκλο 8 χρόνων μνημονίων και 10 χρόνων οξείας οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, με πολλά θύματα, βασικό των οποίων υπήρξε το ελληνικό ακίνητο και η αξία του. Κατά τη διάρκεια της κρίσης υπήρξαν στιγμές που η συνολική αξία των ακινήτων της χώρας, γης και κτιρίων, είχε υποχωρήσει κάτω από το 1/3 του προ κρίσης ύψους της, απώλεια μεγαλύτερη από 2 τρισ. ευρώ.
Αυτή η χαμένη αξία έλειψε και λείπει από την ελληνική οικονομία ως υποεξασφάλιση των δανείων πλήττοντας το τραπεζικό σύστημα, περιορίζοντας τη χρηματοδότηση, λείπει ως μειωμένη ιδιωτική αποταμίευση των νοικοκυριών, ως υποτίμηση της περιουσίας των ασφαλιστικών ταμείων αλλά και πολλών φορέων του Δημοσίου. Λείπει τέλος η αξία των ακινήτων ως αίσθηση ευμάρειας των Ελλήνων οι οποίοι για αυτόν τον λόγο είναι περιορισμένοι στην οικονομική και επιχειρηματική συμπεριφορά τους. Η ανόρθωση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας περνάει από την ανόρθωση της αξίας της ακίνητης περιουσίας της χώρας πάνω στην οποία πατάει η οικονομία της Ελλάδας. Δυστυχώς, ακόμα και προς την έξοδο από το τρίτο μνημόνιο δεν φαίνεται οι δυνάμεις που ηγούνται της Ελλάδας να έχουν συνειδητοποιήσει επαρκώς τη σημασία αυτού και έτσι δεν έχουν διορθώσει χρόνια προβλήματα αλλά, αντίθετα, ανακοινώνουν μέτρα τα οποία θα επιφέρουν πρόσθετη ζημιά στην αγορά ακινήτων της χώρας, όπως π.χ. συνέχιση του παράλογου ΕΝΦΙΑ, κατάργηση του φόρου υπεραξίας, μη επίλυση του ΦΠΑ 24%.
Ενόσω στο εσωτερικό δεν φαίνεται να γίνεται αντιληπτή η σημασία των ακινήτων για την Ελλάδα, με την προοπτική της εξόδου από το τρίτο μνημόνιο διεθνείς παίκτες ήδη κινητοποιούνται έντονα και διεκδικούν θέση σε τομείς της ελληνικής αγοράς ακινήτων παίζοντας πρωταρχικό ρόλο στη διαμόρφωση των τιμών, ελέγχοντας μεγάλο πλήθος ακινήτων αλλά ορίζοντας σε κάποιον βαθμό και ποιοι θα είναι εφεξής οι χρήστες πολλών ακινήτων. Το άνοιγμα της αγοράς, δηλαδή ως προς την τουριστική πρόσβαση στην Ελλάδα (Ryanair, αεροδρόμια), ως προς τη χρήση καταλυμάτων και ακινήτων (booking, Airbnb) αλλά και επενδυτικά (συμμετοχή σε ΑΕΕΑΠ και μεταβίβαση χαρτοφυλακίων εξασφαλισμένων δανείων και πακέτων ακινήτων τραπεζών), έχει προσελκύσει σημαντικό διεθνές ενδιαφέρον επένδυσης και χρήσης ακινήτων στην Ελλάδα –συνήθως των καλύτερων και σπανιότερων, που παρουσιάζουν τουριστικό, οικιστικό, εμπορικό ή και παραγωγικό ενδιαφέρον. Οι νέες συνθήκες έκαναν τα ελληνικά ακίνητα σε μεγάλο βαθμό άμεσα συγκρίσιμα με τα ακίνητα σε άλλες χώρες, όπου οι αξίες είναι σημαντικά υψηλότερες ύστερα από περιόδους οικονομικής κρίσης, και έτσι ξεκίνησε ο διεθνής ανταγωνισμός και για τα ελληνικά ακίνητα. Παράλληλα η εσωτερική κρίση έχει αποδυναμώσει τους έλληνες ιδιοκτήτες αλλά και χρήστες ακινήτων οδηγώντας τους σε πολλές περιπτώσεις σε απώλεια της κατοχής ή και χρήσης πολλών ακινήτων. Αυτό το δίπολο ταχυτήτων και οι επιπτώσεις που προκαλεί στην αγορά ακινήτων είναι καθοριστικής σημασίας για την πορεία της αλλά και την Ελλάδα.
Περνώντας την έξοδο του τρίτου μνημονίου αναμένουμε να ενταθεί αυτό το φαινόμενο, ιδιαίτερα όταν διευρύνουν οι τράπεζες τη χρηματοδότηση ακινήτων. Είναι κρίσιμο λοιπόν να αναλογιστούμε ως χώρα τι επιθυμούμε για αυτή την αγορά, τι επιδιώκουμε και πώς θα το πετύχουμε καθώς θα ανακάμπτουν οι αξίες.
Ο κ. Γιάννης Περρωτής είναι πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος στον όμιλο Ατρια, Ατρια Υπηρεσίες Ακινήτων ΑΕ, αντιπρόεδρος ΣΕΑΑΚ (Σύνδεσμος Επένδυσης και Ανάπτυξης Ακινήτων).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ