Το δύσκολο ταξίδι της επιστροφής της χώρας στις αγορές και της οικονομίας στην ομαλότητα ξεκίνησε.
Στις 21 Αυγούστου θα πέσουν οι τίτλοι τέλους στο μνημόνιο τού «όχι» (που έγινε «ναι») του 2015, το τρίτο κατά σειρά πρόγραμμα σταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, από το οποίο δανειστήκαμε 65 δισ. ευρώ για να πορευτούμε τα τελευταία τρία χρόνια της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτό σημαίνει όμως ότι το φθηνό χρήμα για την Ελλάδα από τους Ευρωπαίους και τον ESM τελείωσε. Αλλα λεφτά δεν θα υπάρξουν για την Ελλάδα…
Καλώς ή κακώς, «κουτσά-στραβά» όπως θα λέγαμε στην καθομιλουμένη, αφήνουμε πίσω κι αυτό το πρόγραμμα με την ελπίδα ότι θα βγούμε οριστικά από την καταιγίδα της πολυετούς κρίσης και των μνημονίων που πυροδότησε η χρεοκοπία της χώρας.
Μένουν όμως μια σειρά υποχρεώσεις για τις μεταρρυθμίσεις που δεν έγιναν στην εποχή των μνημονίων, σαφείς και συγκεκριμένοι στόχοι για τα πρωτογενή πλεονάσματα που πρέπει να επιτυγχάνει η χώρα ως το 2022 και, το κυριότερο, μια στρατιά 1.000.000 ανέργων που περιμένουν να βρουν δουλειά στη νέα εποχή.

Το θολό τοπίο
Το 2022 είναι η χρονιά-ορόσημο καθώς τότε θα λήξει ουσιαστικά η αυστηρή εποπτεία της χώρας ενώ τότε θα καταφέρει να πάρει μια ανάσα η οικονομία αφού τα πρωτογενή πλεονάσματα θα μειωθούν από το επίπεδο του 3,5% του ΑΕΠ στο 2,2%, γεγονός που θα αφήσει δημοσιονομικό χώρο προκειμένου να μειωθούν οι ακραίοι φορολογικοί συντελεστές στα εισοδήματα (φθάνουν το 55% μαζί με την εισφορά αλληλεγγύης) και να διατεθούν πόροι για τις δημόσιες επενδύσεις που συρρικνώθηκαν αντί να αυξάνονται τα χρόνια της λιτότητας.
Αυτό που δεν φαίνεται ακόμη στον ορίζοντα είναι πώς χιλιάδες επιχειρήσεις και νοικοκυριά που βρίσκονται εγκλωβισμένα στα «κόκκινα» δάνεια και στα χρέη προς την Εφορία θα βγουν από τη ζώνη της χρεοκοπίας που εξακολουθεί να τους απειλεί, αν δεν τους έχει ήδη πνίξει.
Το ζητούμενο σε αυτή τη νέα φάση της οικονομίας είναι να γίνουν σταθερά βήματα προς την ανάκαμψη και να ασκηθούν μέσα στο περιοριστικό δημοσιονομικό περιβάλλον πολιτικές που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη, θα προσελκύσουν επενδύσεις και θα βελτιώσουν την καθημερινότητα των νοικοκυριών προσθέτοντας εισοδήματα από εργασία ή μειώνοντας τα φορολογικά βάρη.
Αν όλα αυτά εξαρτώνται από τη σημερινή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και του κ. Αλέξη Τσίπρα ή την εν αναμονή κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας του κ. Κυριάκου Μητσοτάκη, οι οποίοι τις επόμενες ημέρες θα αντιπαρατεθούν για ακόμη μία φορά στη Βουλή για την οικονομία, τα πράγματα ίσως είναι απλά αν δώσουν προσοχή στους ειδικούς και τις προσωπικότητες απ’ όλους τους χώρους και κλάδους των επιχειρήσεων και της οικονομίας που αρθρογραφούν για την επόμενη ημέρα.

Τα τρία κλειδιά
Η μείωση της γραφειοκρατίας για τις επιχειρήσεις (μέτρο ανέξοδο), η μείωση των φορολογικών βαρών για τις επενδύσεις και την πρόσληψη ανέργων (μέτρο ανταποδοτικό) και η ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας με την εξόφληση των οφειλών του Δημοσίου σε ιδιώτες θεωρούνται κομβικές παρεμβάσεις για τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας.
Είναι παρεμβάσεις που παράλληλα με την ολοκλήρωση του Κτηματολογίου, την απλοποίηση των δομών του Δημοσίου και τη βελτίωση δομών και κυρίως του χρόνου απονομής δικαιοσύνης αποτελούν τις μεταρρυθμίσεις εκείνες που δεν έγιναν αλλά είναι αναγκαίες για να προκαλέσουν επενδυτικό σοκ στην ελληνική οικονομία.
Είναι γεγονός ότι σε αυτές τις διαρθρωτικές αλλαγές ποντάρει και πολιτικά η Νέα Δημοκρατία, δεδομένου ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ναι μεν πέτυχε στη δημοσιονομική προσαρμογή εφαρμόζοντας μέχρι κεραίας τα μέτρα λιτότητας (περιορισμός δαπανών και μειώσεις συντάξεων) αλλά απέτυχε να προχωρήσει σε βαθιές τομές και να υλοποιήσει τέτοιες διαρθρωτικές αλλαγές στο κράτος.
Μόνο αν υλοποιηθούν αυτές οι αλλαγές ή τέτοιας εμβέλειας μεταρρυθμίσεις θα μπορέσει η οικονομία να ανοίξει τον βηματισμό της.
Οπως προβλέπουν οι Ευρωπαίοι, η Κομισιόν, που στα χρόνια της κρίσης αποδείχθηκε πιο μετριοπαθής και πιο έγκυρη στις προβλέψεις της, ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης θα κινείται μεταξύ 2% και 2,5% τα προσεχή πέντε χρόνια.
Οπως για τη συνέχεια βλέπει σημαντική επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης του πραγματικού ΑΕΠ κοντά στο 1% μετά το 2022, σταδιακή επιτάχυνση του πληθωρισμού κοντά στο 2% το 2023 και διατήρησή του σε αυτά τα επίπεδα στη συνέχεια.
Ασφαλώς σημαντικός παράγοντας που μπορεί να συμβάλει τόσο στην επιτάχυνση της ανάπτυξης της οικονομίας όσο και στη μείωση του χρέους είναι η πολιτική των ιδιωτικοποιήσεων.
Τα έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις θα είναι 3,2 δισ. ευρώ την προσεχή διετία και μόλις 11 δισ. ευρώ την επόμενη δεκαετία.
Η αξιοποίηση της δημόσιας ακίνητης περιουσίας είναι ένα άλλο στοίχημα από το οποίο εξαρτάται η μείωση του χρέους, χωρίς άλλα μέτρα λιτότητας. Η χώρα μέχρι να εξοφλήσει τα δύο τρίτα των δανείων στους δανειστές θα παραμένει ουσιαστικά υπό επιτήρηση και η δημόσια περιουσία μέχρι ποσού 25 δισ. θα είναι υποθηκευμένη για δεκαετίες.


H ευθύνη των πολιτικών

Αν κάτι δεν πρέπει να ξεχνάμε από την εποχή των μνημονίων είναι ότι το πολιτικό σύστημα που είχε και το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τη χρεοκοπία της χώρας αποδείχθηκε ανεπαρκές, με ρηχή σκέψη, προσανατολισμένη στο κομματικό συμφέρον και τίποτε άλλο, που το κράτησε μακριά από το αντιληφθεί έγκαιρα την επερχόμενη καταστροφή αλλά και από το να διαχειριστεί αποτελεσματικά την κρίση.
Και ακόμη, ότι οι διαφορές πολιτικής των κομμάτων τα χρόνια των μνημονίων εκμηδενίστηκαν.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ