Στην Ελλάδα, κι όχι μόνο, τα θύματα του βιασμού συνεχίζουν να κακοποιούνται και μετά το συμβάν: Στην προσπάθεια να αποδείξουν ότι δεν έφταιγαν. Από την διαδικασία της καταγγελίας μέχρι τον κοινωνικό στιγματισμό, μέχρι -αν και εφόσον φτάσει ως εκεί- το δικαστήριο.
Στην Ελλάδα εκτιμάται πως οι βιασμοί ξεπερνούν τους 4.500 τον χρόνο. Από αυτούς μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό, περί τους 200 τον χρόνο, καταγγέλλονται στις Αρχές ενώ καταγράφεται το χαμηλότερο ποσοστό καταγγελιών στην Ευρώπη.
Χωρίς ελπίδα για δικαίωση
Ένας από τους βασικούς λόγους που τα θύματα δεν φτάνουν ως την καταγγελία είναι ότι συχνά μπορεί να εξαρτώνται οικονομικά ή εργασιακά από τον δράστη, ενώ σε πολλές περιπτώσεις δεν πιστεύουν ότι πρόκειται να δικαιωθούν. Η συναισθηματική φθορά που φέρνει ένας βιασμός ενισχύεται από την γραφειοκρατική διαδικασία της καταγγελίας, η οποία -όπως και στις περιπτώσεις ξυλοδαρμού- απαιτεί χρόνο.
Κατά την υποβολή της μήνυσης, η οποία πρέπει να γίνει αμέσως μετά τον βιασμό εντός 72 ωρών, το θύμα πρέπει να ζητήσει ιατροδικαστική εξέταση, ώστε να ανιχνευτεί τυχόν γενετικό υλικό του δράστη. Μετά το πέρας των 72 ωρών, το υλικό δεν ανιχνεύεται. Έτσι, ακόμα και αν πολλές γυναίκες δεν αντέχουν ψυχικά να μπουν σε αυτήν την διαδικασία άμεσα, είναι υποχρεωμένες να το κάνουν ώστε να αποδείξουν το συμβάν. Αν καθυστερήσουν, η διαδικασία της απόδειξης της ενοχής είναι ακόμα πιο δύσκολη.
Εκτός από την ιατροδικαστική έρευνα, τα αποδεικτικά στοιχεία εντός μίας δικαστικής αίθουσας είναι ο τόπος του βιασμού, οι συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε ο βιασμός (αν θύτης και θύμα φλέρταραν, έπιναν μαζί, αν ο θύτης ήταν μεθυσμένος κλπ), αν το θύμα προκάλεσε ερωτικά τον δράστη, ακόμα και με τα ρούχα που φορούσε (αν, δηλαδή, ήταν προκλητικά ντυμένη) και αν αντιστάθηκε. Καθώς η πλευρά του δράστη υποστηρίζει κατά κανόνα πως η πράξη έγινε συναινετικά, ένα βασικό αποδεικτικό της ενοχής -ή, αντικειμενικά, της αθωότητας του θύματος- είναι τα σημάδια πάλης, αντίστασης. Ωστόσο, πολλές περιπτώσεις βιασμού είχαν θύματα γυναίκες που δεν μπόρεσαν να αντιδράσουν. Αυτή είναι μία συνθήκη, η τονική ακινησία, κατά την οποία το θύμα εισήλθε σε κατάσταση προσωρινής παράλυσης. Πρόκειται για μία αντίδραση του ανθρώπινου οργανισμού απέναντι στον κίνδυνο. Όσες γυναίκες, σύμφωνα με έρευνες, βίωσαν τον βιασμό σε ακραία μορφή, δηλαδή έχοντας εκείνη την στιγμή πλήρη επίγνωση της κατάστασης, είχαν πολύ εντονότερο μετατραυματικό στρες.
Μόλις πριν 3 ημέρες εκδικαζόταν η υπόθεση βιασμού μίας 16χρονης κοπέλας από το Ρέθυμνο. Το θύμα είχε καταναλώσει μεγάλη ποσότητα αλκοόλ. Συνοδευόταν από δύο άντρες, 17 και 23 χρονών, οι οποίοι την οδήγησαν σε ερημική τοποθεσία, της έδωσαν αλκοόλ και όταν πλέον βρέθηκε αναίσθητη, συνευρέθηκαν μαζί της. Φυσικά παρά την θέλησή της, αφού η κοπέλα δεν είχε τις αισθήσεις της. Ωστόσο, το δικαστήριο αθώωσε τους δράστες. Το μοιραίο βράδυ κορίτσι είχε μεταφερθεί σε λιπόθυμη κατάσταση στο νοσοκομείο, όπου και κατέληξε.
Συναισθηματικός κανιβαλισμός
Οι λίγες περιπτώσεις βιασμού που γνωστοποιούνται και καταλήγουν στις δικαστικές αίθουσες εγίνονται ακόμα λιγότερες όταν πλέον πρέπει να ψάξουμε περιπτώσεις θυμάτων που έχουν μιλήσει για την εμπειρία τους. Η εγκληματική πράξη παραμένει ένα ταμπού που επηρεάζει πρωτίστως το θύμα. Όταν ακούμε για βιασμούς έχουμε στο μυαλό μας μία στερεοτυπική εικόνα: Ένας άγνωστος επιτίθεται σε μία γυναίκα σε κάποια ερημιά, την ακινητοποιεί και την βιάζει. Το θύμα είναι συντετριμμένο μεν, αλλά αν πρέπει να παραδεχτούμε ως κοινή γνώμη πως ο βιασμός όντως συνέβη, τότε μετά βεβαιότητας πρέπει να ισχύει ότι: α) Δεν προκάλεσε τον δράστη β) Προσπάθησε να αντισταθεί γ) δεν ήταν ντυμένη προκλητικά δ) Δεν ήθελε να τραβήξει την προσοχή ισχυριζόμενη ότι της συνέβη κάτι φρικτό ή να εκδικηθεί τον δράστη λέγοντας ψέματα.
Σε γενικές γραμμές φανταζόμαστε τα θύματα του βιασμού σαν απολύτως αποκομμένα από οποιαδήποτε ερωτικό στοιχείο άτομα όπου ένας πολύ άγριος άντρας τα βίασε. Μόνο έτσι δεν φταίνε. Εκτός και αν ο βιαστής είναι μετανάστης, οπότε τότε είναι σίγουρα ένοχος.
Αυτό που δεν γνωρίζουμε, ή που δεν παραδεχόμαστε, είναι πως ο βιασμός δεν αποτελεί πράξη συνδεδεμένη με τη σεξουαλική ικανοποίηση του δράστη. Σε κάθε περίπτωση, ακόμα και αν επρόκειτο για κάτι τέτοιο, μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι οι άντρες δεν είναι άγρια ζώα που θα επιτεθούν για να ικανοποιήσουν το σεξουαλικό τους ένστικτο. Οπότε μάλλον το επιχείρημα δεν στέκει. Ο βιασμός ήταν πάντοτε, από καταβολής ανθρωπότητας, στοιχείο επιβολής. Το πρώτο πράγμα που κάνει ένας στρατός όταν εισβάλει σε μία πόλη, είναι να λεηλατήσει τις περιουσίες και να βιάσει τις γυναίκες. Τα σεξουαλικά βασανιστήρια, τόσο απέναντι σε γυναίκες όσο και απέναντι σε άντρες, συμπεριλαμβάνουν βιασμό.
Ένα θύμα βιασμού έρχεται αντιμέτωπο με χιλιάδες επόμενες συνθήκες που προσβάλουν την προσωπικότητά του. Εκτός από το δικαστήριο, καλείται να αποδείξει την αθωότητά του και στον κοινωνικό περίγυρο, όπως συμβαίνει γενικώς με τις γυναίκες που δέχονται βία. Τα επιχειρήματα είναι προσβλητικά προς όλους: Προς τις γυναίκες και προς τους άντρες και προς ολόκληρη την κοινωνία. Μια γυναίκα που καλείται να αποδείξει ότι δεν προκάλεσε τον βιαστή της, δίνει το δικαίωμα σε μία ολόκληρη κοινωνία να πιστεύει ότι μία κοντή φούστα είναι αρκετή ώστε να ξεκινήσει σεξουαλικές επιθέσεις. Και αν θεωρούμε ότι οι θύτες απλώς ικανοποιούν την σεξουαλική τους όρεξη, τότε αυτό θα πρέπει να κάνει τις γυναίκες να κρύβουν -με μάλλον απροσδιόριστο τρόπο- τον εαυτό τους όσο καλύτερα γίνεται, διαρκώς και ακατάπαυστα; Φαύλος κύκλος.
Κι αυτές είναι οι περιπτώσεις βιασμών που ανταποκρίνονται στο στερεότυπο. Οι υπόλοιπες, που αφορούν περιστατικά όπου το θύμα βιάστηκε από τον ερωτικό του σύντροφο ή από άτομο του φιλικού του περιβάλλοντος είναι ακόμα πιο δύσκολο να δικαιωθούν, τόσο νομικά όσα και συναισθηματικά από τον κοινωνικό περίγυρο.
Το παράδειγμα της Ινδίας
Η Ινδία είναι μία αναπτυσσόμενη χώρα στην οποία οι βιασμοί έχουν διαστάσεις επιδημίας. Στην χώρα γίνεται ένας βιασμός κάθε 22 ώρες. Τα περισσότερα θύματα είναι κορίτσια κατώτερης κάστας, που αντιμετωπίζονται ως αντικείμενα. Το 2012 μία υπόθεση βιασμού συγκλόνισε όλον τον κόσμο και ξεκίνησε ένα δυναμικό κίνημα των γυναικών της Ινδίας, που άφησε ανεξίτηλο το σημάδι του στη σύγχρονη ιστορία.
Τότε, μία φοιτήτρια βιάστηκε ομαδικά μέσα σε ένα λεωφορείο. Στον βιαμσό συμμετείχε και ο οδηγός, ενώ ο σύντροφός της, ο οποίος προσπάθησε να την σώσει, ξυλοκοπήθηκε άγρια. Το κορίτσι πέθανε. Το κίνημα που ξεκίνησε έβγαλε τις γυναίκες της Ινδίας από την αφάνεια κι αυτή είναι -μάλλον- η μοναδική του νίκη, τουλάχιστον μέχρι να κριθούν τα μελλοντικά αποτελέσματα που τυχόν θα έρθουν. Οι γυναίκες δέχθηκαν άγρια καταστολή, σε αρκετές περιπτώσεις έπεσαν θύματα εκδικητικών βιασμών, αλλά κατάφεραν να μην θεωρείται πλέον ταμπού η συζήτηση για την αποτρόπαιη πράξη. Την επόμενη χρονιά, το 2013, η Ινδία προχώρησε σε μία σειρά μεταρρυθμίσεων που δεν έφεραν καμία σπουδαία ανατροπή, ούτε καν κάποια μικρή, ωστόσο πλέον θεωρείται βιασμός η σεξουαλική πράξη μεταξύ συζύγων, εφόσον η σύζυγος είναι κάτω των 15 ετών.
Κατά τα λοιπά, η Ινδία χάνει τα κορίτσια της από τους βιαστές τους, με κάποιες από τις ιστορίες να κάνουν κατά καιρούς τον γύρο του κόσμου.
Και δεν είναι η μόνη χώρα, αλλά είναι εκείνη που είχε να παρουσιάσει το πιο πρόσφατο, μαζικό κίνημα. Μία ματιά στον χάρτη της ανθρωπότητας θα μας πείσει: Οι σκλάβες του ISIS, οι γυναίκες – θύματα συμμοριών, οι βιασμοί των θυμάτων του πολέμου είναι μόνο μερικές από τις πολύ προφανείς, αδιαμφισβήτητα φρικτές περιπτώσεις. Είναι η κατηγορία των περιπτώσεων που το έγκλημα αποδεικνύεται χωρίς περιττές ερωτήσεις στην -Δυτική- κοινή γνώμη. Η οποία, σε αυτές τις περιπτώσεις, επίσης δεν ρωτάει.