Αν υπήρχε στην Αθήνα ένα «παλιός καλός» μπακάλης αυτός ήταν ο Δημήτρης Κουκάς. Από το 1927 στην Πατησίων πατήρ, υιός και εγγονός ήταν μια όαση ποιότητας και καλογουστιάς.
Άνθρωπος μορφωμένος, με άπταιστα ελληνικά, με «κοινωνική μόρφωση» συμπεριφορά δηλαδή και επικοινωνία. Ενας αληθινά πολιτισμένος ανθρώπος. Σ’ αυτά προσθέστε μια προσωπική γοητεία, ένα χαμόγελο, που σε κερδίζει με την πρώτη ματιά. Αυτά θα έλεγα αν μιλούσα για τον άνθρωπο Δημήτρη Κουκά.
Για τον παντοπώλη τι να πώ; Εγκυκλοπαίδεια, ετησίως ανανεούμενη, των ελληνικών προϊόντων και παραγωγών. Για μένα προσωπικά ήταν πηγή πληροφόρησης, πηγή ενημέρωσης Αν έψαχνα έναν καλό παραγωγό φέτας ή γραβιέρας ή μακαρονιών ή αλλαντικών ή λαδιού ή ελιών ή ό,τι άλλο βάζει ο νους σας στον Κουκά θα πήγαινα. Ηξερε ποιος παράγει, πού παράγει, πώς παράγει, δεν υπήρχε παραγωγός όσο μικρός και αν ήταν, όσο στην άκρη της Ελλάδας κι’ αν ήταν, να μην τον γνωρίζει ο Κουκάς Ταξίδευε σε όλη την Ελλάδα, τον ήξεραν και τον αγαπούσαν όλοι. Είχε τον σεβασμό όλης της αγοράς και προκαλούσε πάντα μαζί κι’ ένα μικρό δέος. Θα του αρέσει το προϊόν; Θα το βάλει στο μαγαζί του; Γιατί δεν έμπαινε ό,τι κι’ ό,τι στον Κουκά. Μόνο τα καλλίτερα, ελληνικά και ξένα. Ηταν ένα από τα πρώτα μπακάλικα-ντελικατέσσεν της Αθήνας.
Εκπρόσωπος μιας Αθήνας που δεν υπάρχει πιά, μιας κοινωνίας που δεν υπάρχει πια, άντεξε όσο μπόρεσε στο ίδιο ιστορικό στέκι στην Πατησίων, χωρίς να «μετακομίσει» σε άλλες πιο «in» περιοχές. Αλλά η οικονομική κρίση τον νίκησε τελικά. Μιλώντας με τον γιό του Γιάννη μού είπε: «Πελάτες έχουμε και μάλιστα πολλούς» πράγμα που μπορώ να το βεβαιώσω καθώς όποτε κι’ αν πήγα κόσμος μπαινόβγαινε στο μαγαζί «όμως οι πελάτες μας, ως επί το πλείστον μεγάλοι άνθρωποι και συνταξιούχοι, φτωχοποιούνται με απίστευτο ρυθμό. Κλείνουμε τώρα, όσο ακόμη δεν χρωστάμε τίποτα.» Μα είναι κρίμα τόση ιστορία, τόση εμπειρία, τόσα χρόνια… «Δεν ξέρω, μπορεί αργότερα υπό άλλες συνθήκες…» μου απάντησε.
Ο ίδιος ο Δημήτρης Κουκάς στην συνομιλία μας δεν αναφέρθηκε στα «οικονομικά» της ιστορίας. Μού είπε μόνο πόσο τον συγκίνησε η αγάπη και το ενδιαφέρον του κόσμου και με ευχαρίστησε –αυτός- για την συνεργασία μας. Βέβαια το ευχαριστώ το χρωστώ εγώ όχι εκείνος. Όπως τον ξέρω, δεν είναι διόλου απίθανο να τον ξαναδούμε με την ποδιά και το αιώνιο χαμόγελό του πίσω από έναν πάγκο κάπου αλλού, κάποια άλλη στιγμή.