Η επόμενη μέρα της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν είναι λιγότερο θολή από εκείνες που προηγήθηκαν της σύναψης και της υπογραφής της, ακριβώς πριν από μία εβδομάδα. Η Αθήνα και τα Σκόπια πανηγύρισαν την επίτευξή της, αλλά στο παρασκήνιο υπάρχουν αρκετοί, τόσο στο υπουργείο Εξωτερικών όσο επίσης στην αντιπολίτευση, αλλά και στην κυβέρνηση, οι οποίοι αποφεύγουν τις πομπώδεις δηλώσεις του Νίκου Κοτζιά. Η συμφωνία υπήρξε αναμφίβολα ένας επώδυνος συμβιβασμός. Την ίδια στιγμή όμως η Αθήνα ανέλαβε βαριές δεσμεύσεις που θα είναι δύσκολο μελλοντικά να αποφύγει και για τις οποίες ενδέχεται να βρεθεί διεθνώς υπόλογη. Αυτό θα καταστεί εμφανές εφόσον η «βήμα προς βήμα» διαδικασία που επελέγη δεν υλοποιηθεί και κυρίως αν η ελληνική Βουλή δεν κυρώσει τη συμφωνία μετά την ολοκλήρωση των εσωτερικών πολιτικών διεργασιών στην πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (πΓΔΜ). Το εν λόγω σενάριο δεν μπορεί να αποκλειστεί, από τη στιγμή που η εσωτερική πολιτική κατάσταση είναι ρευστή όχι μόνο στη γειτονική χώρα αλλά και στην Ελλάδα.
Οι επιστολές σε ΝΑΤΟ και Βρυξέλλες
Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η Αθήνα σχεδιάζει να αποστείλει επισήμως από αύριο στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ενωση τις επιστολές με τις οποίες θα ενημερώνει ότι από τη στιγμή που η πΓΔΜ κύρωσε τη Συμφωνία στο Κοινοβούλιό της (όπως σημείωναν ελληνικές διπλωματικές πηγές, η σχετική ρηματική διακοίνωση εκ μέρους των Σκοπίων έφθασε την Πέμπτη στο υπουργείο Εξωτερικών) η Αθήνα αναγνωρίζει ότι έχει επιτευχθεί μια αμοιβαία αποδεκτή συμφωνία και η ίδια δεν έχει πρόβλημα να αρχίσουν οι ενταξιακές συνομιλίες της πΓΔΜ με τους δύο οργανισμούς. Ειδικότερα, η επιστολή προς το ΝΑΤΟ θα μοιάζει αρκετά με εκείνη που κατέθεσε στα Πρακτικά της Βουλής κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συζήτησης επί της πρότασης δυσπιστίας της ΝΔ (το Σάββατο 16 Ιουνίου) ο κ. Κοτζιάς και η οποία πέρασε μάλλον απαρατήρητη επί σχεδόν μία εβδομάδα.
Ο υπουργός Εξωτερικών έχει στείλει ήδη μία επιστολή, με ημερομηνία 14 Ιουνίου (δηλαδή δύο ημέρες μετά την ανακοίνωση της επίτευξης συμφωνίας από τους πρωθυπουργούς Αλέξη Τσίπρα και Ζόραν Ζάεφ στις 12 Ιουνίου) προς τον Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ. Σε αυτήν τον ενημερώνει για την επίτευξη συμφωνίας και για τα βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν από εδώ και στο εξής. Το κρίσιμο σημείο της επιστολής, που εξειδικεύει όσα αναφέρονται στο άρθρο 4, παράγραφος 4, εδάφιο β (ii) της Συμφωνίας των Πρεσπών, είναι η παράγραφος δ με την οποία καθίσταται σαφές ότι δεν υπάρχει αυτοματισμός μεταξύ αποστολής πρόσκλησης από το ΝΑΤΟ προς την πΓΔΜ και ένταξής της στη Συμμαχία. Ολα πρέπει να γίνουν με βάση την «προβλεπόμενη διαδικασία των ενταξιακών συνομιλιών».
Νομικές θεωρίες και «γκρίζες ζώνες»
Σύμφωνα με αξιωματούχους που μπορούν να διαβάσουν καλύτερα «πίσω από τις γραμμές» ενός διεθνο-νομικού κειμένου, μία από τις βασικότερες «γκρίζες ζώνες» της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν είναι τόσο η αναγνώριση εκ μέρους της Αθήνας «μακεδονικής ταυτότητας και γλώσσας» (που «ακουμπά» περισσότερο στο θυμικό της κοινής γνώμης) όσο το ενδεχόμενο η ελληνική πλευρά να βρεθεί ξανά στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αν το Κοινοβούλιο δεν την κυρώσει. Το σκεπτικό είναι ότι ναι μεν η Αθήνα έχει θέσει ως όρους για να συναινέσει στην ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ενωση ύστερα από ένα θετικό αποτέλεσμα σε πιθανό δημοψήφισμα, αλλά και την πλήρη ολοκλήρωση της αναθεώρησης του Συντάγματος της πΓΔΜ (με έμφαση στο Προοίμιο και στα άρθρα 3 και 49), αλλά θα μπορούσε να βρεθεί σε πολύ δυσχερή θέση αν η άλλη πλευρά κάνει όσα έχει δεσμευθεί και η ελληνική όχι. Η δε κατάσταση περιπλέκεται αν η ελληνική πολιτική ζωή, για οποιαδήποτε αιτία ή και λόγω Μακεδονικού, εισέλθει σε κύκλο πολιτικής αστάθειας από το φθινόπωρο και μετά.
Την ίδια στιγμή, στο παρασκήνιο, συγκρούονται δύο νομικές θεωρίες. Η μία αναφέρει ότι η Ελλάδα δεν αναλαμβάνει, υπογράφοντας τη Συμφωνία των Πρεσπών, καμία δέσμευση πέραν της «καλή τη πίστει» προσπάθειας ώστε να υλοποιηθούν οι προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν να τεθεί αυτή σε ισχύ. Πρόκειται για την άποψη που διατύπωσε ο αναπληρωτής καθηγητής Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου της Οξφόρδης Αντώνης Τζανακόπουλος, που ήταν και ένας εκ των συμβούλων του κ. Κοτζιά στις διαπραγματεύσεις για το ονοματολογικό. Η δεύτερη θεωρία επισημαίνει ότι η ίδια η υπογραφή της συμφωνίας παράγει απευθείας νομικά αποτελέσματα και δεσμεύει την Ελλάδα σε μια σειρά από κινήσεις, από τις οποίες δεν θα μπορεί ενδεχομένως να απεμπλακεί εφόσον μεταβληθούν οι σημερινές συνθήκες και ίσως να έχει νομικές επιπτώσεις. Κυβερνητικές πηγές αναγνώριζαν, σε ιδιωτικές τους συνομιλίες, αυτόν τον κίνδυνο.
Εύθραυστη η κατάσταση στα Σκόπια
Στο εσωτερικό της πΓΔΜ η κατάσταση παραμένει εύθραυστη. Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Ζόραν Ζάεφ κινήθηκε ταχύτατα στο πρώτο βήμα που προέβλεπε η συμφωνία και δεν ήταν άλλο από την κύρωσή της. Επέλεξε την ταχεία διαδικασία, ώστε να περάσει η συμφωνία από το Κοινοβούλιο σαν να ήταν νομοθεσία η οποία σχετίζεται με ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις. Με τον τρόπο αυτόν παρέκαμψε την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων στην οποία προεδρεύει ο πρώην υπουργός Εξωτερικών και σημαίνον στέλεχος του VMRO-DPMNE Αντόνιο Μιλόσοσκι και έστειλε το σχετικό νομοσχέδιο στην Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων. Σε αυτήν πρόεδρος είναι ο Αρτάν Γκρουμπ από το αλβανικό κόμμα DUI του Αλί Αχμέτι, που αποτελεί τον βασικό κυβερνητικό εταίρο του SDSM του κ. Ζάεφ.
Η διάσταση απόψεων της κυβέρνησης τόσο με το VMRO-DPMNE όσο και με τον πρόεδρο Γκιόργκι Ιβανόφ είναι βαθιά. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης του Χρίστιαν Μισκόφσκι επέλεξε αρχικά να καταγγείλει και στη συνέχεια να αποχωρήσει από τη συζήτηση επί της συμφωνίας, ουσιαστικά «διευκολύνοντας» την κυβέρνηση να επιταχύνει ακόμα περισσότερο τη διαδικασία και να την ολοκληρώσει μέσα σε δύο ημέρες. Η συμφωνία εγκρίθηκε με ψήφους 69 υπέρ και 0 κατά, με την κυβέρνηση να κερδίζει επιπλέον δύο έδρες από τις 67 που είχε μετά τον σχετικά πρόσφατο μίνι ανασχηματισμό.
Ερωτηματικό η στάση της αντιπολίτευσης
Το ερώτημα που απασχολεί πολλούς στα Σκόπια είναι τι θα πράξει το VMRO-DPMNE σε περίπτωση διεξαγωγής δημοψηφίσματος, ο χρόνος πραγματοποίησης του οποίου δεν έχει ακόμη οριστικοποιηθεί. Θα κατέλθει ή θα αποφασίσει να το μποϊκοτάρει, κάτι το οποίο θα έθετε σε κίνδυνο ακόμα και την εγκυρότητα του δημοψηφίσματος (απαιτείται συμμετοχή 50%+1); Επιπλέον, άλλο ένα ερώτημα είναι το ενδεχόμενο ο Ζόραν Ζάεφ να προκηρύξει πρόωρες εκλογές, παράλληλα με το δημοψήφισμα, με σκοπό να συσπειρώσει τους οπαδούς του υπέρ της συμφωνίας αλλά και να θέσει το δίλημμα στο VMRO-DPMNE να κατεβεί ή όχι στις εκλογές.
Η αγωνία πολιτικών αναλυτών στα Σκόπια είναι τι θα συμβεί από Δευτέρα, όταν σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών της ΕΕ θα γίνει συζήτηση στο Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων περί χορήγησης ή μη ημερομηνίας έναρξης ενταξιακών συνομιλιών. Ως τη στιγμή που γράφονταν αυτές οι γραμμές, συγκλίνουσες πληροφορίες ανέφεραν ότι το Παρίσι εμφανιζόταν κάθετα αντίθετο σε οποιαδήποτε ιδέα να δοθεί «πράσινο φως» για κάτι τέτοιο τόσο για την πΓΔΜ όσο και για την Αλβανία. Κοινοτικές πηγές τόνιζαν ότι το θέμα της διεύρυνσης θα απασχολήσει και τη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 28-29 Ιουνίου, αν και κρατούσαν χαμηλά τον πήχη των προσδοκιών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ