Ενας ακόμη κύκλος ψευδαισθήσεων και αυταπατών έκλεισε τα ξημερώματα της Παρασκευής στο Λουξεμβούργο. Η απόφαση του Eurogroup για τη ρύθμιση τμήματος των χρεών μας απέχει πολύ από τις κατά καιρούς καλλιεργούμενες προσδοκίες εκ μέρους της κυβέρνησης.
Πρόκειται για μια μεσοβέζικη λύση, η οποία αντανακλά τις καχυποψίες και τις αμφιβολίες εταίρων και δανειστών για την ικανότητα της κυβέρνησης και κατ’ επέκταση της χώρας να πειθαρχήσει πραγματικά και να διαμορφώσει ενδογενώς προϋποθέσεις ανάκαμψης και εξόδου από την κρίση.
Ωστόσο η ρύθμιση δεν είναι για πέταμα. Χρέη ύψους περίπου 110 δισ. ευρώ παγώνουν μέχρι το 2032, δανειακές υποχρεώσεις μέχρι το 2020 καλύπτονται από το απόθεμα των 24 δισ. ευρώ και κάθε χρόνο μέχρι το 2022 προβλέπεται η επιστροφή των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που διακρατούν οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες, συνολικού ύψους 4,8 δισ. ευρώ, υπό τον όρο ότι θα καταγράφεται πρόοδος σε έναν ευρύ κύκλο διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων.
Επιπλέον, η προσφερόμενη λύση συνοδεύεται από τη διατήρηση ενισχυμένου καθεστώτος εποπτείας από την πλευρά των εταίρων και την επίτευξη ισχυρών πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και 2,2% από εκεί και πέρα μέχρι το 2060.
Ο δημοσιονομικός κορσές –ένα μνημόνιο μακράς διαρκείας –διατηρείται ισχυρός και απαιτητικός μέχρι το 2060, χωρίς να αφήνει περιθώρια μονομερούς αποχωρισμού.
Υπό αυτή την έννοια δεν ταιριάζουν στην περίσταση ούτε πανηγύρεις ούτε προπαγανδιστικές παράτες σαν κι αυτές που εμπνέονται οι κ.κ. Τσίπρας και Καμμένος.
Αντίθετα, οι συνθήκες επιβάλλουν σοβαρότητα, πειθαρχία και περισυλλογή για τη συνέχεια.
Κακά τα ψέματα, ο μόνος τρόπος προκειμένου να ξεφύγει η Ελλάδα από αυτή τη μέγγενη διαρκούς λιτότητας δεν είναι άλλος απ’ αυτόν της ανάπτυξης. Η Ελλάδα θα ορθοποδήσει μόνο αν από τώρα και μέχρι το 2022 επιτύχει ρυθμούς ανάπτυξης υψηλότερους του 3% τον χρόνο.
Μόνο στην περίπτωση αυτή θα ξεπεραστούν οι αμφιβολίες και οι καχυποψίες του διεθνούς οικονομικού συστήματος, θα επιστρέψει η εμπιστοσύνη και θα δημιουργηθεί μια αλυσίδα θετικών εξελίξεων για τις επιχειρήσεις, τους εργαζομένους και το ίδιο το κράτος.
Μόνο έτσι θα αμβλυνθούν οι συνέπειες της διατηρούμενης λιτότητας, θα καταστεί δυνατή η μείωση της ανεργίας, η αύξηση των εισοδημάτων και κατ’ επέκταση η αύξηση των δημοσίων πόρων, μέσω των οποίων θα επιτραπεί η επιστροφή χρημάτων στον χειμαζόμενο, επί μία δεκαετία, ελληνικό λαό.
Με τη διαφορά ότι κάτι τέτοιο δεν μπορεί να εξασφαλιστεί από πρόσωπα και δυνάμεις που ορίζονται από ιδεοληψίες, προκαταλήψεις και μονομέρειες.
Η Ελλάδα τούτη την ώρα έχει ανάγκη από εμπνευσμένη ηγεσία, με παράσταση του σύγχρονου κόσμου, που πιστεύει στη δράση του ιδιωτικού τομέα και δύναται να απορροφήσει τις αναπτυξιακές
εμπειρίες άλλων χωρών.
Για να βγούμε από τη διπλή μέγγενη του χρέους και της λιτότητας χρειάζεται ένα συμβόλαιο ανάπτυξης με τον ελληνικό λαό, που θα δίνει χώρο στις επενδύσεις, θα ελευθερώνει τις παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, θα ξεπερνά ιδιοτελή σχήματα και σχέδια και θα υποστηρίζει χωρίς αποκλεισμούς εκείνους που πραγματικά δημιουργούν.
Είναι ευκαιρία τώρα να ξεπεραστούν όλες οι αγκυλώσεις, να ανοίξει η παιδεία, να ελευθερωθούν μεγάλες επενδύσεις, να δημιουργηθούν τεχνολογικά πάρκα και ειδικές αναπτυξιακές ζώνες σε όλη την Ελλάδα, να συνδεθεί ο τουρισμός με την ελληνική παραγωγή, να διευρυνθούν οι δεσμοί της εξωστρεφούς ναυτιλίας με την ηπειρωτική χώρα, να αναδειχθούν οι παραγωγικές δυνατότητες των εξωστρεφών μονάδων, να αλλάξει συνολικά ο προσανατολισμός της ελληνικής οικονομίας.
Μόνο ένα πανεθνικό κύμα ανάπτυξης και σύνδεσης με τις δημιουργικές δυνάμεις μπορεί να αλλάξει τη μοίρα του τόπου.
ΤΟ ΒΗΜΑ
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ