Μια πολωτική και διχαστική, αλλά στην ουσία της άχαρη συζήτηση, έγινε στη Βουλή για το Μακεδονικό. Τα κόμματα, ιδίως η κυβέρνηση και η αξιωματική αντιπολίτευση, είχαν πιάσει από πριν τα μετερίζια τους και δεν μετακινήθηκαν από αυτά ούτε πόντο. Το εθνικό θέμα ήταν το πρόσχημα για μια προεκλογικού χαρακτήρα σύγκρουση, την οποία ο Αλέξης Τσίπρας και ο Νίκος Κοτζιάς είχαν σκηνοθετήσει σε κάθε λεπτομέρεια και η ΝΔ παρακολουθούσε σαν νευρικός θεατής.
Ο Πρωθυπουργός μπήκε στην αίθουσα της Ολομέλειας περίπου στο μέσον της ομιλίας του Πάνου Καμμένου, ο οποίος με αλλοπρόσαλλα επιχειρήματα και τις συνήθεις ύβρεις και συκοφαντίες του προσπαθούσε να πείσει ότι είναι υπεύθυνος συγκυβερνήτης και μαχητικός μακεδονομάχος ταυτόχρονα. Η εμφάνιση του υπουργού Εθνικής Άμυνας θα έφερνε σε δύσκολη θέση κάποιον άλλον Πρωθυπουργό, αλλά όχι τον κ. Τσίπρα που χαμογελούσε ενθαρρυντικά στον κυβερνητικό εταίρο του όταν μιλούσε για τη συνεργασία τους και το μέλλον της και στρεφόταν προς το μέρος του επιζητώντας την κατάφαση του.
Ο κ. Τσίπρας δεν μπήκε στην αίθουσα για να υπερασπιστεί τη συμφωνία για το Μακεδονικό και να πείσει για την ορθότητα της απόφασης του. Μέχρι να ανεβεί στο βήμα στόχος του ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, τον οποίο υποτιμούσε με κάθε τρόπο για να τονώσει τη δική του Κοινοβουλευτική Ομάδα, την οποία κοιτούσε κατά κύριο λόγο στην ομιλία του. Όση ώρα μιλούσε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο πρωθυπουργός τον σχολίαζε με τον κ. Κοτζιά που καθόταν δίπλα του γελώντας κοροϊδευτικά, αφοσιωνόταν στο κινητό του, δεν κρατούσε σημειώσεις όπως έκανε σε άλλες συνεδριάσεις, μόνο τρεις φορές έπιασε το στυλό του. Η στάση του ήθελε να πει ένα πράγμα: «δεν μετράς ως αντίπαλος μου».
Η αλαζονεία του ήταν ενοχλητική σε σχέση με τη βαρύτητα του θέματος που συζητούσε η Βουλή, αλλά ο κ. Τσίπρας γνωρίζει πολύ καλά την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ η οποία λειτουργεί σαν ένα κοπάδι πυράγχας και όχι ως ομάδα προσώπων με εξατομικευμένα χαρακτηριστικά. Με ένα νεύμα του, με ένα σήκωμα του φρυδιού, οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ ορμάνε να κατασπαράξουν τον αντίπαλο. Στη γυάλα της Ολομέλειας οι βουλευτές της ΝΔ μοιάζουν με εύκολο θήραμα. Η αστική τους παιδεία δεν τους επιτρέπει να φτάσουν στα βάθη που καταδύονται με ευκολία οι αντίπαλοι τους. Το θήραμα το παρέδωσε ημιθανές στην κυβερνητική πλειοψηφία ο υπουργός Εξωτερικών, κραδαίνοντας ένα πακέτο (φρέσκο)αποχαρακτηρισμένων εγγράφων από προηγούμενες διαπραγματεύσεις, μπερδεύοντας εσκεμμένα κυβερνήσεις, υπουργούς, χρονικές περιόδους, ειρωνευόμενος αυτάρεσκα τη ΝΔ και στοχεύοντας στην Ντόρα Μπακογιάννη (αλλά όχι στον Κώστα Καραμανλή), στην οποία δεν δόθηκε χρόνος να απαντήσει παρότι εκείνη το είχε ζητήσει από τον Νίκο Βούτση προτού ξεκινήσει η συζήτηση.
Οι ειρωνείες του κ. Κοτζιά έπεφταν στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ σαν δροσερό νερό σε καυτή άμμο. Εκδικητικά γέλια, ένταση, μίσος στα βλέμματα, ξέφρενο χειροκρότημα ακόμα -ή ίσως περισσότερο- από τους βορειοελλαδίτες βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που άκουγαν ότι οι άλλοι ήταν χειρότεροι από αυτούς, τα ίδια και περισσότερα είχαν δώσει στα Σκόπια και τώρα τους κουνούσαν υποκριτικά το δάχτυλο. «Ακούστε και μην μιλάτε!», «Αύριο έχει εξετάσεις», φώναζαν προς τη ΝΔ. Αυτοί οι βουλευτές όμως πριν κερδίσουν το κλέος για την ιστορική συμφωνία θα χρειαστεί να αναμετρηθούν με τους ψηφοφόρους τους, οι οποίοι αν επαληθευτούν οι δημοσκοπήσεις δεν είναι ενθουσιασμένοι από τη λύση που έδωσε η κυβέρνηση στο Μακεδονικό. Το βαθιά προβληματικό, ωστόσο, είναι η αντίληψη της κυβέρνησης για τη Βουλή, την οποία αντιμετωπίζει σαν θέατρο ταπείνωσης των αντιπάλων της και όχι ως χώρο δημοκρατικού διαλόγου και ευπρεπούς αντιπαράθεσης. Ένα περίκλειστο σύστημα εξουσίας με αναφορές στην ΕΣΣΔ και στην Αν. Γερμανία, τις οποίες διαφήμισε ο υπουργός Εξωτερικών, θέλει να οδηγήσει τη χώρα στις αγορές και στην καπιταλιστική ανάπτυξη, μέσα από το μίσος και τον διχασμό. Η παραδοξότητα που προσπαθεί να μεταμορφωθεί σε κανονικότητα με τους επαίνους των παλιών εχθρών και τον προσεταιρισμό των αντιπάλων που λοιδορούσε, χωρίς να εγκαταλείπει το κουκούλι που την εξέθρεψε.