Η πρόταση δυσπιστίας της ΝΔ κατά της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ θα έχει την τύχη, κατά πάσα πιθανότητα, που είχαν όλες οι προηγούμενες. Στη μεταπολεμική Βουλή έχουν υποβληθεί 17 προτάσεις δυσπιστίας. Οι 14 στρέφονταν κατά της κυβέρνησης και οι 3 κατά μελών της. Ουδεμία κατέληξε σε άρση της εμπιστοσύνης της Βουλής προς την κυβέρνηση κατά της οποίας στρεφόταν. Ωστόσο, πάντα συνιστούσε κορυφαία κοινοβουλευτική και πολιτική πράξη.
Το Κυπριακό και οι εκλογές «βίας και νοθείας»
Σε τρεις περιπτώσεις, το 1962, το 1963 και το 1966, είχαμε… διπλές προτάσεις δυσπιστίας: προέρχονταν από την Ενωση Κέντρου και την ΕΔΑ και στρέφονταν οι δύο πρώτες κατά των κυβερνήσεων Καραμανλή και η τρίτη κατά της κυβέρνησης Στεφανόπουλου. Η πρόταση δυσπιστίας αποτελεί ισχυρό κοινοβουλευτικό «χαρτί» στα χέρια της εκάστοτε αντιπολίτευσης και σηματοδοτεί την ευθεία αμφισβήτηση της πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης, η οποία πάντως κατά βάση βγαίνει συσπειρωμένη.
Το 1956 υποβλήθηκε πρόταση δυσπιστίας από την αντιπολίτευση που συγκροτούσε τον συνασπισμό της Δημοκρατικής Ενωσης (Κόμμα Φιλελευθέρων, Δημοκρατικό Κόμμα, ΕΔΑ κ.ά.) κατά της κυβέρνησης της νεοσύστατης ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή για το Κυπριακό, για θέματα οικονομικής πολιτικής και «εύνοιας προς συγκεκριμένα πρόσωπα», καθώς και για θέματα δημόσιας τάξης λόγω των αιματηρών επεισοδίων της 9ης Μαΐου. Η πρόταση κατατέθηκε στις 14 Μαΐου και συζητήθηκε επί τριήμερον, από τις 21 έως 24 Μαΐου 1956, ενώ επί συνόλου 290 ψηφισάντων «υπέρ» τάχθηκαν 127 βουλευτές και «κατά» 162 (ένας αρνήθηκε ψήφο).
Στις 16 Ιανουαρίου 1962 η Ενωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου και η ΕΔΑ κατέθεσαν πανομοιότυπες προτάσεις δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Καραμανλή που είχε προκύψει από τις εκλογές του Οκτωβρίου 1961, γνωστές και ως εκλογές «βίας και νοθείας». Ο Καραμανλής μάλιστα ζήτησε να ξεκινήσει αμέσως η σχετική διαδικασία, αλλά ο Παπανδρέου αρνήθηκε. Ετσι η συζήτηση ξεκίνησε στις 18 Ιανουαρίου με τον Παπανδρέου να δηλώνει ότι «δεν θεωρούμεν νόμιμον την σημερινήν κυβέρνησιν». «Υπέρ» των προτάσεων τάχθηκαν 111 βουλευτές, ενώ την καταψήφισαν 173 βουλευτές και δύο «ανεξάρτητοι του Κέντρου» δήλωσαν «παρών».
Το 1963 υποβλήθηκε και άλλη πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Καραμανλή από την ΕΔΑ. Αφορούσε την αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης αλλά και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση μετά τη συμφωνία σύνδεσης της χώρας με την ευρωπαϊκή κοινότητα (ΕΟΚ) το 1961. Είναι η περίοδος του «ανένδοτου αγώνα» που έχει κηρύξει η Ενωση Κέντρου, η οποία όμως διαφώνησε με την κίνηση της ΕΔΑ και δεν πήρε μέρος στη συζήτηση, αποτιμώντας την πρόταση δυσπιστίας ως άκαιρη. Η πρόταση κατατέθηκε στις 8 Φεβρουαρίου 1963 και συζητήθηκε από τις 11 έως τις 14 Φεβρουαρίου. Δεν πέρασε καθώς από τους 187 βουλευτές που ψήφισαν μόνο οι 14 τάχθηκαν «υπέρ», ενώ 173 «κατά».
Διπλή πρόταση δυσπιστίας κατατέθηκε τρεις μήνες αργότερα, στις 3 Μαΐου 1963, και στρεφόταν και πάλι κατά της κυβέρνησης Καραμανλή. Η μια ήταν της Ενωσης Κέντρου και η άλλη της ΕΔΑ και συζητήθηκαν ταυτόχρονα. Το θέμα τους ήταν η εξωτερική πολιτική, καθώς και θέματα οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Ο Καραμανλής δεν πήρε μέρος στη συζήτηση. Τον εκπροσώπησε ο αντιπρόεδρός του Παναγιώτης Κανελλόπουλος. Οι προτάσεις δυσπιστίας απορρίφθηκαν. Στην ψηφοφορία έλαβαν μέρος 194 βουλευτές. «Υπέρ» τάχθηκαν 17 και καταψήφισαν 177 βουλευτές.
Μομφή κατά της κυβέρνησης «αποστατών»
Αλλες δύο προτάσεις δυσπιστίας της Ενωσης Κέντρου και της ΕΔΑ υποβλήθηκαν στις 19 Απριλίου 1966 κατά της κυβέρνησης («αποστατών») του Στέφανου Στεφανόπουλου. Η πρόταση της ΕΚ αφορούσε την πολιτική ανωμαλία της περιόδου (είχε προηγηθεί η αποστασία και τα Ιουλιανά του 1965), το αστυνομικό κράτος, το Κυπριακό κ.λπ. και της ΕΔΑ την εξωτερική και εσωτερική πολιτική, τις δημόσιες ελευθερίες και την καταπάτηση του Συντάγματος. Τα μεσάνυχτα της 25ης Απριλίου η κυβέρνηση διασώθηκε με μία ψήφο. «Υπέρ» της πρότασης ψήφισαν 147 και «κατά» 151, ενώ ένας «αποστάτης» βουλευτής, ο καθηγητής Ρουσόπουλος, ψήφισε «παρών».
Από το σκάνδαλο Κοσκωτά στο Χρηματιστήριο και στην ΕΡΤ
Η πρώτη πρόταση δυσπιστίας που κατατέθηκε κατά τη Μεταπολίτευση ήταν της ΝΔ κατά της κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου για την εξωτερική πολιτική και την οικονομία. Κατατέθηκε στις 2 Ιουνίου 1988 και συζητήθηκε από τις 5 έως τις 7 Ιουνίου. «Υπέρ» ψήφισαν 123 βουλευτές και «κατά» 157. Μάλιστα υπεβλήθη κατά τη διάρκεια του κοινοβουλευτικού ελέγχου, η συνεδρίαση διακόπηκε και η συζήτηση έγινε ύστερα από τρεις ημέρες.
Πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Παπανδρέου υποβλήθηκε και για το σκάνδαλο Κοσκωτά στις 9 Μαρτίου 1989 και συζητήθηκε από τις 11 έως τις 13 Μαρτίου και απορρίφθηκε, αφού επί 279 ψηφισάντων «υπέρ» ψήφισαν 123 και «κατά» 155, με ένα «παρών».
Στις 27 Μαρτίου 1993 είχαμε την πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη για το Σκοπιανό. Για την ακρίβεια, υπήρξε αίτημα ενημέρωσης της Βουλής από τον πρωθυπουργό για τις εξελίξεις στο θέμα (σύμφωνα με το άρθρο 142Α του Κανονισμού της Βουλής), το οποίο μετατράπηκε από τους βουλευτές του ΠαΣοΚ σε πρόταση δυσπιστίας και η συζήτηση ξεκίνησε αμέσως.
Μετά την κυβερνητική αλλαγή του Οκτωβρίου 1993, στο «τιμόνι» της χώρας επανήλθε η κυβέρνηση του ΠαΣοΚ. Στις 8 Ιανουαρίου 1996, μέσα σε ένα κλίμα ζοφερό, η ΝΔ υπέβαλε πρόταση δυσπιστίας με την επίκληση της ακυβερνησίας της χώρας εξαιτίας της νοσηλείας του Ανδρέα Παπανδρέου στο «Ωνάσειο». Η πρόταση συζητήθηκε αμέσως από τις 8 έως τις 10 Ιανουαρίου και καταψηφίστηκε από 168 βουλευτές, έναντι 118 που τη στήριξαν.
Το 1999 υποβλήθηκε πρόταση δυσπιστίας κατά μέλους της κυβέρνησης Σημίτη. Αφορούσε τον τότε υπουργό Εθνικής Αμυνας Γεράσιμο Αρσένη σχετικά με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Κατατέθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1999 και συζητήθηκε έπειτα από διακοπή λίγων ωρών. Απορρίφθηκε με 163 ψήφους έναντι 127.
Πρόταση δυσπιστίας κατά μέλους της κυβέρνησης Σημίτη είχαμε και το 2001. Αφορούσε τον τότε υπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Γ. Παπαντωνίου για την υπόθεση του Χρηματιστηρίου. Κατατέθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2001 και συζητήθηκε ύστερα από διακοπή δύο ωρών, ενώ διήρκεσε μέχρι την 1η Φεβρουαρίου. Επί 288 ψηφισάντων, «υπέρ» της πρότασης τάχθηκαν 125 βουλευτές, «κατά» 154, «παρών» δήλωσαν 9 βουλευτές και 12 απουσίαζαν από την ψηφοφορία.
Στις 2 Φεβρουαρίου 2007 υποβλήθηκε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης της ΝΔ υπό τον Κώστα Καραμανλή με θέμα τη δημόσια παιδεία και την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος, αλλά αφορούσε και θέματα της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής. Η συζήτηση διήρκεσε από τις 2 έως τις 4 Φεβρουαρίου 2007 και επί συνόλου 286 ψηφισάντων, «υπέρ» δήλωσαν 122, «κατά» 164 και 14 απουσίαζαν.
Αλλη μια πρόταση δυσπιστίας υποβλήθηκε από το ΠαΣοΚ κατά της κυβέρνησης Καραμανλή στις 26 Μαρτίου 2008 και συζητήθηκε έπειτα από διακοπή δυο ωρών, μέχρι τις 28 Μαρτίου. Απορρίφθηκε καθώς 152 βουλευτές την καταψήφισαν και μόνο 138 τη στήριξαν, ενώ 10 βουλευτές δήλωσαν «παρών».
Στις 7 Νοεμβρίου 2013 ο ΣΥΡΙΖΑ, ως αξιωματική αντιπολίτευση πλέον, υπέβαλε πρόταση δυσπιστίας κατά της κυβέρνησης Σαμαρά σχετικά με το «μαύρο» στην ΕΡΤ. Συζητήθηκε από την επόμενη μέρα και έως τις 10 Νοεμβρίου και απορρίφθηκε από 153 βουλευτές, έναντι 124 που την υπερψήφισαν, ενώ 17 δήλωσαν «παρών».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ