«Υπερψηφίζω την πρόταση δυσπιστίας. Απαξ και υπογραφεί η συμφωνία παράγει έννομα αποτελέσματα και καμία κυβέρνηση δεν θα μπορεί αύριο ούτε να την αρνηθεί ούτε να μην την υποστηρίξει. Εχετε καιρό ακόμη αυτές τις βασικές και μεγάλες αδυναμίες της συμφωνίας να τις αλλάξετε», δήλωσε η πρώην υπουργός της ΝΔ Ντόρα Μπακογιάννη.
Όπως τόνισε απευθυνόμενη προς την κυβέρνηση, «πανηγυρίζετε για μια κακή συμφωνία. «Παρουσιάζετε τα εύκολα για δύσκολα. Ας μην γελιόμαστε. Αν εμείς είχαμε κάνει αυτές τις παραχωρήσεις, αυτές τις εκπτώσεις, θα είχαμε φτάσει σε συμφωνία πριν δέκα χρόνια. Και τζάμπα. Χωρίς να διχάσουμε τους Έλληνες, όπως κάνατε εσείς», τόνισε.
Η κυρία Μπακογιάννη αναφέρθηκε στο παρελθόν της υπόθεσης διατυπώνοντας αιχμές για την επίμαχη περίοδο της δεκαετίας του ’90, κατά την οποία ο Αντ. Σαμαράς αντιτάχθηκε στην πολιτική εξεύρεσης λύσης στο Σκοπιανό από τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, με αποτέλεσμα την πτώση της κυβέρνησης της ΝΔ το 1993.
«Οφείλουμε στο λαό την αλήθεια. Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, 30 χρόνια τώρα, το Σκοπιανό έχει στιγματίσει τη διεθνή παρουσία της χώρας. Όλοι όσοι προσεγγίζουμε το θέμα ψύχραιμα και νηφάλια, συμφωνούμε ότι όχι μόνο μπορούσαμε, αλλά έπρεπε από τις αρχές του 1990 να είχαμε βρει λύση. Όμως, τότε, δυστυχώς, μας κάλυψε το κύμα του λαϊκισμού και της πατριδοκαπηλίας. Κέρδισε ο τυχοδιωκτισμός. Κέρδισε ο καιροσκοπισμός», είπε χαρακτηριστικά.
Η κυρία Μπακογιάννη κατηγόρησε τον πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρας ο οποίος, όπως ανέφερε, «μας είπε ότι υπηρετεί την εθνική γραμμή που χαράξαμε το 2007 και το 2008».
«Λίγο πολύ παρουσιάστηκε ως η φυσική συνέχεια της δικής μας πολιτικής», σχολίασε η κυρία Μπακογιάννη, σημειώνοντας: «Αναρωτιέμαι αν αυτό καταδεικνύει την άγνοιά του ή απλώς ακόμα μια σημαία ευκαιρίας», ενώ τον κατηγόρησε και για το ότι επικαλέστηκε τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Όσον αφορά την διαπραγματευτική στρατηγική της Ελλάδας επί διακυβέρνησης Κ. Καραμανλή, είπε ότι «κάναμε μια ειλικρινή προσπάθεια αναζήτησης συμφωνίας, όμως μιας συμφωνίας βιώσιμης, έντιμης, ρεαλιστικής και εφαρμόσιμης».
Όπως υπογράμμισε, «ουδέποτε αμφισβήτησα το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, στην ιθαγένεια, όμως, η πάγια ελληνική θέση, τουλάχιστον μέχρι πριν λίγες μέρες, ήταν ότι έπρεπε να περιγραφεί ως “πολίτες της τάδε χώρας”, με το ισχυρό επιχείρημα ότι πρόκειται για πολυπολιτισμική χώρα και η ιθαγένεια οφείλει να εκφράζει όλες τις εθνοτικές ομάδες».
Ενώ όσον αφορά την γλώσσα είπε ότι «ήμασταν ξεκάθαροι: χαρακτηρισμός που θα συνδέεται με τη νέα ονομασία του κράτους».