«Η Μακεδονία είναι μία και είναι Ελληνική», Κ. Καραμανλής.
«Η Μακεδονία είναι η ψυχή μας», Α. Παπανδρέου.
Δύο ιστορικές φυσιογνωμίες της δεξιάς και της κεντροαριστεράς με λίγες λέξεις σηματοδότησαν την εθνική γραμμή μας, όταν το «κρατίδιο» των Σκοπίων ανεξαρτητοποιήθηκε και ο πρώτος Πρόεδρος Γκλιγκόροφ δήλωνε ότι: «Σλάβοι είμαστε και ήρθαμε σε αυτή την περιοχή τον 6ο αιώνα μ.χ. Δεν έχουμε καμία σχέση με τους αρχαίους Μακεδόνες». Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια.
Έξι βαριά ονόματα του πολιτισμού και της επιστήμης, έκαναν δήλωση (1992) και ευχήθηκαν να ακουσθεί ο λόγος τους ότι «Για εμάς, η ψυχή μας, είναι το όνομά μας- Μακεδονία» (Ο. Ελύτης, Μ. Μερκούρη, Γ. Γεωργάκης, Ελ. Αρβελέρ, Δ. Τσάτσος, Αρ. Μάνεσης).
Αυτή την εθνική γραμμή, ο χρόνος, οι πολιτικές συνθήκες ή οι αδύναμες πολιτικές ηγεσίες την ξεθώριασαν. Διότι, η πρόσφατη υπό εξέλιξη συμφωνία απέχει παρασάγκας από αυτή την εθνική στρατηγική. Οι εξελίξεις και η ιστορία θα κρίνουν τη συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ. Αλλά σήμερα τρέχουν οι εξελίξεις, βαραίνουν το πολιτικό κλίμα και διχάζουν τον λαό μας. Από τη μία το μέτωπο των πατριωτών και από την άλλη των εθνο-προδοτών.
Σε μια περίοδο που ο ορίζοντας των εθνικών μας θεμάτων είναι «καυτός» και επικίνδυνος στα Ανατολικά μας (Αιγαίο – Κύπρος – Μ. Ανατολή), η κυβέρνηση έκρινε ως προτεραιότητα να λύσει το Μακεδονικό. Αφού στο εθνικό πεδίο η επίλυση του Κυπριακού απέτυχε και το ταξίδι του Ερντογάν στην Ελλάδα αντί να λύσει προβλήματα έφερε νέες απειλές.
Η επίλυση του Μακεδονικού, με τις ευλογίες και τις πιέσεις ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Γερμανίας (για ένταξη των Σκοπίων σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε) εξυπηρετούσε τις επιλογές της κυβέρνησης: Να εμφανίσει στο εκλογικό σώμα μία μεγάλη επιτυχία (επίλυση Μακεδονικού), αφού στα άλλα μέτωπα οικονομικά, κοινωνικά τα πράγματα δεν πάνε καλά. Και για να καρπωθεί μάλιστα όλη την επιτυχία (εκεί που όλοι οι άλλοι απέτυχαν, (δηλώσεις κ. Τσίπρα) με τους χειρισμούς της, αντί να ενώσει τον λαό σε έναν εθνικό στόχο, ο διχασμός καλπάζει σε όλο το σώμα της χώρας. Ποιος ευθύνεται γι΄αυτό; Ποιος είχε την πρωτοβουλία; Πως διαχειρίστηκε και διαπραγματεύθηκε ένα εθνικό θέμα; Είναι ζητήματα στα οποία ο κάθε πολίτης μπορεί να διατυπώσει ελεύθερα την άποψή του.
Να σημειώσουμε ότι:
Οι αρχηγοί των κοινοβουλευτικών κομμάτων μέχρι χθες ζητούσαν να τους δοθεί το κείμενο της συμφωνίας!!! Μάθαιναν μέχρι πριν λίγες μέρες για το τι διαπραγματεύεται η κυβέρνηση στις ειδήσεις των ΜΜΕ. Με αυτές τις διαδικασίες διαπραγμάτευσης πως να διαμορφωθεί κλίμα συνεννόησης και σύνεσης στα εθνικά θέματα;
Ορισμένοι θα πούνε με τα διαδικαστικά ασχολείσαι. Φαίνεται ότι κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν ότι: Ο τρόπος που διαπραγματεύεσαι, ο χρόνος, οι διαδικασίες διαμόρφωσης εθνικής γραμμής (με τα κοινοβουλευτικά κόμματα) και η κατάσταση κύρους – ισχύος της χώρας είναι καθοριστικά στοιχεία για μια «εθνική συμφωνία» που θα ενώνει και δεν θα διχάζει τον λαό μας. Όλες τις μεγάλες καταστροφές και τραγωδίες που έζησε ο λαός μας, είχαν στο επίκεντρο τον διχασμό και το εμφύλιο – πολεμικό πνεύμα.
Σήμερα με τη δημοσιοποίηση της συμφωνίας κόμματα και πολίτες βρέθηκαν βαθύτατα διχασμένοι:
Οι κυβερνώντες βλέπουν τη συμφωνία ως ποτήρι «μισογεμάτο (ή μάλλον πολύ γεμάτο) και η αντιπολίτευση το βλέπει «μισοάδειο». Αυτή η κατάσταση δημιουργεί εκ των πραγμάτων κλίμα πόλωσης. Ο άλλος κυβερνητικός εταίρος (ΑΝΕΛ), με δηλώσεις του, καταγγέλλει τη συμφωνία από τη στιγμή που στο ονοματολογικό υπάρχει η λέξη Μακεδονία. (Καταγγέλλει βέβαια, αλλά και συμπολιτεύεται. Είναι της μόδας άλλα να λες και άλλα να κάνεις). Ο κ. Τσίπρας, όχι μόνον δεν καταδικάζει αυτή τη στάση, αλλά την επαινεί ως στάση αξιών!!! Οι αντιφάσεις αυτές εντείνουν τη σύγκρουση και η εικόνα της Βουλής είναι δυστυχώς θλιβερή.
Ακούσθηκαν βέβαια και εκτός Βουλής σκληρές δηλώσεις για το «μισοάδειο» ή «μισογεμάτο» ποτήρι της συμφωνίας, όπως του Μ. Θεοδωράκη: «Μετά το ΝΑΙ του κ. Τσίπρα, η μεγάλη ντροπή θα μας στιγματίζει για πάντα». Πιστεύω να μην κρίνεται και αυτός από τους κυβερνόντες, ως φασίστας ή εθνικιστής και άλλα κοσμητικά επίθετα που ακούνε όσοι δεν βλέπουν το ποτήρι της συμφωνίας τουλάχιστο «μισογεμάτο». Στην «αναμπουμπούλα ο λύκος χαίρεται». Έτσι και η ακροδεξιά, η Χρυσή Αυγή, βρήκε βήμα να απαξιώσει το Κοινοβούλιο. Προσέτρεξε όμως ο κυβερνητικός εκπρόσωπος να καταστήσει υπεύθυνη την αντιπολίτευση για το κλίμα πόλωσης. Να επανέλθουμε στο θέμα:
Η κυβέρνηση υπεραμύνεται την «ιστορική συμφωνία». Ισχυρίζεται ότι δεν δώσαμε τίποτα, παρά μόνο πήραμε!!! Το εισιτήριο – πρόσκληση του κράτους των Σκοπίων για ένταξη σε ΝΑΤΟ και Ε.Ε., με την υπογραφή της συμφωνίας εμείς το δίνουμε. Την αναγνώριση «Μακεδονικής εθνότητας», γλώσσας και ιθαγένειας εμείς την αποδεχόμαστε με αυτή τη συμφωνία.
Η Ακαδημία Αθηνών, χωρίς να πολιτεύεται, για το ονοματολογικό του κράτους των Σκοπίων, είχε επισημάνει ότι πέραν του ονόματος, κρίσιμο ζήτημα είναι το εθνολογικό, η γλώσσα και η ονοματοδοσία των πολιτών.
Τα στοιχεία αυτά αποτελούν τον πυρήνα της εθνικής ταυτότητας του κράτους των Σκοπίων και νοηματοδοτούν τον πολιτισμό του και την ιστορική εξέλιξή του.
Και τα τρία αυτά στοιχεία κυριολεκτικά παραδόθηκαν στους Σκοπιανούς και είναι ψέμα να ισχυρίζεται ο κ. Τσίπρας ότι από τη συμφωνία «βλέπει μόνο να παίρνουμε».
Κατανοεί κανείς την προσπάθεια των κυβερνόντων στα Σκόπια να ενοποιήσουν τον πληθυσμό των 2 εκ. (500 και πλέον χιλιάδες Αλβανοί, Σλάβοι και άλλες μειονότητες) και να διαμορφώσουν ένα «εθνικό» κέντρο με «εθνική» ταυτότητα, ιθαγένεια και γλώσσα. Ιστορικά η εξέλιξη αυτή, όχι πολύ μακριά απανταχού στη γη, ο «Μακεδόνας» πολίτης, ή «Μακεδονία» θα ταυτίζεται πλήρως με το κράτος των Σκοπίων και όχι με την Ελλάδα. Αυτή η κατάσταση αποτελεί, όχι τις «λεπτομέρειες της συμφωνίας στις οποίες κρύβεται ο διάβολος», αλλά τα στοιχεία που ακυρώνουν σοβαρά τα θετικά βήματα για τη συνεργασία και την ειρηνική συνύπαρξη των λαών στην περιοχή μας.
Αποδέχομαι τον λόγο και τον αντίλογο κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για το «μισοάδειο» ή το «μισογεμάτο» ποτήρι. Δεν αποδέχομαι όμως τον καταγγελτικό λόγο των κυβερνόντων να επιτίθενται σε όσους εκφράζουν διαφορετική γνώμη και διατυπώνουν επιφυλάξεις τόσο για το περιεχόμενο της συμφωνίας όσο και για τον τρόπο διαπραγμάτευσης, όταν ούτε οι αρχηγοί των κομμάτων δεν γνώριζαν μέχρι χθες το περιεχόμενο της συμφωνίας.
Είναι δικαιολογημένες οι επιφυλάξεις του λαού μας για τα μεγάλα λόγια περί «ιστορικής συμφωνίας» που επιβάλλεται από το «πατριωτικό συμφέρον». Διότι, δεν νομίζω «οι εχθροί μας», να είναι τα Σκόπια. Οι απειλές με δηλώσεις και πράξεις έρχονται από τους γείτονές μας, τους Τούρκους. Και είναι αληθινοί και καθημερινοί αυτοί οι κίνδυνοι. Αυτά είναι τα πρωταρχικά εθνικά μας πεδία, στα οποία πρέπει να διαμορφώσουμε εθνική γραμμή και να επιδιώξουμε λύσεις πριν να είναι αργά. Δεν πιστεύω, με απλά λόγια, ότι αποτελούν τα Σκόπια απειλή ή κίνδυνο για τη χώρα μας, για να γίνουμε οι επισπεύδοντες σ’ αυτή τη συγκυρία για να πάρουν το εισιτήριο οι γείτονές μας για Ε.Ε. και ΝΑΤΟ, χωρίς πρώτα να έχουν εφαρμόσει, έστω και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν.
Σίγουρα είναι θετικό βήμα, να επιδιώκεις σαν χώρα ειρηνικές σχέσεις και συνεργασίες με τους γείτονες σου. Χρειάζεται όμως και ιεράρχηση στους εθνικούς στόχους. Χρειάζεται εθνική γραμμή συναίνεσης και όχι γραμμή «κοκορομαχίας» και προσβλητικών εκφράσεων που υποβαθμίζουν και τον πολιτικό διάλογο και τη δημόσια ζωή μας. Η συζήτηση στη Βουλή και η αντιπαράθεση αρχηγών και στελεχών των κοινοβουλευτικών κομμάτων για το Μακεδονικό, έχει ήδη «δηλητηριάσει» την πολιτική ζωή και δημιουργεί φυγόκεντρες δυνάμεις στις παρατάξεις. Αυτό το «δηλητήριο» (πνεύμα διχόνοιας και διχασμού της φυλής μας πάνω από κοινωνικές τάξεις) διαχέεται στο κοινωνικό σώμα. Φαίνεται όμως, ότι η επιλογή της σύγκρουσης και του διχασμού, φωλιάζει στο DNA των κυβερνόντων. Η κυβερνητική τους εξουσία έχει ταυτισθεί με το εθνικό συμφέρον και όποιος δεν συμφωνεί είναι εχθρός.
Ανάμεσα στο «μισογεμάτο» και «μισοάδειο» ποτήρι, έστω και στο παραπέντε, πρέπει να διαμορφωθεί εθνική γραμμή ενότητας πολιτικής και κοινωνικής. Διαφορετικά το πρόβλημα του κράτους των Σκοπίων θα το κάνουμε πρόβλημά μας και στη διεθνή κοινότητα θα εκτεθούμε για μία ακόμη φορά ανεπανόρθωτα. Εάν τίποτα από τη συμφωνία δεν εγκριθεί από τον λαό των Σκοπίων, στον επόμενο κύκλο διαπραγμάτευσης θα ξεκινήσει η συζήτηση από όσα εμείς θα έχουμε αποδεχθεί σε αυτή τη συμφωνία.
Κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση σε κλίμα οξείας πόλωσης, θα φθάσουν μέχρι τις κάλπες. Το ΚΙΝΑΛ με τις διάφορες συνιστώσες, ταλαντεύεται ανάμεσα στο δίλημμα, αν το ποτήρι είναι «μισοάδειο» ή «μισογεμάτο», παρά το ότι η κα. Γεννηματά προσπαθεί να εκφράσει ενιαία στάση και γραμμή. Μία πατριωτική στάση που δεν θέλει να αναγνωρίσει «Μακεδονική εθνότητα», γλώσσα και ιθαγένεια. Η μεγάλη πλειοψηφία του λαού, πιστεύω βλέπει το ποτήρι «μισοάδειο». Άλλοι θα εκφρασθούν με διαμαρτυρίες και διαδηλώσεις και άλλοι θα μιλήσουν στην κάλπη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως φαίνεται να υπολογίζει ότι ένα μέρος 25-30% του εκλογικού σώματος, βλέπει το ποτήρι «μισογεμάτο» και συνεπώς θα συνεχίσει τη σκληρή γραμμή αντιπαράθεσης και σύγκρουσης με την αντιπολίτευση. Δυστυχώς, για μία ακόμη φορά θέλω να επισημάνω ότι τα εθνικά μας παθήματα, σε όλα τα μέτωπα δεν γίνονται μαθήματα στον πολιτικό κόσμο. Ο «τραμπισμός» ως νέα μέθοδο διακυβέρνησης, διαχέεται σε όλον τον κόσμο. Ό,τι υπάρχει σε κανονικότητα να το «ανακατεύουμε», να το πολεμάμε και να διαμορφώνουμε είτε «εθνικιστικές» φαντασιώσεις (πρώτα οι ΗΠΑ) είτε «κοσμοπολίτικες» προσεγγίσεις, « διεθνιστικές», είτε «τεστ ωριμότητας» συνεργασίας στον Βορρά, αλλά να παραβλέπουμε την πραγματική απειλή όταν οι Τούρκοι κτυπάνε την πόρτα μας.
Αν δεν αλλάξουμε νοοτροπία και δεν βρούμε τον ελάχιστο παρονομαστή συνεννόησης και συναίνεσης στις προκλήσεις που η χώρα μας αντιμετωπίζει σε εθνικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο, το μέλλον της χώρας μας θα είναι συνεχώς προβληματικό. Έχουμε γι’ αυτό ανάγκη να αναδείξουμε πολιτικές ηγεσίες που να ενώνουν και όχι να διαιρούν τον λαό. Ίσως είναι ώρα να πάμε στις κάλπες.