Την επίτευξη των στόχων των εσόδων μέσω και της μείωσης του αφορολογήτου από 1ης Ιανουαρίου 2020 αλλά και τη διατήρηση με μικρή μείωση του ΕΝΦΙΑ για τα επόμενα χρόνια προβλέπει το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2019-2022 βάζοντας τέλος στα σενάρια ότι δεν θα εφαρμοστεί το μέτρο.
Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στο σημείο του νομοσχεδίου για τους άμεσους και έμμεσους φόρους, «οι εκτιμήσεις για τη διαμόρφωση των φορολογικών εσόδων βασίζονται κυρίως στις προβλέψεις για την εξέλιξη των μακροοικονομικών δεικτών και την επίπτωση των σχετικών παρεμβάσεων (σ.σ.: μείωσης αφορολογήτου), συμπεριλαμβανομένων και των εξισορροπητικών αντίμετρων».
Ο στόχος για αυξημένα έσοδα βασίζεται στην ανάπτυξη του ΑΕΠ αλλά και στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης. Στους έμμεσους φόρους, εκτός από αυτούς του κράτους (ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης κ.ά.), έχουν συμπεριληφθεί και έσοδα των λοιπών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, όπως για παράδειγμα τα δημοτικά τέλη, τα τέλη κτηματογράφησης, το τέλος υπέρ ΕΡΤ, οι εισροές του ειδικού λογαριασμού ΑΠΕ.
Χαμηλά εισοδήματα
το άρθρο 115 του πολυνομοσχεδίου γίνονται σειρά από παρεμβάσεις τόσο για τα τεκμαρτά εισοδήματα όσο και για εκείνους που έχουν έσοδα από περιστασιακή εργασία.
Ειδικότερα, με τις προτεινόμενες διατάξεις στα εισοδήματα που αποκτούν οι περιστασιακά ή ευκαιριακά απασχολούμενοι (άνεργοι, νοικοκυρές, φοιτητές, συμμετέχοντες σε προγράμματα εργασιακής εμπειρίας κ.λπ.) και εφόσον αυτοί δεν είναι επιτηδευματίες, δηλαδή δεν έχουν κάνει έναρξη εργασιών, έχει εφαρμογή η ενιαία κλίμακα των μισθωτών –συνταξιούχων με το ισχύον αφορολόγητο.
Προϋπόθεση, το πραγματικό τους εισόδημα να μην υπερβαίνει το ποσό των 6.000 ευρώ ετησίως και το τεκμαρτό τις 9.500 ευρώ.
Στη διάταξη αυτή θα ενταχθούν και όσοι έχουν χαμηλά εισοδήματα από μισθωτή εργασία (π.χ. 60 ευρώ), καθώς και μικρά εισοδήματα από κεφάλαιο (π.χ. 62 ευρώ τόκοι). Διαφορετικά θα φορολογούνταν ως επαγγελματίες χωρίς αφορολόγητο.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ