«Συνταγή» ήπιας και προσωρινής θεραπείας για το ελληνικό χρέος επιδιώκει η Γερμανία και συστήνει επανεξέταση σε τακτά χρονικά διαστήματα.
Οπως σημειώνουν κοινοτικές πηγές, το Βερολίνο προωθεί περιορισμένη παρέμβαση ελάφρυνσης αμέσως μετά τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος και επαναδιαπραγμάτευση για περαιτέρω παρεμβάσεις μετά από 12 μήνες, εφόσον βέβαια στο μεσοδιάστημα η Ελλάδα υλοποιήσει τις δεσμεύσεις που θα αναλάβει στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας.
Από τις διαβουλεύσεις στο Washington Group και το EuroWorking Group που πραγματοποιήθηκαν στο Παρίσι προκύπτει ότι η γερμανική πλευρά αρνείται ένα εμπροσθοβαρές πακέτο μείωσης προβάλλοντας το επιχείρημα ότι η Ελλάδα δεν το έχει ανάγκη λόγω και των υψηλών πλεονασμάτων που επιτυγχάνει. Συγκεκριμένα, αποδέχεται πενταετή επιμήκυνση του χρόνου εξόφλησης των δανείων από τον EFSF (συνολικού ύψους 130 δισ. ευρώ) τη στιγμή που το ΔΤΝ ζητεί τουλάχιστον 10ετή επιμήκυνση και η Αθήνα θα ήταν ευχαριστημένη με οκτώ χρόνια.
Παράλληλα, δεν έχει δώσει ακόμη τη συγκατάθεσή της για προεξόφληση των «ακριβών» δανείων του ΔΝΤ (υπόλοιπο 11 δισ. ευρώ) με κεφάλαια από το τρέχον πρόγραμμα του ESM και τρενάρει τη συζήτηση για τα ελληνικά ομόλογα που διακρατά το ευρωσύστημα (ANFAs και SMPs).
Στην Αθήνα, θέλοντας και μη, αποδέχονται το ενδεχόμενο μιας ήπιας λύσης κατεβάζοντας τον πήχη των προσδοκιών. Ενδεικτική είναι η εκτίμηση του οικονομικού επιτελείου ότι «το ΔΝΤ θέλει μέτρα ελάφρυνσης που πηγαίνουν πέραν αυτών που προτίθεται να δώσει το Εurogroup, αλλά με βάση την ανάλυσή μας δεν τα χρειαζόμαστε».
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, το Βερολίνο επιλέγει «light ελάφρυνση» του χρέους, όχι τόσο γιατί δεν έχει εμπιστοσύνη στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, αλλά επειδή στην παρούσα φάση ανησυχεί ιδιαίτερα για τις εξελίξεις στην Ιταλία και θέλει να αποφύγει αξιώσεις για διευθέτηση και του ιταλικού δημόσιου χρέους.
Η επίδραση της Ιταλίας
Σε Κομισιόν και ΕΚΤ κάνουν ασκήσεις προσομείωσης για την πορεία της Ιταλίας. Σε αυτές λαμβάνουν υπόψη όλα τα ενδεχόμενα, όπως μια πιθανή υποβάθμιση της ιταλικής οικονομίας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, αλλά ακόμη και την είσοδο της Ιταλίας σε πρόγραμμα.
Η υποβάθμιση, που θεωρείται από πολλούς αναλυτές πιθανή, θα οδηγήσει σε μεγάλη αύξηση τις αποδόσεις των ομολόγων με άμεσο αρνητικό αντίκτυπο και στις αποδόσεις των ελληνικών τίτλων.
Αυτός είναι ο λόγος που το θέμα της προληπτικής πιστωτικής γραμμής τέθηκε εκ νέου στο EuroWorking Group. Η Ελλάδα το απέρριψε για ακόμη μία φορά αλλά οι ευρωπαίοι εταίροι εκτιμούν ότι πρέπει να παραμείνει στο τραπέζι ως δικλίδα ασφαλείας.
Επιπλέον, στο EuroWorking έγινε μια επιδερμική προσέγγιση του μοντέλου της μεταμνημονιακής εποπτείας, καθώς πρώτα θα πρέπει να αποκρυσταλλωθούν οι παρεμβάσεις για το χρέος και οι όροι που θα τις συνοδεύουν.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι το ΔΝΤ θα δώσει το «παρών» στο πρόγραμμα μεταμνημονιακής εποπτείας ως τεχνικός σύμβουλος. Το προανήγγειλε ο εκπρόσωπός του Τζέρι Ράις λέγοντας πως ακόμη και χωρίς χρηματοδοτική συμβολή μέχρι τον Αύγουστο το ΔΝΤ θα συνεχίσει να εμπλέκεται στην Ελλάδα.
Ο ίδιος σημείωσε ότι οι συζητήσεις με την ευρωζώνη συνεχίζονται αλλά στην Κομισιόν κανείς δεν ποντάρει στο ενδεχόμενο συμφωνίας ΔΝΤ – Γερμανίας.
Σε κάθε περίπτωση, οι διαπραγματεύσεις θα συνεχιστούν το επόμενο 10ήμερο και δεν αποκλείεται, αν δεν έχουμε οριστική συμφωνία με τους δανειστές, οι τελικές αποφάσεις να ληφθούν στο Eurogroup της 12ης Ιουλίου.
Επειδή όμως το τοπίο παραμένει ομιχλώδες και δεν φαίνεται στον ορίζοντα «καθαρή λύση» για το χρέος, οι αγορές παραμένουν κλειστές για την Ελλάδα. Ετσι, το υπουργείο Οικονομικών αναγκάστηκε να αναβάλει τους όποιους σχεδιασμούς για έκδοση 10ετούς ομολόγου πριν από τον Αύγουστο που λήγει το πρόγραμμα και πλέον είναι έκδηλη η ανησυχία ότι οι συνθήκες δεν θα επιτρέψουν οποιαδήποτε απόπειρα εξόδου μέχρι το τέλος του έτους.
«Καψώνι» με την υποδόση
Ανεπαρκή έκρινε το Συμβούλιο του ESMτα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών για την εξόφληση ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα και δεν προχώρησε την Παρασκευή στην προγραμματισμένη αποδέσμευση της υποδόσης του 1 δισ. ευρώ.
Ο ESM ζήτησε επιβεβαίωση για μια σειρά πληρωμών προκειμένου να συνεδριάσει εκ νέου την ερχόμενη εβδομάδα, μιας και τα χρήματα είναι διαθέσιμα έως τις 15 Ιουνίου. Στην κυβέρνηση υποστηρίζουν ότι δεν τίθεται θέμα ανησυχίας, ενώ η ΝΔ εκτιμά ότι η καθυστέρηση είναι δείγμα «κυβερνητικής ανικανότητας και αδιαφορίας».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ