Τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ κάνουν λόγο για ανάπτυξη 2,3% σε ετήσια βάση το πρώτο τρίμηνο του 2018. Σε αυτό συνέβαλε η αύξηση των εξαγωγών παρά το ότι οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου μειώθηκαν, σε ετήσια βάση, κατά 10,4%. Στο βαθμό που η ανάπτυξη ενισχυθεί περαιτέρω, θα μπορούσε η κυβέρνηση Τσίπρα να ανακτήσει μέρος των εκλογικών απωλειών που δείχνουν, τουλάχιστον έως σήμερα, όλες οι δημοσκοπήσεις.
Ανεξάρτητα όμως από τον ρυθμό ανάπτυξης του 2018, οι εκλογές, όταν αυτές λάβουν χώρα, θα (πρέπει να) κριθούν κατά κύριο λόγο από την ποιότητα και τον ρεαλισμό των κυβερνητικών προγραμμάτων. Το ολιστικό πρόγραμμα ανάπτυξης του κ. Τσίπρα, τουλάχιστον με βάση τα όσα έχουμε δει μέχρι σήμερα, θεωρείται εξαιρετικά γενικόλογο. Από την άλλη πλευρά, ο αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι περισσότερο προσεκτικός καθώς μιλάει για αύξηση του κατώτατου μισθού όχι με αυθαίρετη νομοθετική ρύθμιση (όπως θα ήθελε η κυβέρνηση) αλλά μάλλον με όρους αγοράς όταν το επιτρέψουν οι συνθήκες. Έρχεται, έτσι, περισσότερο κοντά σε πρόσφατη ανάλυση μου στο ΒΗΜΑ
για το συγκεκριμένο θέμα.
Ταυτόχρονα, όμως, ο κ. Μητσοτάκης μιλάει για ανάπτυξη 4% όταν τον ψηφίσει ο ελληνικός λαός. Για να «εκτιναχθεί» το ελατήριο της ανάπτυξης στο 4% θα πρέπει βεβαίως να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας. Αυτό, μεταξύ άλλων, πρακτικά σημαίνει ότι πρέπει να ανακόψουμε τον ρυθμό φυγής ταλέντων από την χώρα. Και τούτο επειδή σύμφωνα με το Global Competitiveness Report 2017-2018, η Ελλάδα κατατάσσεται στο συγκεκριμένο δείκτη μόλις στην 131η θέση μεταξύ 137 κρατών. Η διατήρηση ταλέντου εντός της χώρας αποτελεί το στοίχημα της κάθε κυβέρνησης καθώς κάτι τέτοιο θα μπορούσε να βελτιώσει τις ανταγωνιστικές προοπτικές της χώρας μας.
Πέραν της μείωσης του φορολογικού συντελεστή των επειχειρήσεων (αυτό έχει χιλιοειπωθεί) θα αναφερθώ στην ταχεία μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία, ευρισκόμενα σήμερα στο 45,57% του συνόλου των δανείων, περιορίζουν σε μεγάλο βαθμό την διάθεση νέων επιχειρηματικών δανείων τα οποία θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε εξωστρεφείς επενδύσεις έτσι ώστε το 2,3% ανάπτυξη που είδαμε σήμερα, μέσω κυρίως των εξαγωγών, να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο.
Σε κάθε περίπτωση, το 4% για το οποίο μιλά ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να επιτευχθεί αλλά, πολύ φοβάμαι, ότι μόνο προσωρινά. Δηλαδή το 4% δεν είναι διατηρήσιμο. Αυτό νομίζω ότι πρέπει να επισημανθεί από τον αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ώστε να μην δημιουργούνται φρούδες ελπίδες τις οποίες τόσο πολύ πλήρωσε ο ελληνικός λαός πιστεύοντας, στο παρελθόν, πολιτικούς οι οποίοι υποσχέθηκαν τα απραγματοποίητα τύπου «θα σκίσουμε τα Μνημόνια».
Ο κ. Κώστας Μήλας είναι καθηγητής και πρόεδρος του Ερευνητικού Τομέα στο Τμήμα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool