«Τα επιτόκια είναι η μητέρα και ο πατέρας όλων των κακών», «Ποιοι είστε εσείς που θα μας αξιολογήσετε;» (προς τους οίκους αξιολόγησης), «οι ξένοι», το «εβραϊκό λόμπι» και «το λόμπι των επιτοκίων» φταίνε για την πτώση της τουρκικής λίρας, η (υποτίθεται ανεξάρτητη) Κεντρική Τράπεζα της Τουρκίας «δεν μπορεί να αγνοεί τα μηνύματα του προέδρου… Οταν ο κόσμος δυσκολεύεται λόγω της νομισματικής πολιτικής, ποιον θα θεωρήσει υπεύθυνο; Τον πρόεδρο».
Αυτές είναι μερικές από τις δηλώσεις που έχει κάνει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν το τελευταίο διάστημα και οι οποίες έχουν καταβαραθρώσει την τουρκική λίρα και έχουν ανησυχήσει πολύ τους ξένους επενδυτές. Η οικονομία της χώρας είναι στα πρόθυρα της κατάρρευσης και οι δηλώσεις του τούρκου προέδρου μοιάζουν να της δίνουν τη χαριστική βολή. Σε βαθμό που στελέχη της αντιπολίτευσης κατηγορούν τον Ερντογάν ότι επίτηδες πλήττει την τουρκική οικονομία για να δημιουργήσει ένα αίσθημα έκτακτης ανάγκης και οι ψηφοφόροι να στραφούν προς αυτόν για να σωθούν.
Η άποψη αυτή έρχεται σε αντίθεση με άλλη άποψη, επικρατέστερη εκτός Τουρκίας, ότι ο Ερντογάν προκήρυξε τις εκλογές 16 και πλέον μήνες νωρίτερα ακριβώς για να αποφύγει το πλήγμα στη δημοτικότητά του που θα καταφέρουν τα προβλήματα της τουρκικής οικονομίας.
Ηρθε η ώρα του «λογαριασμού»
Η λίρα έχει χάσει το 20% της αξίας της έναντι του δολαρίου από την αρχή του χρόνου και συνεχίζει να πέφτει, το εξωτερικό χρέος της χώρας έχει εκτιναχθεί στα 453 δισ. δολάρια, το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο στα 47,1 δισ. δολάρια το 2017 (έναντι 32,6 δισ. δολαρίων το 2016), ο πληθωρισμός και η ανεργία έχουν ξεπεράσει το 10%.
Στα πρώτα χρόνια της εξουσίας του Ερντογάν, η Τουρκία βίωσε ένα μικρό οικονομικό θαύμα: υπήρχε οικοδομικός οργασμός, νέα εμπορικά κέντρα ξεφύτρωναν παντού, εκατομμύρια Τούρκοι απέκτησαν πιστωτική κάρτα και στεγαστικό δάνειο. Η τουρκική οικονομία τρεφόταν από τα φθηνά δάνεια που πλημμύρισαν τις αναδυόμενες αγορές και δεν έκανε τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Τώρα έφθασε η ώρα του «λογαριασμού».
Πολλές ευρωπαϊκές εφημερίδες θεωρούν καθοριστικές για την πορεία της τουρκικής λίρας και οικονομίας τις δηλώσεις Ερντογάν τον Μάιο, στη διάρκεια επίσκεψής του στο Λονδίνο: απευθυνόμενος προς επενδυτές (!), καταφέρθηκε κατά των υψηλών επιτοκίων και δήλωσε ότι θα ελέγξει τη νομισματική πολιτική της χώρας μετά τις εκλογές (μπαίνοντας στα «χωράφια» της Κεντρικής Τράπεζας).
«Αυτό ήταν πραγματικό σημείο καμπής» έγραψαν οι «Financial Times». «Για καιρό οι επενδυτές ήταν πεπεισμένοι ότι η τουρκική κυβέρνηση ήταν φιλική προς τις επιχειρήσεις. Σήμερα αναρωτιούνται: Σοβαρά, τα πιστεύει αυτά;».
Το «λόμπι των επιτοκίων»
Ο Ερντογάν και η οικονομική επιστήμη δεν έχουν και μεγάλη σχέση τελευταίως. Ενώ όλοι οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η αύξηση των επιτοκίων είναι ένα εργαλείο που περιορίζει τον πληθωρισμό (διότι κάνει ακριβό το χρήμα, άρα κυκλοφορεί λιγότερο στην αγορά), ο Ερντογάν έχει ισχυριστεί επανειλημμένως ότι η αύξηση των επιτοκίων αυξάνει τον πληθωρισμό! «Τα επιτόκια είναι η αιτία και ο πληθωρισμός το αποτέλεσμα. Μην κοιτάτε αλλού. Δεν είναι οι ντομάτες, ούτε το πιπέρι. Η κύρια αιτία είναι τα επιτόκια» δηλώνει.
Από την αρχή της πολιτικής του καριέρας, ο τούρκος πρόεδρος τα έβαζε με το «ξένο λόμπι των επιτοκίων», αλλά η σημερινή του εχθρότητα εναντίον τους έχει, σύμφωνα με το περιοδικό «Foreign Policy», βαθύτερο ιδεολογικό υπόβαθρο από παλαιότερα: βασίζεται στην άποψη του Ισλάμ ότι ο τόκος αποτελεί αμαρτία.
Οσο εδραιωνόταν στην εξουσία ο Ερντογάν τόσο απομονωνόταν από τις πραγματιστικές φωνές στον τομέα της οικονομίας. Ο στενός του κύκλος έχει υποστεί τόσες εκκαθαρίσεις, που πλέον δεν έχει απομείνει κανένας σοβαρός οικονομολόγος ικανός να του αντισταθεί. Οταν πρωτοκατέλαβε την εξουσία, περιστοιχιζόταν από προσωπικότητες όπως ο τεχνοκράτης και σεβαστός οικονομολόγος Αλί Μπαμπατσάν, ο οποίος επί χρόνια διετέλεσε αναπληρωτής πρωθυπουργός, υπεύθυνος για την οικονομία και την προσέλκυση ξένων επενδυτών.
Σήμερα, οι ελάχιστοι υπέρμαχοι της ελεύθερης αγοράς που απομένουν στο περιβάλλον του Ερντογάν τηρούν σιωπηρή στάση απέναντι στις «ανορθόδοξες» οικονομικές απόψεις του προέδρου διότι, όπως λένε οι γνώστες, επιβιώνουν μόνο εκείνοι που λένε στον πρόεδρο εκείνα που θέλει να ακούσει. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι ότι ο άνθρωπος που βγαίνει σήμερα μπροστά είναι ο γαμπρός του και στενός συνεργάτης του Μπεράτ Αλμπαϊράκ, ο οποίος ισχυρίζεται για παράδειγμα ότι η πτώση της λίρας είναι αποτέλεσμα «επιχείρησης από ξένα κέντρα» που θέλουν να ρίξουν την τουρκική κυβέρνηση.
Υπάρχει περίπτωση να χάσει τις εκλογές;
Πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η παντοδυναμία του Ερντογάν ξεφτίζει. Πολλές από τις δημοσκοπήσεις στην Τουρκία δείχνουν ότι οι προεδρικές εκλογές της 24ης Ιουνίου θα κριθούν στον δεύτερο γύρο και ότι, στις βουλευτικές εκλογές που πραγματοποιούνται την ίδια μέρα, το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) του Ερντογάν δεν θα καταφέρει να διατηρήσει την πλειοψηφία στη Βουλή. Αυτό θα βάλει τη χώρα σε αχαρτογράφητα νερά καθώς ο πρόεδρος θα πρέπει να συνυπάρξει με μια Βουλή που θα ελέγχεται από την αντιπολίτευση.
Οταν ο Ερντογάν άλλαξε το Σύνταγμα δίνοντας μεγαλύτερες εξουσίες στον πρόεδρο αλλά διατηρώντας σε ορισμένες περιπτώσεις το δικαίωμα βέτο της Βουλής, το ΑΚΡ και ο ίδιος ήταν παντοδύναμοι. Γι’ αυτό η συνταγματική μεταρρύθμιση δεν προβλέπει και πολλά για τυχόν συγκατοίκηση ανάμεσα σε πρόεδρο και Βουλή διαφορετικών κομμάτων.
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δίνουν στον Ερντογάν γύρω στο 50%, στον Μουχαρέμ Ιντζέ του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) της αξιωματικής αντιπολίτευσης 20%-25%, στη Μεράλ Ακσενέρ του Καλού Κόμματος (ΙΥΙ) γύρω στο 20% και στον Σελαχατίν Ντεμιρτάς του κουρδικού κόμματος HDP γύρω στο 10%, παρά το γεγονός ότι διεκδικεί την προεδρία μέσα από τη φυλακή. Αν χρειαστεί να πραγματοποιηθεί β’ γύρος, δίνουν ελαφρύ προβάδισμα στον Ερντογάν παρότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης πλην του HDP έχουν έρθει σε συμφωνία να υποστηρίξουν σύσσωμα τον αντίπαλό του.
Για τις βουλευτικές εκλογές, οι δημοσκοπήσεις δίνουν στο ΑΚΡ γύρω στο 40%, στο CHP 22%, στο IYI 16%, στο HDP 10% και στο εθνικιστικό ΜΗΡ πολύ κάτω από το πλαφόν του 10% που απαιτείται για την είσοδο ενός κόμματος στην τουρκική Βουλή.
Το ΑΚΡ έκανε μερικές γκάφες στην προεκλογική περίοδο που, όπως φαίνεται, του στοίχισαν σε δημοτικότητα – όπως ότι μετέθεσε τελευταία στιγμή τις εθνικές εισαγωγικές εξετάσεις για τα πανεπιστήμια προκειμένου να μη συμπέσουν με τις πρόωρες εκλογές, επιδεικνύοντας απαράδεκτη έλλειψη σεβασμού προς μια διαδικασία εξαντλητική για τους μαθητές και δαπανηρή για τους γονείς.
«Τόσο ο Ερντογάν όσο και οι αντίπαλοί του έχουν πιθανότητα να νικήσουν σ’ αυτές τις εκλογές, τις πιο αμφίρροπες στην πρόσφατη ιστορία της χώρας» ανέφερε άρθρο του Brookings Institution στην Ουάσιγκτον.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ