Στο τούνελ της αστάθειας μπήκε και η Ισπανία, με το δικό της πολιτικό δράμα, που εξελίχθηκε παράλληλα με το ιταλικό. Κορυφώθηκε, την περασμένη Παρασκευή, με την ανατροπή της δεξιάς κυβέρνησης του Μαριάνο Ραχόι, έπειτα από πρόταση μομφής που κατέθεσαν οι Σοσιαλιστές στη Βουλή. Στον απόηχο ενός τεράστιου σκανδάλου διαφθοράς στους κόλπους του κυβερνώντος Λαϊκού Κόμματος (PP), σύσσωμος ο πολιτικός κόσμος απαίτησε κάθαρση, με παραίτηση/καθαίρεση του πρωθυπουργού.
Οι Σοσιαλιστές της αξιωματικής αντιπολίτευσης (PSOE) υπέβαλαν πρόταση δυσπιστίας, και οι ψήφοι βρέθηκαν χάρη στους αριστερούς αντισυστημικούς Podemos και στους εθνικιστές βουλευτές από την Καταλωνία και τη Χώρα των Βάσκων.
Υστερα από επτά χρόνια στην εξουσία, τα τελευταία με κυβέρνηση μειοψηφίας, ο Ραχόι εκθρονίστηκε σε μια ιστορική ψηφοφορία και πρωθυπουργός ανέλαβε, αυτομάτως, ο ηγέτης του PSOE. O 46χρονος Πέδρο Σάντσεθ υπόσχεται να συγκροτήσει τώρα «προοδευτική κυβέρνηση» και να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές ύστερα από «αρκετούς μήνες».
Κάπως έτσι η τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης βυθίζεται πάλι στην αβεβαιότητα –αν και, αντίθετα με την Ιταλία, κανένα από τα κύρια κόμματα δεν αμφισβητεί την ένταξη της Ισπανίας στην ευρωζώνη.
Οι Σοσιαλιστές, που ελέγχουν μόνο 84 από τις 350 έδρες στη Βουλή, υπόσχονται μεν εκλογές, αλλά όχι αμέσως: ο Σάντσεθ προτίθεται να σχηματίσει πρώτα δική του κυβέρνηση (αναγκαστικά μειοψηφίας) για να αντιμετωπίσει «έκτακτες κοινωνικές ανάγκες» (με αύξηση μισθών και συντάξεων) και να αρχίσει τη «δημοκρατική αναγέννηση».
Στόχος του, λέει, είναι να βγάλει την Ισπανία από τον «βούρκο της διαφθοράς» και από τα «αδιέξοδα» για τα οποία καταγγέλλει τον Ραχόι (βλ. τη συνεχιζόμενη κρίση με τους καταλανούς εθνικιστές).
«Κυβέρνηση Φρανκενστάϊν»
Ο Ραχόι, πάλι, κατηγορεί τον άπειρο Σάντσεθ για «τυχοδιωκτισμό», λέγοντας ότι προκειμένου να γίνει ντε και καλά πρωθυπουργός, χωρίς εντολή από τις κάλπες, θα στήσει μια «κυβέρνηση-Φρανκενστάϊν» με εθνολαϊκιστές (εννοεί τους Podemos) και αποσχιστές εθνικιστές (Καταλανούς και Βάσκους), απειλώντας την οικονομική ανάκαμψη και την ενότητα του κράτους.
Η κατάσταση περιπλέκεται επειδή πιέσεις για εκλογές αναμένεται να ασκήσουν από την πρώτη στιγμή οι Ciudadanos (Πολίτες), φιλελεύθερο κόμμα με σκληρή γραμμή κατά της ανεξαρτησίας της Καταλωνίας, που φαίνονται μπροστά στις δημοσκοπήσεις.
Γι’ αυτό και δεν στήριξαν την πρόταση μομφής του Σάντσεθ. Αυτοί καλούσαν επίμονα τον Ραχόι να παραιτηθεί, ώστε να αναλάβει υπηρεσιακή κυβέρνηση και να οδηγήσει τη χώρα αμέσως στις κάλπες.
Αλλο εμπόδιο θα είναι η δύσκολη συνεργασία PSOE – Podemos (που ήδη λένε ότι δεν στηρίζουν τον «προϋπολογισμό της λιτότητας» που ψήφισε ο Ραχόι). Επιπλέον η συνεχιζόμενη κρίση με τους εθνικιστές στην Καταλωνία και η προοπτική νέων εκλογών τους επόμενους 12 μήνες δημιουργούν κλίμα αβεβαιότητας, που αποσταθεροποιεί τις αγορές και την πολιτική της Νότιας Ευρώπης, σε συνδυασμό με την κατάσταση στην Ιταλία.
Και οι δύο χώρες υποφέρουν ακόμα από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και από τη διάλυση του παραδοσιακού δικομματισμού. Το μόνο φωτεινό σημείο για την Ευρώπη είναι ότι κανένα από τα μεγάλα κόμματα στην Ισπανία δεν αμφισβητεί το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα (αν και οι Podemos μιλάνε για τέλος στον «στενό κορσέ» της Γερμανίας).
Ενώ η ιταλική οικονομία παραμένει σε τέλμα, με τεράστιο δημόσιο χρέος και χαμηλή ανάπτυξη, ο Ραχόι επέβαλε σκληρά μέτρα λιτότητας που έχουν διευρύνει την εισοδηματική ανισότητα αλλά έχουν αποκαταστήσει την ανάπτυξη.
Το ισπανικό «success story»
Ο Ραχόι καυχιόταν μέχρι τέλους για το «success story» της οικονομίας: η ανάπτυξη τρέχει σήμερα με 2,7% του ΑΕΠ, η ανεργία έχει πέσει στο 15,3% (από 19,5 το 2016 και 26% το 2014), το έλλειμμα είναι πολύ κοντά στο πλαφόν του Μάαστριχτ (στο 3,1%) και ο οίκος S&P αναβάθμισε πρόσφατα την πιστοληπτική ικανότητα της Ισπανίας στο Α-, με θετική προοπτική (το δημόσιο χρέος είναι στο 100% του ΑΕΠ).
Αλλά επί των ημερών του η Ισπανία κλονίστηκε άσχημα από τη συνεχιζόμενη κρίση για την ανεξαρτησία της Καταλωνίας, με τους αποσχιστές να απειλούν την ενότητα και την εδαφική ακεραιότητα του κράτους.
Στην πραγματικότητα, εθνικιστές βουλευτές από τη Χώρα των Βάσκων ήταν που ανέτρεψαν, με τις 5 ψήφους του κόμματος PNV, τον Ραχόι στην κατακερματισμένη Βουλή. Χωρίς αυτούς, ο Σάντσεθ δεν θα είχε την απόλυτη πλειοψηφία που χρειαζόταν για να γίνει πρωθυπουργός.
Οι πρώτες δημοσκοπήσεις μετά τις καταδίκες για το σκάνδαλο διαφθοράς, δείχνουν πάντως τους Ciudadanos να προηγούνται στην πρόθεση ψήφου με 28,5%. Επονται οι Σοσιαλιστές με 20,5%, ενώ το ΡΡ έχει κατρακυλήσει στο 16,5%.
Το σκάνδαλο που έριξε την κυβέρνηση
Διαφθορά ολκής στις τάξεις του δεξιού Λαϊκού Κόμματος αποκάλυψε η πολύχρονη έρευνα για τη διαβόητη «υπόθεση Gürtel». Ο Φρανθίσκο Κορέα, επιχειρηματίας επικεφαλής κυκλώματος που χρημάτιζε με εκατομμύρια ευρώ πολιτικούς με αντάλλαγμα συμβάσεις δημοσίων έργων, έδωσε το όνομά του στο σκάνδαλο που έριξε την κυβέρνηση («Correa» στα ισπανικά σημαίνει ζώνη, ό,τι και «Gürtel» στα γερμανικά). Στην πολύκροτη δίκη κατέθεσαν εκατοντάδες επιχειρηματίες και πολιτικοί (δημοτικοί σύμβουλοι, βουλευτές, στελέχη του ΡΡ, υπουργοί, ακόμα και ο Ραχόι κλήθηκε ως μάρτυρας τον Ιούλιο του 2017). Και αποδείχθηκε ότι όλα περιστρέφονταν γύρω από το Λαϊκό Κόμμα, και το «μαύρο ταμείο» του, ιδίως την περίοδο των κυβερνήσεων Αθνάρ (1999-2005). Πρωταγωνιστής ο πρώην ταμίας του ΡΡ, Χοσέ Λουίς Μπάρθενας, που κινούσε τα νήματα στο γαϊτανάκι της διαπλοκής. Το γραπτό μήνυμα που του έστειλε ο Ραχόι την ημέρα της σύλληψής του («Χοσέ Λουίς, να είσαι δυνατός») έγινε χλευαστικό σύνθημα της αντιπολίτευσης.
Οι Σοσιαλιστές κατέθεσαν την πρόταση μομφής μία ημέρα μετά την ετυμηγορία του ειδικού δικαστηρίου, που καταδίκασε 29 κατηγορουμένους σε συνολικά 351 χρόνια κάθειρξης. Δεν υπάρχει αδίκημα του νόμου κατά της διαφθοράς που να μην περιλαμβάνεται στις 1.000 σελίδες της απόφασης: δωροδοκία, πλαστογραφία, φοροδιαφυγή, κατάχρηση, ξέπλυμα μαύρου χρήματος, απάτη εις βάρος του Δημοσίου (120 εκατ. ευρώ). Ανάλογα αυστηρές και οι ποινές: 51 χρόνια στον Κορέα, 33 στον Μπάρθενας, από 20 σε διάφορους δημάρχους και πρώην στελέχη του ΡΡ. Το ίδιο το Λαϊκό Κόμμα καταδικάστηκε (σε αστική υπόθεση) και καλείται να επιστρέψει 245.000 ευρώ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ