Νοητός άξονας μεταξύ Κωνσταντινούπολης, Βελιγραδίου, Σκοπίων και Αθήνας δημιουργείται τα τελευταία 24ωρα για μια επιτυχή επίλυση του προβλήματος με την Εκκλησία των Σκοπίων. Μισό και πλέον αιώνα μετά το Σχίσμα της αυτοαποκαλούμενης Εκκλησίας της Μακεδονίας από το Πατριαρχείο Σερβίας, για πρώτη φορά δείχνει ορατό το ενδεχόμενο μιας επίλυσης. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος γνωρίζει όσο ελάχιστοι τις «χειρουργικές» κινήσεις που απαιτούνται προκειμένου να μην υπάρξουν εμπλοκές.
Το ανακοινωθέν του Οικουμενικού Πατριαρχείου προκάλεσε αίσθηση σε όλες τις Ορθόδοξες Εκκλησίες καθώς, όπως επισημαινόταν, η Ιερά Σύνοδος «εξέτασε το αίτημα της σχισματικής Εκκλησίας των Σκοπίων, που υποστηρίχθηκε και διά επιστολής του Ζόραν Ζάεφ, για ανάληψη πρωτοβουλίας επαναφοράς της Εκκλησίας αυτής στην κανονικότητα υπό τον τίτλο της Αρχιεπισκοπής Αχριδών και αποφάσισε να επιληφθεί τα δέοντα».
Το κύρος της πρωτόθρονης
Με την κίνησή του ο Οικουμενικός Πατριάρχης, κατ’ αρχήν, για μια ακόμη φορά επιβεβαιώνει τον ρόλο της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης ως πρωτόθρονης, στην οποία απευθύνονται όλοι για την ανακήρυξη της αυτοκεφαλίας, όπως συμβαίνει ταυτόχρονα και με την Ουκρανία και προηγουμένως με την Τσεχία και τη Σλοβακία. Ταυτόχρονα, υπογραμμίζει την ιστορικότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί των βαλκανικών εδαφών, καθώς το Πατριαρχείο Σερβίας έλαβε την αυτονομία του από το Φανάρι το 1831. Το 1879 ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης Ιωακείμ Γ’ παραχώρησε στο Βελιγράδι με Συνοδικό Τόμο αυτοκεφαλία, το 1920 ανυψώθηκε σε Πατριαρχείο και η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος παραχωρήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στο Πατριαρχείο Σερβίας το 1922.
Δείχνει ξεκάθαρα ότι τόσο ο ίδιος όσο και οι συνεργάτες του δεν απεμπολούν τα όσα κληροδότησε η Ιστορία, αφού οι μητροπόλεις που απαρτίζουν τη σχισματική από το 1967 αυτοαποκαλούμενη Εκκλησία της Μακεδονίας υπάγονταν στην πάλαι ποτέ Αρχιεπισκοπή Αχρίδος και με αυτόν τον τίτλο σήμερα ο Ζόραν Ζάεφ και ο Αρχιεπίσκοπος κ. Στέφανος διεκδικούν την αναγνώρισή της, αφού είχε προηγηθεί ξεκάθαρο μήνυμα από το Φανάρι.
Το μήνυμα του κ.κ. Βαρθολομαίου
Αξίζει όμως να σημειωθεί ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης, που έχει προγραμματίσει να επισκεφθεί την Αθήνα και να έχει συναντήσεις με την ηγεσία της χώρας, στέλνει και ένα μήνυμα με πολλούς αποδέκτες. Κατ’ αρχήν αφήνει έξω από τις εξελίξεις το Πατριαρχείο Σόφιας, το οποίο με αφορμή την προεδρία της Βουλγαρίας στην ΕΕ επιχείρησε ένα υψηλού διπλωματικού και εκκλησιαστικού ρίσκου «παιχνίδι» και προσπάθησε να λύσει το ζήτημα του σχίσματος, καθώς πάντα διατηρούσε στενές σχέσεις με τα Σκόπια, «βγάζοντας» από τις συζητήσεις τόσο την Κωνσταντινούπολη όσο και το Βελιγράδι. Ο εκλεγμένος μόλις το 2013 Πατριάρχης Σόφιας Νεόφυτος αντιμετωπίζεται από τον Οικουμενικό Πατριάρχη με έντονο σκεπτικισμό, αφού αποτελεί μία από τις κύριες δυνάμεις «πυρός» του Πατριαρχείου Μόσχας στη Χερσόνησο του Αίμου. Αλλωστε είναι η μόνη Εκκλησία των Βαλκανίων που δεν συμμετείχε στην πρώτη μεγάλη Σύνοδο μετά το Σχίσμα των Εκκλησιών το 1054, δηλαδή στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο των Ορθόδοξων Εκκλησιών, η οποία συγκλήθηκε στο Κολυμπάρι της Κρήτης το 2016. Στην προσπάθειά του ο Οικουμενικός Πατριάρχης φαίνεται ότι έχει την πλήρη στήριξη της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς ο ιστορικός τίτλος «Αρχιεπισκοπή Αχρίδος» δεν μπορεί να προκαλεί αντιδράσεις.
Ομως ο κ. Βαρθολομαίος πρέπει να επιστρατεύσει όλη τη δεινότητά του για να πείσει τους Σέρβους, καθώς το Πατριαρχείο Βελιγραδίου αποτελεί έναν από τους βασικούς παράγοντες στις ισορροπίες μεταξύ των Ορθόδοξων Εκκλησιών. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης δεν επιθυμεί επ’ ουδενί να φέρει σε δύσκολη θέση τον Πατριάρχη των Σέρβων Ειρηναίο, ο οποίος του συμπαραστάθηκε με όλες του τις δυνάμεις κατά της διάρκεια της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, όταν η ενότητα της Ορθοδοξίας βρέθηκε σε οριακό σημείο από την άρνηση των Πατριαρχείων Αντιοχείας, Μόσχας, Γεωργίας και Βουλγαρίας να συμμετάσχουν επικαλούμενα διάφορα ζητήματα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ