Ως κείμενο γενικόλογο που δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένες δεσμεύσεις χαρακτηρίζουν οι επιχειρηματίες το σχέδιο στρατηγικής ανάπτυξης της χώρας που ετοίμασε η κυβέρνηση και παρουσίασε ο Πρωθυπουργός στη διάρκεια του Υπουργικού Συμβουλίου την περασμένη εβδομάδα.
«Το Βήμα» απευθύνθηκε σε εκπροσώπους των εμποροβιομηχάνων και των μικρομεσαίων βιοτεχνών καλώντας τους να σχολιάσουν το κείμενο των 106 σελίδων.
Αν και αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα εκπόνησης ενός σχεδίου που να οδηγεί στη βιώσιμη ανάπτυξη και σημειώνουν πως αυτό που είδε το φως της δημοσιότητας «κινείται στη σωστή κατεύθυνση», εν τούτοις παρατηρούν ασάφειες, ενώ ταυτόχρονα επικρίνουν το γεγονός της μη συμμετοχής τους στη σύνταξή του.
Πιο συγκεκριμένα, ο πρόεδρος της Κεντρικής Ενωσης Επιμελητηρίων και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος επισημαίνει:

«Οι κύριοι άξονες του νέου αυτού σχεδίου, σε γενικές γραμμές, κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, χωρίς ωστόσο να υπάρχει ένα συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα εφαρμογής, αλλά και ούτε οι αναγκαίες τεχνικές επεξηγήσεις για να κριθεί η δυνατότητα εφαρμογής και στην πράξη». Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) Γιώργος Καββαθάς τονίζει τον κίνδυνο της επιβολής «έξωθεν λύσης» για το αναπτυξιακό σχέδιο και σημειώνει την ανάγκη ενός αυτοτελούς αναπτυξιακού προγράμματος που θα διαμορφωθεί με τη συμμετοχή όλων των εμπλεκόμενων φορέων και πολιτικών δυνάμεων της χώρας:

Παρεμβάσεις

«Σήμερα, ευρισκόμενοι κοντά στην έξοδο από τον μνημονιακό κυκεώνα, είναι επιτακτική ανάγκη, πριν οδηγηθούμε πάλι σε μια «έξωθεν» λύση, να διαμορφώσουμε από κοινού κυβέρνηση, κόμματα, παραγωγικοί φορείς, κοινωνικοί εταίροι, επιχειρήσεις και εργαζόμενοι μια εθνική στρατηγική για την παραγωγική ανασυγκρότηση χωρίς αστερίσκους και αιρέσεις».
Στη σωστή κατεύθυνση κινείται το αναπτυξιακό σχέδιο και κατά τον πρόεδρο του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου της Αθήνας Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, όμως και εκείνος παρατηρεί: «Δυστυχώς, όμως, είναι σε τόσο γενική μορφή και κυρίως χωρίς συγκεκριμένους ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους, που ουσιαστικά είναι αδύνατη στην παρούσα φάση η εκτιμώμενη συνεισφορά κάθε προτεινόμενης δράσης στο ΑΕΠ. Για παράδειγμα, θα ήταν περισσότερο χρήσιμο να μην ήταν τόσο γενικόλογη η αναφορά στο ΕΣΠΑ και στα επιμέρους προγράμματα».
Ο κ. Μίχαλος γίνεται πιο σαφής ως προς τα συγκεκριμένα μέτρα και τις παρεμβάσεις που απαιτούνται: «Η Ελλάδα θα πρέπει να συμμορφώνεται με τους κανόνες του συμφώνου σταθερότητας, αλλά και να πείθει συνεχώς τις αγορές για την αξιοπιστία και την προοπτική της. Και αυτό δεν γίνεται με λόγια αλλά με έργα. Μέσα από μια υπεύθυνη δημοσιονομική πολιτική και την αποφασιστική προώθηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων» σημειώνει ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ και συνεχίζει προτείνοντας:

Η φορολόγηση

«Απαιτούνται γενναία μέτρα για την αναβάθμιση του διοικητικού και θεσμικού περιβάλλοντος, εφαρμογή μιας σταθερής βιομηχανικής, τουριστικής και ενεργειακής πολιτικής με κίνητρα για επένδυση στην καινοτομία, στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, διασύνδεση της αγοράς με την τριτοβάθμια εκπαίδευση, επιτάχυνση στην απόδοση δικαιοσύνης».
Φυσικά δεν παραλείπει και την επισήμανση για χαμηλότερη φορολόγηση: «Και βέβαια, γενναία αναθεώρηση της φορολογικής πολιτικής με χαμηλότερους και σταθερούς φορολογικούς συντελεστές και μείωση ασφαλιστικών εισφορών, ώστε να διαμορφωθεί ένα ευνοϊκότερο για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις περιβάλλον».

Χρηματοδότηση

Ο κ. Καββαθάς δηλώνει ικανοποιημένος ως προς την υιοθέτηση προτάσεων της ΓΣΕΒΕΕ για τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων: «Η ΓΣΕΒΕΕ εκτιμά ότι έχει συνεισφέρει θετικά στην προώθηση της ιδέας για τη δημιουργία αναπτυξιακού ταμείου για τις ΜΜΕ, στη βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση, στην κατάλληλη προσαρμογή του αναπτυξιακού νόμου, ενώ οι παρεμβάσεις για ένα αποτελεσματικότερο σύστημα δίκαιης εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών και διευθέτησης των παλαιών οφειλών των επαγγελματιών παραμένουν πάντα στο επίκεντρο και τυγχάνουν ευρύτερης ανταπόκρισης».
Στα χρηματοδοτικά εργαλεία στέκεται και ο κ. Χατζηθεοδοσίου, λέγοντας ότι «υπάρχει περιγραφή των διαθέσιμων χρηματοδοτικών εργαλείων, χωρίς όμως να υπάρχει σαφής ανάλυση του πλέγματος των δράσεων που μπορούν να χρηματοδοτηθούν, και ο αντίκτυπος στο ΑΕΠ, που είναι και το ζητούμενο».
Ο ίδιος βλέπει θετική τη δέσμευση για φοροελαφρύνσεις στις επιχειρήσεις και στους εργαζόμενους, αν και θεωρεί «αρνητικό» το γεγονός της διατήρησης του ΕΝΦΙΑ.
Κριτική ασκεί και για τη μη αναφορά των κινήτρων προσέλκυσης επενδύσεων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ