Πρωταγωνιστείτε στην «Κάσσυ», ένα έργο του Ανδρέα Φλουράκη που συνδέεται με την ιστορία της μυθολογικής Κασσάνδρας. «Ναι. Πρόκειται για ένα κείµενο ποιητικό, µε υπαρξιακό πυρήνα. Εχει σχέση όµως µε όλα αυτά που κουβαλάµε: εφιάλτες, τραύµατα, προσωπικά ναυάγια. Πράγµατα που όλοι έχουµε κάποια στιγµή βιώσει και εξακολουθούν να µας στοιχειώνουν».
Ουσιαστικά εναλλάσσεστε με άλλες τρεις ηθοποιούς (Αμαλία Αρσένη, Φαίη Ξυλά, Λένα Ουζουνίδου) στον ρόλο της Κασσάνδρας. «Δεν θα το έθετα έτσι ακριβώς. Ναι, µεν, πρόκειται για µονόλογο, αλλά υπάρχουν τέσσερις ευδιάκριτες µεταξύ τους ενότητες, τέσσερις διαφορετικές Κασσάνδρες».
Η δική σας Κασσάνδρα ποια είναι; «Υποφέρει από εφιάλτες, αϋπνίες. Οσα προβλέπει για το µέλλον έρχονται µέσα από τα όνειρά της. Ζει κάπου στη δεκαετία του ’70. Ενα κορίτσι των λουλουδιών, µάλλον Ιρλανδή, που επιθυµεί να απελευθερωθεί η πατρίδα της από τους Αγγλους. Και τις τέσσερις Κασσάνδρες συνδέει µια ιστορία απώλειας που εκτυλίχθηκε στον επάνω κόσµο, γιατί όταν τις συναντούµε είναι νεκρές. Και έτσι καλούνται να πάρουν µια απόφαση: θα συµφιλιωθούν µε την απώλεια και θα κερδίσουν ξανά την αγάπη τους για τη ζωή ή θα προτιµήσουν το σκοτάδι;».
Η παράσταση είναι πάντως γυναικεία υπόθεση. Σας σκηνοθετούν τέσσερις γυναίκες (Κίρκη Καραλή, Λίλλυ Μελεμέ, Ρουμπίνη Μοσχοχωρίτη και Κυριακή Σπανού). Ηταν δύσκολο; «Είναι δύσκολο να συνεργαστούν τέσσερις σκηνοθέτες, είτε είναι άνδρες είτε είναι γυναίκες είτε είναι εξωγήινοι, γιατί οι σκηνοθέτες έχουν µάθει πάντα να έχουν τον τελικό λόγο. Τις θαύµασα λοιπόν πολύ για την υποµονή τους. Πάντως ένα από τα πιο σηµαντικά κοµπλιµέντα που µας έγιναν είναι ότι η παράσταση δίνει την αίσθηση µιας ενιαίας σκηνοθετικής γραµµής».
Το θέατρο τροφοδοτείται από τη ζωή; «Πιστεύω ότι ο χρόνος που περνάει σε κάνει καλύτερο άνθρωπο και ηθοποιό. Οχι ότι αµφισβητώ την ορµή ενός καλλιτέχνη 25 ετών. Απλώς το πέρασµα του χρόνου σού επιτρέπει να αντλείς υλικό από τις εµπειρίες σου. Μπορείς πολύ πιο εύκολα να δικαιολογείς πράγµατα. Προσωπικά, µεγαλώνοντας έχω γίνει πολύ πιο ευσυγκίνητη, έχω µαλακώσει».
Εχετε δηλώσει ότι το σπουδαιότερο πράγμα που έχετε κάνει είναι τα παιδιά σας. «Για εµένα τα παιδιά µου ήταν το τέλος των ναρκισσιστικών, ανόητων υπαρξιακών αναζητήσεων. Και ναι, οφείλεις να βάλεις τον εαυτό σου σε δεύτερη µοίρα. Ας ξεκινήσουµε από την πιο απλή σκέψη: αν υπάρχει ένα πιάτο φαγητό στο σπίτι θα το προσφέρεις σε εκείνα και ας µείνεις νηστικός. Αν µια δουλειά σε ανταµείβει µε 3.000 ευρώ και µία άλλη µε 1.000 ευρώ, θα διαλέξεις αυτή που προσφέρει τα περισσότερα χρήµατα, ακόµη κι αν δεν σου αρέσει και τόσο».
Είστε αυτό που ονομάζουμε κλασική ελληνίδα μάνα; «Θέλω να πιστεύω πως όχι. Ούτε η µητέρα µου ήταν έτσι. Μεγάλωσα δηλαδή µε ένα αίσθηµα ανεξαρτησίας, και αυτό θέλω να µεταδώσω και στα παιδιά µου. Πόσω µάλλον επειδή µεγαλώνω αγόρια. Και ξέρουµε πόσο κακό τούς έχει κάνει η «ελληνίδα µάνα»».
Τι πιστεύετε για το ζήτημα της αναδοχής από ομόφυλα ζευγάρια; «Οµολογώ ότι δεν ξέρω. Υπάρχει ένα κοµµάτι µου που πιστεύει ότι ένα παιδί πρέπει να µεγαλώνει και µε το ανδρικό και µε το γυναικείο πρότυπο. Από την άλλη, σίγουρα είναι προτιµότερο να µεγαλώσει µε ένα οµόφυλο ζευγάρι που το αγαπά, παρά µε έναν µπαµπά και µια µαµά που µπορεί να είναι στον κόσµο τους».
Στις επόμενες εκλογές θα ψηφίσετε; «Οσο θυµάµαι τον εαυτό µου δεν έχω αισθανθεί ότι µπορώ να πιστέψω σε κάποιο κόµµα. Στις τελευταίες εκλογές δεν ψήφισα –µολονότι έχω επίγνωση του αντιλόγου που µπορεί να εκφραστεί για αυτήν την απόφαση –και πιθανότατα ούτε τώρα θα ψηφίσω. Νιώθω ότι έχει αναζωπυρωθεί ξανά µια πόλωση µεταξύ της Αριστεράς και της Δεξιάς που πίστευα ότι είχε εκλείψει. Είδα φίλους µου να φθάνουν στο σηµείο να µαλώνουν άσχηµα. Και αυτό µε τροµάζει».
«Κάσσυ»: Από Μηχανής Θέατρο (Ακαδήµου 13, Μεταξουργείο), Σάββατο και Κυριακή, έως 27/5.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 20 Μαϊου 2018.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ