Ως σπουδάστρια στο ΕΜΠ τη δεκαετία του ’70 ήξερα ότι υπήρχε το Μικρό Πολυτεχνείο που έβγαζε υπομηχανικούς τετραετούς φοίτησης. Ως μηχανικός στη συνέχεια, πριν και μετά την εξειδίκευσή μου, συνεργάστηκα μαζί τους και θαύμασα το επίπεδο των γνώσεών τους, ιδιαίτερα από πρακτικής απόψεως στο γραφείο και στο εργοτάξιο. Κάτω από αυτούς υπήρχαν οι εργοδηγοί, τριετούς συνήθως μεταλυκειακής εκπαίδευσης, που επίσης ήταν εξαιρετικά απαραίτητοι για να προκύψει ένα σωστό τεχνικό αποτέλεσμα, τόσο στη μελέτη όσο και στην κατασκευή. Αυτό το σχήμα –αποτέλεσμα μιας ορθά διαστρωματωμένης τεχνολογικής εκπαίδευσης –στη συνέχεια αλλοιώθηκε, ώσπου σήμερα έχει καταντήσει… αγνώριστο! Μετά από μια σειρά μεταμορφώσεων και λαϊκίστικων πολιτικών, χωρίς ουσιαστική αξιολόγηση των αναγκών της χώρας, αλλά με κριτήρια κυρίως ψηφοθηρικής ικανοποίησης τοπικιστικών απαιτήσεων, προέκυψε μια πληθώρα διασπαρμένων σε όλη τη χώρα τεχνολογικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων τετραετούς φοίτησης (ΤΕΙ), ενώ παράλληλα αυξήθηκαν και οι πολυτεχνικές σχολές (και όχι μόνο) στα περιφερειακά πανεπιστήμια. Τα ΤΕΙ, στη συνέχεια, ανωτατοποιήθηκαν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και τώρα συγχωνεύονται σταδιακά με πανεπιστήμια! Το πρώτο βήμα συγχώνευσης και προαγωγής σε Πανεπιστήμιο έγινε από το ίδιο το υπουργείο, χωρίς τη συμμετοχή της αρμόδιας αρχής διασφάλισης ποιότητας (ΑΔΙΠ), γιατί… ήταν δίκαιο και έγινε πράξη! Στη συνέχεια μαθαίνουμε ότι έχει ξεκινήσει μία… προξενητική διαδικασία του στυλ… αυτό το ΤΕΙ ποιος θα το πάρει;
Η αλήθεια είναι ότι έτσι όπως ξεχείλωσε ο χάρτης της τριτοβάθμιας τεχνολογικής εκπαίδευσης, έχει χαθεί ο έλεγχος. Εχουν ανατραπεί σε μεγάλο βαθμό τα επαγγελματικά δικαιώματα, οι δουλειές έχουν μειωθεί με την οικονομική κρίση στο ελάχιστο, οι απόφοιτοι όσο πάνε και πληθαίνουν σε αναντιστοιχία με τις πραγματικές ανάγκες, ακόμα και οι τίτλοι (Πρύτανης, Κοσμήτορας κ.λπ.) έχουν αδιάκριτα πληθωρίσει. Οι μέχρι σήμερα προσπάθειες (π.χ. σχέδια ΑΘΗΝΑ) ήταν προσχηματικές και στην ουσία μόνο εξορθολογισμό της κατάστασης δεν τόλμησαν να κάνουν. Δυστυχώς για τη χώρα μας, οι πολιτικοί μας συνδέουν την εισαγωγή στα ανώτατα ιδρύματα των ελληνόπουλων με τις ψήφους των γονέων τους. Αρα διαγκωνίζονται διαχρονικά ποιος θα αυξήσει περισσότερο τις θέσεις και τους υποψήφιους, ποιος θα κάνει τις περισσότερες μετεγγραφές, πώς θα πεισθούν οι γονείς ότι κάθε ίδρυμα μετά το λύκειο που θα μπει το παιδί τους είναι ή μπορεί να μετατραπεί σε πανεπιστήμιο, ακόμα και οι πανελλήνιες εξετάσεις κατά καιρούς εξαγγέλλεται ότι καταργούνται. Αυτή η μικροπολιτική δεν θα ‘πρεπε να έχει θέση στην εκπαίδευση καμίας χώρας. Η εκπαιδευτική πολιτική σε όλες τις προηγμένες χώρες του κόσμου χαράσσεται με μακρόπνοους ορίζοντες και με κριτήρια όπως: η οικονομική δυνατότητα, οι ανάγκες της χώρας, οι παγκόσμιες επιστημονικές εξελίξεις, η ανταγωνιστική δυνατότητα που είναι απαραίτητη για το άριστο αποτέλεσμα, η διεθνοποίηση.
Ο τρόπος ίδρυσης πανεπιστημίων και ΤΕΙ στην Ελλάδα από τη μεταπολίτευση και μετά έχει οδηγήσει σε μια πληθωριστική ισοπέδωση την ποιότητας σε όφελος της ποσότητας. Αυτό είναι τελικά σε βάρος της μεγάλης μάζας των φοιτητών και των οικογενειών τους που αγκομαχούν να τα βγάλουν πέρα και με τα φροντιστήρια. Η καινούργια μόδα των «συγχωνεύσεων» πιστεύω ότι δεν διορθώνει, αντίθετα περιπλέκει περισσότερο την κατάσταση και ειλικρινά φοβάμαι ότι θα χαθεί πάλι ο έλεγχος. Χρειαζόμαστε γενναίες αποφάσεις και σωστό σχεδιασμό, μακριά από ψηφοθηρικές μικροπολιτικές, που θα βασίζονται: στην αυστηρή αξιολόγηση, στη μείωση του αριθμού των ανώτατων δημοσίων ιδρυμάτων, στην αξιοκρατική διαστρωμάτωσή τους και στην ανάλογη οικονομική τους ενίσχυση.
Η κυρία Μαρία Α. Μιμίκου είναι ομότιμη καθηγήτρια στο ΕΜΠ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ