Παρασκευή πρωί, στα κατασκευαστικά εργαστήρια της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Περιστέρι. Εδώ όπου κρύβονται τα «μυστικά» του «Ναμπούκο», της δημοφιλούς όπερας του Βέρντι με την οποία θα ανοίξουν οι εκδηλώσεις του εφετινού Φεστιβάλ Αθηνών στο Ηρώδειο. Στο εσωτερικό του βιομηχανικού κτιρίου επικρατεί οργασμός: ξυλουργοί, σιδεράδες, γλύπτες δουλεύουν το σκηνικό του έργου. Ξύλο, φελιζόλ και λάτεξ, μέταλλα, φύλλα χρυσού, ρόδες, χρώματα –ασημένια και χρυσά –φτιάχνουν σιγά-σιγά το περιβάλλον του έργου που ανέδειξε τον Βέρντι ως τον σημαντικότερο ιταλό συνθέτη του 19ου αιώνα και παράλληλα μετατράπηκε σε σύμβολο του αγώνα για την ενοποίηση της Ιταλίας. Στον επάνω όροφο, οι ζωγράφοι εργάζονται υπό το βλέμμα του σκηνογράφου Τιτσιάνο Σάντι βάφοντας το πάτωμα στο χρώμα του μετάλλου το οποίο γενικότερα, όπως μας εξηγεί, θα κυριαρχήσει στην παραγωγή ακολουθώντας το πνεύμα της όπερας…

Είναι η πρώτη φορά που ο ίδιος, όπως άλλωστε και ο σκηνοθέτης Λέο Μουσκάτο, εργάζεται στην Ελλάδα. Ωστόσο οι δυο τους έχουν συνεργαστεί και σε μια προηγούμενη παραγωγή του «Ναμπούκο» που έκανε πρεμιέρα στο Κάλιαρι το 2012 και αργότερα παρουσιάστηκε και σε άλλες πόλεις της Ιταλίας. Τότε η σκηνοθεσία ήταν πιο παραδοσιακή, «είχε μια γεύση ελαιογραφίας, ζωγραφικής απεικόνισης», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Μουσκάτο. Στην προκειμένη περίπτωση, το ίδιο το Ηρώδειο τους προσανατόλισε διαφορετικά. «Αυτό το θέατρο είναι τόσο δυνατό, τόσο έντονο, που κυριολεκτικά νιώθεις χαμένος από τα αποδυτήρια» λέει μεταξύ σοβαρού και αστείου ο σκηνογράφος. Σχολιάζει πως οι ανοιχτοί χώροι είναι δύσκολοι: οι αλλαγές σκηνικού δεν είναι απλές, οφείλει κανείς να βρίσκει λύσεις ρεαλιστικές και ταυτόχρονα λειτουργικές. Από την άλλη πλευρά, πρόκειται για χώρους μαγικούς που αποπνέουν μιαν άλλη αύρα.

«Η νέα παραγωγή για την Εθνική Λυρική Σκηνή έχει δραματική γεύση και η ιστορία γίνεται πιο ωμή» επισημαίνει από την πλευρά του ο σκηνοθέτης. «Με την επιλογή ενός περιβάλλοντος πιο κοντά στις μέρες μας», συνεχίζει, «η τραγωδία των Εβραίων που απελάθηκαν και υποχρεώθηκαν σε καταναγκαστική εργασία από τους Βαβυλωνίους θυμίζει κάπως το Ολοκαύτωμα που σημάδεψε το πρώτο μισό του 20ού αιώνα. Δεν υπάρχει επιθυμία για συμμόρφωση με την ιστορική ακρίβεια: η αισθητική ταυτότητα των σκηνικών και των κοστουμιών έχει στόχο την απόδοση ενός αφηρημένου τόπου και χρόνου, ώστε να εστιάσει την προσοχή στην ουσία. Για να αναπλάσουμε περιβάλλοντα διαφορετικά και απομακρυσμένα, χρησιμοποιούμε ένα σταθερό σύστημα σκηνικών: ένα πάτωμα, πέντε εισόδους, μερικά σκηνικά αντικείμενα και προβολές βίντεο στους τρεις τοίχους του θεάτρου».

Πώς «στήνεται» η παραγωγή

Καθώς η αντίστροφη μέτρηση για την πρεμιέρα της 1ης Ιουνίου έχει αρχίσει, έχουμε αναρωτηθεί άραγε πώς «στήνεται» μια ανάλογου είδους φιλόδοξη παραγωγή; «Εν προκειμένω η διαδικασία άρχισε με την παρουσίαση της παραγωγής από τον σκηνοθέτη –σε πρώτο χρόνο –στην καλλιτεχνική διεύθυνση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής λίγο πριν από το Πάσχα» εξηγεί ο υπεύθυνος παραγωγής σκηνικών του «Ναμπούκο» Κωνσταντίνος Θεοφάνης. «Η παρουσίαση έγινε στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος ενώπιον των προϊσταμένων των τεχνικών τμημάτων της ΕΛΣ. Τότε αρχίζει ουσιαστικά η δουλειά… Κατόπιν εγώ, ως υπεύθυνος, παίρνω τα σχέδια, τα αναλύω ηλεκτρονικά και κατόπιν γίνονται η κοστολόγηση και η δρομολόγηση της παραγγελίας των υλικών. Στη συνέχεια, λίγο μετά το Πάσχα, έγινε η πρώτη επίσκεψη του σκηνογράφου, που είδε τα πρώτα δείγματα δουλειάς, κατόπιν έφυγε και πριν από μερικές ημέρες επέστρεψε προκειμένου να επιβλέψει το τελικό στάδιο ως την πρεμιέρα».

Τεχνικό προσωπικό 20 ατόμων –η σταθερή ομάδα των κατασκευαστικών εργαστηρίων συν έκτακτο προσωπικό –εργάζεται για την προετοιμασία του «Ναμπούκο». Ο Τιτσιάνο Σάντι δηλώνει ικανοποιημένος από τις συνθήκες εργασίας. Δηλώνει γοητευμένος από το Ηρώδειο, αλλά και από τη νέα στέγη της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Εχοντας συνεργαστεί με σημαντικά θέατρα στην Ιταλία, λέει πως οι συνθήκες εργασίας στη χώρα του –στην πατρίδα της όπερας –έχουν πλέον γίνει δύσκολες. «Προσφάτως δούλεψα στον Μουσικό Φλωρεντινό Μάιο, όπου για τρεις παραγωγές τα χρήματα που δόθηκαν ήταν κυριολεκτικά ελάχιστα. Εδώ οι συνθήκες είναι καλές, μπορεί κανείς να κάνει τη δουλειά του».

Ο «Ναμπούκο» πρωτοπαρουσιάστηκε στη Σκάλα του Μιλάνου στις 9 Μαρτίου 1842 σε λιμπρέτο του Τεμίστοκλε Σολέρα και ανήκει στην πρώτη δημιουργική φάση του Βέρντι, η οποία σφραγίστηκε από το επαναστατικό κλίμα της εποχής, με τα έργα του της συγκεκριμένης περιόδου να απηχούν τον αγώνα για την απελευθέρωση των ιταλικών κρατιδίων από τους Αυστριακούς και την ενοποίησή τους σε κυρίαρχη χώρα. Ο Βέρντι δεν ήταν βέβαια ο πρώτος συνθέτης ο οποίος μελοποίησε κείμενα με έντονο πολιτικό χαρακτήρα. Φλογεροί, γεμάτοι πατριωτικά αισθήματα στίχοι υπάρχουν σε αρκετές όπερες πριν από τις δικές του. Ωστόσο η μουσική είναι που κάνει τη διαφορά: αυτή έχει τη δύναμη να δονεί τα πλήθη. Στην περίπτωση του «Ναμπούκο», το πασίγνωστο «Va, pensiero» («Πέτα, σκέψη»), το χορωδιακό των εβραίων σκλάβων –το οποίο επέχει θέση άτυπου εθνικού ύμνου των Ιταλών -, είναι ένας θρήνος για την απώλεια της πατρίδας. Πέρα απ’ αυτό βεβαίως, το έργο είναι πρόκληση τόσο για τον βαρύτονο –εν προκειμένω τον ρόλο του τίτλου θα ερμηνεύσει ο κορυφαίος Δημήτρης Πλατανιάς – αλλά και για τη σοπράνο και για τον μπάσο.

Υψηλή και λαϊκή τέχνη

Η υπόθεση αφορά την αιχμαλωσία των Εβραίων από τον βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορα. Οταν, στην αλαζονεία του, εκείνος ζητεί απ’ όλους να τον προσκυνήσουν ως Θεό, τον πλήττει κεραυνός. Από τη στιγμή όμως που αναγνωρίζει ως μόνο αληθινό Θεό τον Ιεχωβά, βρίσκει πάλι τα λογικά του, απελευθερώνει τους Εβραίους και συναινεί στη σχέση της βιολογικής του κόρης Φενένας με τον Ισμαήλ, ανιψιό του βασιλιά της Ιερουσαλήμ. Στον Ιεχωβά στρέφεται στο τέλος και η Αμπιγκαΐλε, η υιοθετημένη κόρη του Ναμπούκο, η οποία σφετερίστηκε την εξουσία του.
Η ενασχόληση του Βέρντι με την πολιτική ανέδειξε τον συνθέτη σε εθνικό σύμβολο της Ιταλίας. Ως ακροστιχίδα, το σύνθημα «Viva, Verdi» σήμαινε «Ζήτω ο Βίκτωρ Εμμανουήλ, βασιλιάς της Ιταλίας» (Viva, Vittorio Emanuele, Re d’Italia). Mε τη μουσική του ο Βέρντι εξέφρασε σε αισθητικό επίπεδο το πνεύμα του ώριμου ρομαντισμού και σε πολιτικό την επιθυμία του ιδίου και των συμπατριωτών του να δουν την Ιταλία ελεύθερη και ενωμένη. Μέσα από αυτό το πλαίσιο, στις ιστορικές, πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες του 19ου αιώνα, ο Βέρντι υπήρξε ο συνθέτης που συνέβαλε στη δημιουργία εκείνης της μοναδικής στιγμής στην ιστορία της μουσικής κατά την οποία η λεγόμενη υψηλή τέχνη έγινε ταυτόχρονα και λαϊκή.

Σύμφωνα με τον Λέο Μουσκάτο –έναν δυναμικά ανερχόμενο ιταλό σκηνοθέτη –ο «Ναμπούκο» έχει μια πολύ σύγχρονη δραματουργική δομή. Σε αντίθεση με την εντύπωση που μπορεί να προξενεί ο τίτλος, η ιστορία ξεδιπλώνεται μέσα από τη διασύνδεση διαφορετικών επιμέρους υποθέσεων και η ιστορία διαφοροποιείται ακολουθώντας την οπτική γωνία κάθε χαρακτήρα.

«Οι χαρακτήρες έχουν σχεδιαστεί ως αρχέτυπα. Από τη μια πλευρά υπάρχει η αφηγηματική γραμμή του Ναμπούκο, ενός βασιλιά με τόσες εμμονές που φτάνει στο σημείο να κατακτήσει ολόκληρο τον κόσμο και να ανακηρύξει τον εαυτό του Θεό. Αυτή η μεγαλομανία θα τον κάνει να λάβει μια θεϊκή τιμωρία»
σημειώνει ο σκηνοθέτης.

Στη συνέχεια, υπάρχει η αφηγηματική γραμμή της Αμπιγκαΐλε: μιας πριγκίπισσας διψασμένης για εξουσία, η οποία περιμένει τη στιγμή που θα κληρονομήσει τον θρόνο του πατέρα της. «Αλλά κάποια στιγμή ανακαλύπτει ότι ο αγαπημένος πατέρας της τής έλεγε πάντα ψέματα: ποτέ δεν της είπε ότι είναι παράνομο παιδί, κόρη σκλάβων η οποία υιοθετήθηκε, και ότι γι’ αυτόν τον λόγο δεν θα κληρονομήσει ποτέ το στέμμα του» αναφέρει και πάλι ο Μουσκάτο και συνεχίζει: «Υπάρχει επίσης η Φενένα, η δεύτερη κόρη του Ναμπούκο, νόμιμη κληρονόμος του θρόνου: δεν συμμερίζεται την κατακτητική μανία του πατέρα της, ούτε την πρόθεσή του να καταλάβει την Ιερουσαλήμ και να οδηγήσει τους Εβραίους στη σκλαβιά. Αντιθέτως, το σχέδιό της είναι να τους απελευθερώσει, μεταξύ άλλων επειδή ανάμεσά τους υπάρχει ο Ισμαήλ, ο άνθρωπος με τον οποίο είναι ερωτευμένη και ο οποίος αναγκάζεται να προδώσει τον λαό του προκειμένου να τη σώσει. Ακόμα υπάρχει η οπτική του Ζαχαρία, ενός ιερέα σε κρίση, ο οποίος σε μια στιγμή δυσκολίας τόσο σοβαρή για τον λαό του βλέπει την πίστη του να τον προδίδει. Τελευταίος μεγάλος πρωταγωνιστής αυτής της ιστορίας είναι η χορωδία που δίνει φωνή στον λαό των Εβραίων, των καταπιεσμένων, που απελάθηκαν και ζουν σκλαβωμένοι».

Ο διοικητής στο σανατόριο

Στην παράσταση του Μουσκάτο οι Βαβυλώνιοι κυβερνώνται από ένα στρατιωτικό καθεστώς: άνδρες και γυναίκες φορούν στολές, μερικές φορές εκστρατείας, άλλες φορές παρέλασης. Ο Ναμπούκο είναι ο ανώτατος διοικητής τους και οι Βαβυλώνιοι τον λατρεύουν σαν να ήταν ο Θεός στη γη. Οταν όμως παθαίνει εγκεφαλικό επεισόδιο, πέφτει σε δυσμένεια. Οι Βαβυλώνιοι του γυρίζουν την πλάτη και, τώρα, την ίδια αφοσίωση που είχαν δείξει παλαιότερα σε εκείνον τη δείχνουν στην Αμπιγκαΐλε, τη νέα βασίλισσα η οποία έχει σφετεριστεί την εξουσία. Μόνο μια μικρή ομάδα στρατιωτών, υπό την ηγεσία του Αμπντάλο, παραμένει πιστή στον παλιό διοικητή της. Ο Ναμπούκο, κλεισμένος σε ένα είδος σανατορίου, αντιμετωπίζεται ως παράφρονας. Σε μια στιγμή απόγνωσης βρίσκει τη δύναμη να μετανοήσει για όλον τον πόνο που προκάλεσε και να ζητήσει συγχώρηση από τον Θεό και τους Ιουδαίους που τόσο περιφρονούσε.

«Σε αυτή την παραγωγή, η τραγωδία των Εβραίων που απελάθηκαν και υποδουλώθηκαν αφενός θυμίζει την τραγωδία των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, αφετέρου μοιάζει πολύ με τα βασανιστήρια που υιοθετήθηκαν στα σύγχρονα στρατόπεδα κράτησης, όπως στο Γκουαντάναμο»
σημειώνει ο σκηνοθέτης. Εξηγεί πως οι ερμηνευτές καθοδηγήθηκαν με τέτοιον τρόπο ώστε η σκηνοθεσία να αποκτήσει έναν σφιχτό ρυθμό και οι σχέσεις μεταξύ των χαρακτήρων να ανακτήσουν μια έντονα ρεαλιστική ποιότητα. Η χορωδία δεν αντιμετωπίζεται ως μάζα, αλλά ως ομάδες ανδρών και γυναικών, διαφορετική η μία από την άλλη, δεμένες όμως από ένα κοινό πεπρωμένο.
«Ολα αυτά τροφοδοτούν την ιδέα του θεάτρου που έχουμε πάντα επιδιώξει: ένα θέατρο που βάζει τον θεατή σε θέση να φανταστεί αυτό το οποίο δεν υπάρχει μπροστά του, ένα θέατρο στο οποίο απαγορεύεται το ψέμα και η θεατρική φαντασία είναι το μόνο μέσο με το οποίο μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την αλήθεια των σχέσεων» καταλήγει ο σκηνοθέτης.

Πού και πότε

Ο «Ναμπούκο» θα παρουσιαστεί από την Εθνική Λυρική Σκηνή στις 1, 3, 6, 8 Ιουνίου στο Ηρώδειο, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων του Φεστιβάλ Αθηνών. Μουσική διεύθυνση: Φιλίπ Ογκέν. Σκηνοθεσία: Λέο Μουσκάτο. Με τους Δημήτρη Πλατανιά, Σάε-Κιουνγκ Ριμ, Ελενα Κασιάν κ.ά.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ