Αν το κατακλυσμιαίο σοκ του Brexit έκρουσε τον πρώτο κώδωνα του κινδύνου για μια Ευρωπαϊκή Ενωση που προσπαθούσε να συνέλθει από τις δύο σοβαρότερες κρίσεις της σύγχρονης ιστορίας της –την κρίση της ευρωζώνης και το Προσφυγικό -, η κυνική απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποχωρήσει από τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν θα πρέπει λογικά να αποτελέσει το οριστικό πλήγμα στις βεβαιότητες με τις οποίες είχαν συνηθίσει οι Ευρωπαίοι εδώ και δεκαετίες. Η «προστατευτική ομπρέλα» των Ηνωμένων Πολιτειών δεν υπάρχει πλέον και ο αμερικανικός «νεοεθνικισμός» υποχρεώνει τους Ευρωπαίους να λάβουν δύσκολες αποφάσεις. Πράγματι, από τη Σύνοδο της Μπρατισλάβα τον Σεπτέμβριο του 2016, στην ΕΕ έχει ξεκινήσει μια εις βάθος συζήτηση για το «Μέλλον της Ευρώπης». Η δε έλευση στο ευρωπαϊκό πολιτικό προσκήνιο του Εμανουέλ Μακρόν έχει συμβάλει σε μια ανατάραξη των «λιμναζόντων υδάτων», καθώς ο νέος πρόεδρος της Γαλλίας έθεσε μια υπερφιλόδοξη ατζέντα μεταρρυθμίσεων της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής –ανεξαρτήτως της τελικής επιτυχίας των σχεδίων του.
Οι συνομιλίες διεξάγονται σε πολλά επίπεδα και επί πολλών θεμάτων, όπως π.χ. το μέλλον της ευρωζώνης, το Προσφυγικό/Μεταναστευτικό, η ψηφιακή οικονομία, το εμπόριο, ο επόμενος κοινοτικός προϋπολογισμός, η άμυνα και η εξωτερική πολιτική. Φυσικά, δεν είναι ανέφελες. Υπάρχουν σαφή συγκρουόμενα συμφέροντα μεταξύ χωρών ή ομάδων χωρών, μεταξύ Βόρειας και Νότιας Ευρώπης ή μεταξύ Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης, μεταξύ Κομισιόν και κρατών-μελών. Η κοινή συνισταμένη είναι ότι απαιτούνται επειγόντως αλλαγές, ώστε η ΕΕ να ανταποκριθεί σε ένα νέο διεθνές γεωπολιτικό περιβάλλον. Ωστόσο, δεν υπάρχει μια κοινά αποδεκτή μέθοδος για την επίτευξη αυτού του στόχου. Ο πρώτος ορίζοντας για τη διαμόρφωση ενός «οδικού χάρτη» είναι η Σύνοδος Κορυφής του Ιουνίου. Ο δεύτερος ορίζοντας, ως τον οποίο τουλάχιστον η Επιτροπή θα ήθελε να δει κάποια αποτελέσματα, είναι οι ευρωεκλογές του Μαΐου του 2019.
Η δραματική απουσία της Ελλάδας
Σε αυτόν τον οργασμό συζητήσεων και καταθέσεων ιδεών η Ελλάδα είναι δραματικά απούσα. Ο εγκλωβισμός της χώρας στην… καθαρότητα ή μη της εξόδου από τις πολιτικές των μνημονίων, αλλά και η διαφαινόμενη αδιαφορία της παρούσας κυβέρνησης για τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, πέραν ίσως μιας γενικόλογης άποψης για την ανάγκη ενίσχυσης της «κοινωνικής Ευρώπης», δεν προμηνύουν αλλαγή στη στάση αυτή. Ακόμα και σε τομείς στους οποίους η Ελλάδα θα μπορούσε να καταθέσει προτάσεις ή να αναζητήσει συνεργασίες, π.χ. στο Προσφυγικό, στην ασφάλεια των εξωτερικών συνόρων ή και στην άμυνα, δεν υπάρχει καμία κινητικότητα. Ισως ο μόνος τομέας στον οποίο η Ελλάδα δηλώνει παρούσα να είναι η ενέργεια, αλλά και σε αυτόν η πρωτοβουλία δεν εκπορεύεται, τις περισσότερες φορές, από την ίδια. Η εκτίμηση που διαμορφώνεται είναι ότι η Αθήνα επιδιώκει να δημιουργήσει μια «ζώνη επιρροής» στη Βαλκανική, αντιγράφοντας ουσιαστικά το μοντέλο των «Τεσσάρων του Βίζεγκραντ» –κάτι που μαρτυρεί και η πρόσφατη συνάντηση στο Σούνιο, η οποία διοργανώθηκε από το υπουργείο Εξωτερικών. Από την πλευρά του Μεγάρου Μαξίμου, προωθείται το «πολιτικό φλερτ» με τον κ. Μακρόν, αλλά αυτό δεν συνιστά ευρωπαϊκή πολιτική. Μοιάζει περισσότερο με μια ευκαιριακή συνεννόηση μέσω της οποίας θα μπορούσε να διασφαλιστούν μια ευνοϊκή μεταμνημονιακή εποπτεία και μια ελάφρυνση χρέους. Είναι όμως άγνωστο αν η Αθήνα διάκειται θετικά και στη διαφαινόμενη προτίμηση του Παρισιού για μια νέα Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων.
Ο γαλλογερμανικός άξονας και οι άλλοι
Στις 19 Απριλίου ο Εμανουέλ Μακρόν επισκέφθηκε το Βερολίνο, όπου και συναντήθηκε με την Ανγκελα Μέρκελ. Ο σκοπός ήταν «να ξαναπιάσουν το νήμα» επί των μεταρρυθμίσεων της ευρωζώνης, το οποίο λόγω της μακράς διαδικασίας σχηματισμού κυβέρνησης στη Γερμανία είχε μείνει στον αέρα. Ωστόσο, όσοι ανέμεναν ότι θα υπήρχαν ουσιαστικές εξελίξεις διαψεύστηκαν οικτρά. Ο κ. Μακρόν, ο οποίος επιδιώκει να αξιοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ (ιδιαίτερα στον τομέα άμυνας και ασφάλειας) και στην ευρωζώνη ως αντιστάθμισμα στο κόστος που έχουν για τους συμπατριώτες του οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις που προωθεί, πρέπει να αντελήφθη ότι το όραμά του θα συγκρουστεί σκληρά με την ευρωπαϊκή πραγματικότητα.
«Αυτή είναι μια αποφασιστική στιγμή για το μέλλον της Ευρώπης» είπε ο κ. Μακρόν, ο οποίος μετέβη στο Βερολίνο από το Στρασβούργο όπου είχε επαναλάβει, μιλώντας ενώπιον της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πολλές από τις προτάσεις που είχε αρχικά διατυπώσει στην περίφημη ομιλία του στη Σορβόννη . Ωστόσο, η κυρία Μέρκελ έσπευσε τάχιστα να ρίξει τους τόνους, αποφεύγοντας να δεσμευθεί σε οτιδήποτε. «Υπάρχουν πάντοτε διαφορετικά σημεία έναρξης σε ό,τι αφορά στις απόψεις της Γερμανίας και της Γαλλίας. Θέλουμε ανοιχτό διάλογο και ικανότητα συμβιβασμού» τόνισε, «παγώνοντας» φιλόδοξες κινήσεις όπως, π.χ., η δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Εγγύησης Καταθέσεων (EDIS) για την προστασία ποσών ως 100.000 ευρώ.
Ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές μιλώντας προς «Το Βήμα» σημείωναν ότι μετά τη συνάντηση του Βερολίνου οι συνομιλίες θα ενταθούν, εν όψει και της γαλλογερμανικής συνόδου στις 19 Ιουνίου, περίπου 10 ημέρες πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις Βρυξέλλες. Ως τότε το Παρίσι και το Βερολίνο θα πρέπει να έχουν καταλήξει σε κοινές θέσεις τόσο για την ευρωζώνη όσο και για την εξωτερική πολιτική, αλλά και για τις μεταρρυθμίσεις στο Σύστημα του Δουβλίνου. Με αυτές τις θέσεις θα εμφανιστούν στις Βρυξέλλες με σκοπό να συμβάλλουν στον «οδικό χάρτη» για το μέλλον της ΕΕ. Ωστόσο, μπορεί ο κ. Μακρόν να κινείται χωρίς αντίπαλο στο Παρίσι, αλλά η κυρία Μέρκελ έχει άλλους περιορισμούς. Τόσο εντός του δικού της συνασπισμού CDU/CSU όσο και πιο δεξιά, στους Ελεύθερους Δημοκράτες και στην Εναλλακτική για τη Γερμανία, η άποψη που κυριαρχεί είναι ότι η Γερμανία δεν πρέπει να αναλάβει υπερβολικούς κινδύνους εντός ευρωζώνης.
Η «σκιά» Σόιμπλε παραμένει βαριά
Ο νέος υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς δήλωσε λίγο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ότι θα παραμείνει ένας… γερμανός υπουργός Οικονομικών –όπερ σημαίνει σκεπτικός σε οποιαδήποτε ιδέα υπερβολικών δαπανών σε κοινοτικό επίπεδο. Η «σκιά» Σόιμπλε εξακολουθεί να πέφτει βαριά στο παγωμένο κτίριο της Βίλχελμστράσε. Ουσιαστικά και στα τρία σημεία στα οποία ο κ. Μακρόν επιδιώκει σημαντικές αλλαγές, δηλαδή στην τραπεζική ένωση, στη μεταρρύθμιση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και στη δημιουργία ενός μηχανισμού δημοσιονομικής σταθεροποίησης για την απορρόφηση ασύμμετρων σοκ, το Βερολίνο εμφανίζεται απρόθυμο για ουσιαστικά βήματα.
Οι Γερμανοί δεν θέλουν ο ESM να συνδράμει στο Ενιαίο Ταμείο Αναδιάρθρωσης (SRF) των τραπεζών, ενώ παράλληλα φέρονται να έχουν βάλει στο τραπέζι το θέμα της ένταξης μιας ημιαυτόματης αναδιάρθρωσης χρέους στη Συνθήκη του ESM. Η δε άρνηση να προχωρήσει το EDIS παραμένει, καθώς συνδέεται με την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων. Παράλληλα, το Βερολίνο ισχυρίζεται ότι θέλει ο ESM να αντικαταστήσει την Κομισιόν στην επίβλεψη των δημοσιονομικών πολιτικών –αν και κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου εύκολο από νομικής και πολιτικής απόψεως, καθώς ο ESM είναι διακυβερνητικός οργανισμός. Οσο για την πρόταση Μακρόν περί ενός προϋπολογισμού της ευρωζώνης, με σκοπό να τονωθούν οι επενδύσεις ή και να απορροφηθούν τα ασύμμετρα σοκ των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, αντιμετωπίζει και αυτή δυσκολίες. Ωστόσο, η Επιτροπή έσπευσε να διατυπώσει ορισμένες σχετικές ιδέες στο πλαίσιο του Σχεδίου Προϋπολογισμού για την περίοδο 2021-2027.
Δεν είναι όμως μόνο ο γαλλογερμανικός άξονας που έχει ιδέες για την ευρωζώνη. Ιδιαίτερα ενισχυμένος εμφανίζεται, μετά και την αναμενόμενη αποχώρηση της Βρετανίας, ο ρόλος της Ολλανδίας. Ο
Μαρκ Ρούτε έχει θέσει σαφείς «κόκκινες γραμμές» απέναντι στις φιλόδοξες ιδέες Μακρόν, ενώ εμφανίζεται αρκετά σκληρός απέναντι στις φεντεραλιστικές προτάσεις της Επιτροπής.
«Η ΕΕ δεν είναι ένα ασταμάτητο τρένο που κινείται με ταχύτητα προς τον φεντεραλισμό» δήλωσε χαρακτηριστικά σε πρόσφατη ομιλία του στο Βερολίνο. Μάλιστα, η Χάγη έχει ηγηθεί μιας ομάδας χωρών στην οποία συμπεριλαμβάνονται οι Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Λετονία, Λιθουανία και Σουηδία, οι οποίες σε non paper που διένειμαν ξεκαθάρισαν ότι οι συζητήσεις για το μέλλον της ευρωζώνης θα πρέπει να λάβουν υπόψη τις θέσεις όλων των μελών της και όχι μόνο της Γαλλίας και της Γερμανίας. Επίσης, ζητούν κάθε χώρα να λάβει μέτρα τήρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας σε εθνικό επίπεδο, να μην αναληφθούν από την ΕΕ πρωτοβουλίες που δεν έχουν την έγκριση της κοινής γνώμης στα κράτη-μέλη, να περιοριστούν οι κίνδυνοι που εγκυμονούν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια προτού προχωρήσει το EDIS και να ενισχυθούν οι αρμοδιότητες του ESM σε θέματα αναδιάρθρωσης χρεών.
Η θεσμική διελκυστίνδα και οι πολλαπλές ταχύτητες
Στις 23 Φεβρουαρίου πραγματοποιήθηκε άτυπη Σύνοδος των «27» (χωρίς τη Βρετανία) στις Βρυξέλλες, στην οποία συζητήθηκαν όλα τα θεσμικά ζητήματα. Επί τάπητος βρέθηκε η μέθοδος εκλογής του προέδρου της Επιτροπής, οι αλλαγές στα κορυφαία ευρωπαϊκά αξιώματα που θα πρέπει να πραγματοποιηθούν κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2019 (θα επιλεγούν νέοι πρόεδροι για Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ΕΚΤ και ύπατος εκπρόσωπος για την εξωτερική πολιτική), οι ευρωεκλογές, η πιθανή μείωση του αριθμού των επιτρόπων, η πρόταση για συγχώνευση των θέσεων του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του προέδρου της Κομισιόν και, τέλος, ο προϋπολογισμός.
Η ιστορική στήλη του Βήματος στο inbox σου
Γίνε μέλος του καθημερινού newsletter που αποκαλύπτει όσα συμβαίνουν στο πολιτικό παρασκήνιο και απόκτησε πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενο. Η συζήτηση δεν ήταν εξαρχής εύκολη. Εγινε δε δυσκολότερη εξαιτίας της απόφασης του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ να πραγματοποιήσει μια παθιασμένη και «επιθετική» ομιλία επί όλων των θεμάτων – σε πλήρη αντιδιαστολή με την απόπειρα του Ντόναλντ Τουσκ να κρατήσει χαμηλά τους τόνους. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να προκαλέσει πολλές αντιδράσεις, με κορυφαία εκείνη του ολλανδού πρωθυπουργού Μαρκ Ρούτε ο οποίος, σύμφωνα με άριστα ενημερωμένη κοινοτική πηγή, είπε κάποια στιγμή προς τον λουξεμβούργιο πολιτικό: «Η δουλειά σου είναι να κάνεις όσα εμείς αποφασίζουμε ότι πρέπει να γίνουν και να δρας ως φύλακας των Συνθηκών!».
Αυτή τη στιγμή υπάρχει μια σοβαρή διαμάχη μεταξύ όσων θέλουν ενίσχυση της κοινοτικής μεθόδου λήψης αποφάσεων και όσων θεωρούν ότι η διακυβερνητική μέθοδος είναι πιο ευέλικτη. Παράλληλα, η άποψη ότι τα κράτη-μέλη έχουν «το πάνω χέρι» στη λήψη αποφάσεων έχει κυριαρχήσει. Τι σημαίνουν αυτά; Κατ’ αρχήν, σε ό,τι αφορά το θέμα της επιλογής του νέου προέδρου της Κομισιόν με βάση τον επικεφαλής υποψήφιο των πολιτικών κομμάτων, οι «27» αποδέχονται ότι η διαδικασία αυτή είναι μεν πια γεγονός, αλλά δεν δέχονται αυτοματισμό στον ορισμό του νέου προέδρου. Αυτό προκαλεί σύγκρουση με το Κοινοβούλιο. Ο Μακρόν δεν κατάφερε να περάσει την ιδέα του για πανευρωπαϊκές λίστες υποψηφίων, καθώς οι πολιτικές ομάδες της Ευρωβουλής και ιδιαίτερα το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα τού έφραξαν τον δρόμο, ενώ δεν φαίνεται και ο ίδιος να μπορεί να διαμορφώσει, προς το παρόν, δική του ομάδα. Η ιδέα Γιούνκερ περί κοινού προέδρου Κομισιόν και Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δεν έχει καμία ελπίδα, όπως επίσης και αυτή για μείωση του αριθμού των επιτρόπων.
Η μάχη για τα κονδύλια
Η Κομισιόν παρουσίασε στις 2 Μαΐου την πρότασή της για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο της περιόδου 2021-2027. Δύο είναι ουσιαστικά οι βασικές διαφορές του από εκείνο της επταετίας 2014-2020. Πρώτον, ότι λόγω του Brexit θα υπάρξει κενό χρηματοδότησης (αν και θα διευκολυνθεί ίσως η μείωση των περίφημων «επιστροφών»/rebates), δεύτερον, ότι καινούργιες προτεραιότητες, ιδιαίτερα η άμυνα/ασφάλεια και η μετανάστευση, απαιτούν ενισχυμένα κονδύλια. Από άποψη συνολικών ποσών, πάντως, δεν αλλάζουν πολλά πράγματα. Η Κομισιόν προτείνει έναν μακροπρόθεσμο προϋπολογισμό ύψους 1.135 δισεκατομμυρίων ευρώ που ισοδυναμεί με το 1,11% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος των «27» .
Οι Πολιτικές Συνοχής και Κοινής Αγροτικής Πολιτικής θα υποστούν μείωση περίπου 5%, ενώ η μεγαλύτερη αύξηση (εννιαπλασιασμός) θα υπάρξει στον τομέα της ψηφιακής οικονομίας. Τριπλασιάζονται επίσης τα κονδύλια για τη μετανάστευση και την ασφάλεια των εξωτερικών συνόρων.
Υπάρχουν, τέλος, τρία σημεία που σίγουρα θα προκαλέσουν αντιδράσεις. Το πρώτο είναι η πρόταση διασύνδεσης μεταξύ της χρηματοδότησης και του κράτους δικαίου, ένας μηχανισμός που εισάγεται με το βλέμμα στις περιπτώσεις χωρών όπως η Ουγγαρία και η Πολωνία, που ήδη έχουν εκφράσει έντονες διαφωνίες. Η ΕΕ θα μπορεί θεωρητικά να αναστέλλει, να μειώνει ή να περιορίζει την πρόσβαση σε χρηματοδότηση αν δεν γίνεται σεβαστό το κράτος δικαίου. Τα άλλα δύο σημεία σχετίζονται με την ευρωζώνη. Αφορούν ένα Πρόγραμμα Στήριξης Μεταρρυθμίσεων με προϋπολογισμό ύψους 25 δισεκατομμυρίων ευρώ και μια Ευρωπαϊκή Λειτουργία Σταθεροποίησης Επενδύσεων με τη μορφή δανείων εγγυημένων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό ύψους 30 δισεκατομμυρίων ευρώ. Το μεν πρώτο θα αρέσει σίγουρα στο Βερολίνο, το δε δεύτερο στο Παρίσι.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ