Τους λόγους για τους οποίους η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν προχώρησε στην αναστολή διαπραγμάτευσης της μετοχής της FF Group, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα τα δεδομένα που βρίσκονταν στη διάθεσή της και τα οποία αποτελούν ένα πρωτόγνωρο σύνολο για την ελληνική αγορά, αναφέρει μεταξύ άλλων στη συνέντευξή του στο «Βήμα» ο πρόεδρός της Χαράλαμπος Γκότσης.
Τελικά θα έπρεπε, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι στην αγορά, να αναστείλετε τη διαπραγμάτευση της μετοχής της FF Group ώστε να προστατέψετε τους επενδυτές;
«Οπως γνωρίζετε, με βάση τον νόμο 3371/2005, στο άρθρο 17 προβλέπεται η δυνατότητα αναστολής στη διαπραγμάτευση μιας μετοχής είτε από το Χρηματιστήριο είτε από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Σε μελέτες που έχουν γίνει παγκοσμίως, κυρίως από την IOSCO, την Παγκόσμια Ενωση Κεφαλαιαγορών, αμφισβητείται η αποτελεσματικότητα και συνεπώς η χρησιμότητα του μέτρου, διότι δεν επηρεάζει θετικά στο θέμα της μεταβλητότητας, επειδή διαπιστώνεται ότι μετά την αναστολή και την επαναφορά της διαπραγμάτευσης παρατηρούνται μεγάλες διακυμάνσεις λόγω αυξημένων πωλήσεων των εγκλωβισμένων επενδυτών. Κυρίως όταν πρόκειται για φήμες ή δημοσιεύματα που αφορούν την πληροφόρηση του επενδυτικού κοινού.
Συνεπώς το μέτρο αυτό θα πρέπει, σε κάθε περίπτωση, να χρησιμοποιείται με φειδώ. Οποιος έχει εμπιστοσύνη στον μηχανισμό ανεξάρτητης διαμόρφωσης της τιμής, αφήνει τις δυνάμεις της αγοράς να δράσουν στην κατεύθυνση εξισορρόπησης της τιμής μιας μετοχής, κάτι που συμβαίνει στις περισσότερες των περιπτώσεων. Στην περίπτωση της FF Group δεν προέκυψε πρόβλημα το οποίο να προέρχεται από την εταιρεία, όπως η μη δημοσίευση οικονομικών καταστάσεων ή η δημοσίευση με επιφυλάξεις του ορκωτού ελεγκτή, όπου λόγω ασυνέπειας της εταιρείας στις υποχρεώσεις της μπορεί να ανασταλεί η διαπραγμάτευση. Εδώ είχαμε απλά τη δημοσίευση μιας μελέτης ή, ακόμη χειρότερα, τη μετάδοση μιας φήμης για μια άλλη εταιρεία και όχι ένα γεγονός που προέρχεται από την ίδια την εταιρεία. Επίσης δεν υπήρξε κάποιο έκτακτο γεγονός, όπως είχαμε πρόσφατα την περίπτωση μιας πυρκαγιάς ή την απαγωγή ενός επιχειρηματία, όπου επηρεαζόταν η λειτουργία της επιχείρησης. Η απόφαση συνεπώς της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς να μην ανασταλεί η διαπραγμάτευση ήταν ορθή, λαμβάνοντας υπ’ όψιν όλα τα δεδομένα που βρίσκονταν στη διάθεσή μας, τα οποία αποτελούν ένα πρωτόγνωρο σύνολο για την ελληνική κεφαλαιαγορά».
Αν και το hedge fund QCM χαιρέτισε την «άμεση παρέμβαση», όπως ανέφερε, των ελληνικών ρυθμιστικών αρχών για το θέμα της Folli Follie, ορισμένοι θεωρούν ότι δεν αντιδράσατε άμεσα, κάτι που εκτόξευσε τις διάφορες φήμες στην αγορά αυξάνοντας έτσι τον προβληματισμό στο επενδυτικό κοινό.
«Καθώς η περίπτωση της Folli Follie είχε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, ξεκινήσαμε άμεσα τον έλεγχο των συναλλαγών, ζητήσαμε από την αρμόδια Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης να ελέγξει την ποιότητα του έργου της ελεγκτικής εταιρείας που υπογράφει τις οικονομικές καταστάσεις και απαιτήσαμε την ανάθεση από την εταιρεία μιας ανεξάρτητης ελεγκτικής εταιρείας εγνωσμένου κύρους την οποία θα πρέπει να εγκρίνουμε. Παράλληλα, ζητήσαμε από το fund QCM, που δημοσίευσε τη μελέτη, να μας προσκομίσει τα σχετικά στοιχεία και να προβεί σε αναλυτική επεξήγηση των επιχειρημάτων του.
Ολες οι ενέργειες περιέχουν χρονοδιάγραμμα και αποφασίστηκαν εγκαίρως, οι πρώτες δύο την Παρασκευή, οι δε επόμενες πριν από την έναρξη της επόμενης συνεδρίασης που ήταν η Δευτέρα 7/5, όπως άλλωστε επιβάλλεται.
Με αυτό το πακέτο μέτρων θεωρούμε ότι δόθηκε προς όλες τις κατευθύνσεις το περιεχόμενο της αντίδρασης της εποπτικής αρχής για τη διασφάλιση της λειτουργίας της κεφαλαιαγοράς και της επανόδου στην ομαλότητα».
Πώς θα αντιμετωπίσετε πλέον τη διαμορφωθείσα κατάσταση σε μια στιγμή που η στρατηγική του fund QCM φαίνεται ότι έθεσε θέματα αξιοπιστίας του συνόλου της ελληνικής κεφαλαιαγοράς;
«Σε αυτές τις περιπτώσεις εκείνο που προέχει είναι η διατήρηση της ψυχραιμίας από όλους τους εμπλεκομένους. Ο πανικός είναι κακός σύμβουλος. Και είναι δυστυχώς αυτό που επικράτησε στις συνεδριάσεις της περασμένης Παρασκευής και της Δευτέρας. Είναι απορίας άξιο το ότι ένα πολύ μικρό fund με μια έκθεσή του για μια μεγάλη εταιρεία, ανεξάρτητα από την ορθότητα ή μη των συμπερασμάτων του, καταφέρνει να βυθίσει τη μετοχή της. Αυτό, δε, δικαιολογείται από την έλλειψη βάθους της ελληνικής αγοράς, αλλά κυρίως από την εύθραυστη ψυχολογία του επενδυτικού κοινού.
Κατά τα άλλα, η ελληνική κεφαλαιαγορά έχει δείξει τις αντοχές της σε άλλες πιο κρίσιμες περιόδους, στις οποίες κατόρθωσε να αντεπεξέλθει και να συνεχίσει την εύρυθμη λειτουργία της προς όφελος των επενδυτών αλλά και κυρίως της ελληνικής οικονομίας, προσφέροντας άλλη μια αγορά άντλησης κεφαλαίων, εναλλακτικής του τραπεζικού δανεισμού. Σε ό,τι αφορά την αξιοπιστία, το γεγονός ότι το 67% της κεφαλαιοποίησης ανήκει σε ξένους φανερώνει έμπρακτα την εμπιστοσύνη τους προς την ελληνική κεφαλαιαγορά».

Σας επικρίνουν κάποιοι ότι δεν προλάβατε να διαπιστώσετε τις όποιες ελλείψεις φέρεται ότι ανακάλυψε το fund στα στοιχεία της εταιρείας, ώστε να ενεργήσετε εγκαίρως προληπτικά.
«Ας ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα. Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν πραγματοποιεί πρωτογενή έλεγχο στις οικονομικές καταστάσεις των εισηγμένων εταιρειών. Αυτό είναι έργο του ορκωτού ελεγκτή ο οποίος ορίζεται από τη Γενική Συνέλευση της εταιρείας. Εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να σεβαστούμε το πιστοποιητικό που εκδίδει ο ορκωτός, εκτός κι αν έχει εκδοθεί με επιφύλαξη ή, ακόμη χειρότερα, με αρνητική γνώμη, οπότε επεμβαίνουμε πραγματοποιώντας έλεγχο και στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων με αναστολή διαπραγμάτευσης.
Η ευθύνη συνεπώς της ορθότητας του περιεχομένου των οικονομικών καταστάσεων βαρύνει τον ορκωτό ελεγκτή, ο οποίος με τη σειρά του ελέγχεται από την Επιτροπή Λογιστικής Τυποποίησης.
Ελέγχους πραγματοποιούμε επίσης όταν υπάρξει ένα αρνητικό δημοσίευμα που αμφισβητεί βάσιμα τα οικονομικά στοιχεία της επιχείρησης, όπως επίσης και σε περίπτωση του τακτικού ελέγχου, όταν μια επιχείρηση επιλεγεί για έλεγχο μέσα από το δείγμα το οποίο σχηματίζεται κάθε χρόνο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ