Στο 40,8% του συνολικού κόστους εργασίας έναντι 35,9% των χωρών μελών του ΟΟΣΑ διαμορφώνεται η συνολική φορολογική επιβάρυνση στην Ελλάδα, σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει η Alpha Bank σε ανάλυσή της.

Οι λοιπές χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου επίσης διατηρούν υψηλό ποσοστό φορολογικής επιβαρύνσεως, άνω του μέσου όρου του ΟΟΣΑ.

Ωστόσο, οι επιμέρους κατηγορίες που συνθέτουν την φορολογική επιβάρυνση διαφέρουν μεταξύ των χωρών.

Η συγκεκριμένη επιβάρυνση υπολογίζεται ως το άθροισμα του φόρου εισοδήματος και των ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών και των εργαζομένων, αφαιρώντας οποιασδήποτε μορφής επιδόματα, ως ποσοστό του συνολικού κόστους εργασίας.

Στην Ελλάδα, η φορολογική επιβάρυνση αυξήθηκε κατά 0,13 εκατοστιαίες μονάδες το 2017 σε σχέση με το 2016, λόγω της αυξήσεως των ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών και των εργαζομένων.

Ειδικότερα, οι ασφαλιστικές εισφορές των εργαζομένων αποτελούσαν το 2017, όπως και το 2009 (έτος πριν την έναρξη της οικονομικής κρίσεως) το υψηλότερο ποσοστό του κόστους εργασίας.

Αντίθετα, ο φόρος εισοδήματος ως ποσοστό του κόστους εργασίας ανέρχεται μόλις στο 8%, έναντι 13,5% του ΟΟΣΑ, 16,5% της Ιταλίας και 13,3% της Πορτογαλίας, γεγονός που συνδέεται με τη περιορισμένη φορολογική βάση εξαιτίας του υψηλότερου επιπέδου παραοικονομικής δραστηριότητος.

Επιπλέον, στην Ελλάδα οι συνολικές εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών αποτελούν πάνω από το 1/3 του συνολικού κόστους εργασίας, ήτοι 32,8%, έναντι 22,4% του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ.

Αντικίνητρο απασχόλησης

Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Alpha Bank, το υψηλό ποσοστό των ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών και των εργαζομένων αυξάνει σημαντικά το κόστος εργασίας και αποτελεί αντικίνητρο ενισχύσεως της απασχολήσεως, ενώ παράλληλα οδηγεί σε αύξηση της αδήλωτης εργασίας.

Όπως εξηγούν, η Ελλάδα έχει πολύ υψηλότερο μέσο φορολογικό συντελεστή στον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων (33,2%, στοιχεία 2016), έναντι του μέσου όρου των 22 Ευρωπαϊκών χωρών που ανήκουν στον ΟΟΣΑ (ΟΟΣΑ-ΕΕ) (25,7%), ενώ παράλληλα τα φορολογικά έσοδα ανήλθαν μόλις στο 6,5% του ΑΕΠ, έναντι 9,2% στις χώρες του ΟΟΣΑ.

Όσον αφορά στον φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων, τα έσοδα στην Ελλάδα ως ποσοστό του ΑΕΠ, εμφανίζονται ελαφρώς αυξημένα σε σχέση με τις χώρες του ΟΟΣΑ, αλλά ο φορολογικός συντελεστής είναι σημαντικά υψηλότερος (29% στην Ελλάδα, 23,6% στις χώρες ΟΟΣΑ-ΕΕ).

Ωστόσο, τα έσοδα από την έμμεση φορολογία έχουν αυξηθεί σημαντικά ως ποσοστό του ΑΕΠ και διαμορφώνονται σε υψηλότερο επίπεδο έναντι των χωρών ΟΟΣΑ-ΕΕ, εξέλιξη που αποδίδεται στις περαιτέρω αυξήσεις στον ΦΠΑ που έχουν επιβληθεί από το 2015 αλλά και τη βελτίωση της εισπραξιμότητος του συγκεκριμένου φόρου, ειδικά των παρελθόντων οικονομικών ετών.

Διαβάστε αναλυτικά το εβδομαδιαίο δελτίο της τράπεζας