Ισχυρό πλήγμα στη διεθνή εικόνα της χώρας έχει προκαλέσει – και μάλιστα σε μια περίοδο που η τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο δείχνει να παγιώνεται – όλο αυτό το αλαλούμ γύρω από την απίστευτη ιστορία με τις γαλλικές φρεγάτες και την περιβόητη αναβάθμιση των F-16. Ζητήματα εξαιρετικά σοβαρά, που αφορούν την εθνική ασφάλεια και τη θωράκιση της χώρας σε μια εξαιρετικά κρίσιμη στιγμή, αντιμετωπίζονται με επικίνδυνη ανευθυνότητα και επιπολαιότητα, που πέρα από όλα τα άλλα αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει μια συγκροτημένη κυβερνητική πολιτική στον τομέα αυτόν και ο μόνος στόχος είναι η επικοινωνιακή προβολή δήθεν εθνικών επιτευγμάτων, για λόγους καθαρά εσωτερικής πολιτικής κατανάλωσης.
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται οι γνωστοί φανφαρονισμοί και τα γνωστά νταηλίκια του υπουργού Αμυνας, που έχουν ως αποτέλεσμα απλώς να συμβάλλουν στην περαιτέρω όξυνση της έντασης, χωρίς καμία απολύτως ουσιαστική συμβολή στην υπεράσπιση της εθνικής μας ανεξαρτησίας, που είναι και το ζητούμενο την περίοδο αυτή.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί η κυβερνητική ασυνεννοησία, με άλλα να υποστηρίζει ο υπουργός Αμυνας, άλλα ο αναπληρωτής του και άλλα ο υπουργός Εξωτερικών ή ο Πρωθυπουργός. Και αυτό συμβαίνει όχι μόνο με τη θλιβερή ιστορία του Σκοπιανού, όπου είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιληφθούμε τι ακριβώς επιδιώκουμε, όταν δεν μπορούν οι αρμόδιοι υπουργοί να συμφωνήσουν μεταξύ τους, αλλά δυστυχώς και με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Οταν μάλιστα η τουρκική απειλή αποτελεί εδώ και χρόνια τη μόνη ουσιαστική απειλή απέναντι στη χώρα μας και εκδηλώνεται πότε ανοιχτά και πότε με ηπιότερο τρόπο, ανάλογα με το πώς υπολογίζει η Αγκυρα την ισχύ των ελληνικών αντιδράσεων. Ετσι βρίσκει την ευκαιρία να χτυπάει πάντα όταν η Ελλάδα βρίσκεται σε αδύναμη θέση.
Αυτό συνέβη τη διετία 1973-74 επί χούντας, όταν έθεσε ολόκληρο το πλέγμα των μονομερών διεκδικήσεών της στο Αιγαίο και κατέλαβε τη Βόρεια Κύπρο. Καθώς και τώρα που αντιλαμβάνεται το ελληνικό κυβερνητικό μπάχαλο στα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Διότι βεβαίως αυτά που συμβαίνουν εδώ, ιδιαίτερα τις ημέρες αυτές, δεν παραμένουν μεταξύ μας, αλλά γίνονται αντικείμενο χλευαστικών δημοσιευμάτων στις τουρκικές εφημερίδες και συμβάλλουν στην κατάρρευση της εικόνας της χώρας μας. Ενώ η αυξανόμενη ένταση δεν πρόκειται να καταλαγιάσει εύκολα και πάντως όχι μετά τις εκλογές, όπως ελπίζουν ορισμένοι. Και τούτο διότι ο Ερντογάν και η αντιπολίτευση έχουν επιδοθεί σε έναν ανηλεή προεκλογικό εθνικιστικό ανταγωνισμό ως προς τα διεκδικούμενα απέναντι στην Ελλάδα, ώστε όποιο και αν είναι το εκλογικό αποτέλεσμα η πολιτική αυτών των διεκδικήσεων δεν πρόκειται να αλλάξει. Ιδιαίτερα ως προς την κυπριακή ΑΟΖ, όπου διεξάγονται οι γνωστές γεωτρήσεις, στις οποίες η Αγκυρα θεωρεί ότι έχει δικαίωμα συμμετοχής λόγω των εκτεταμένων τουρκικών ακτών στην Ανατολική Μεσόγειο.