14 Μαΐου 1948: η ίδρυση του νέου κράτους του Ισραήλ που κήρυξε ο πρωθυπουργός Νταβίντ Μπεν-Γκουριόν εκείνο το απόγευμα στο Τελ Αβίβ ήταν μια ιστορική στιγμή, τεράστιας χαράς για τους Εβραίους σε όλον τον κόσμο μόλις τρία χρόνια μετά το Ολοκαύτωμα. Και μια πρόκληση για τις γειτονικές αραβικές χώρες, που επιτέθηκαν την επόμενη ημέρα στο νεογέννητο κράτος. Το Ισραήλ πολέμησε και άλλες φορές από τότε, κερδίζοντας με τα όπλα το δικαίωμα στην ύπαρξη.
Αλλά σήμερα, καθώς γιορτάζει ήδη (με το εβραϊκό ημερολόγιο) τα 70 χρόνια της ανεξαρτησίας του, η ικανοποίηση για την επιβίωση σκιάζεται από μια μόνιμη, ζοφερή ανησυχία.
Το ερώτημα που μπορεί δικαιολογημένα να τεθεί είναι αν αυτό το Ισραήλ είναι η χώρα την οποία ονειρευόταν ο εβραϊκός λαός καθ’ όλη τη διάρκεια των αιώνων. Με ανοιχτή την πληγή του Παλαιστινιακού, της βίας και της τρομοκρατίας, τα σκάνδαλα της κυβέρνησης του σκληρού πρωθυπουργού Νετανιάχου και τη μόνιμη απειλή μιας νέας επίθεσης, πολλοί Ισραηλινοί ανησυχούν για το μέλλον.
«Για να απαντήσουμε στην ερώτηση, αυτό που χρειάζεται απελπιστικά είναι η προοπτική, το πλαίσιο» γράφει η «Jerusalem Post». «Μέσα στο πλήθος των καθημερινών ειδήσεων –της τρομοκρατίας, των πολέμων, της διαφθοράς –συχνά δεν βλέπουμε τη μεγαλύτερη εικόνα. Και το πιο σημαντικό σε αυτή τη στρογγυλή επέτειο είναι να κάνουμε ένα βήμα πίσω και να δούμε ακριβώς πού βρισκόμαστε ύστερα από 70 χρόνια.
Το Ισραήλ, προφανώς, δεν είναι το παρθένο όραμα που ονειρεύονταν πολλοί το 1948. Η εθνική κυριαρχία, η ανεξαρτησία, η διακυβέρνηση μιας χώρας, η ανάπτυξη μιας οικονομίας και ενός στρατού, και ο ένας πόλεμος μετά τον άλλον μάς έφεραν αντιμέτωπους με μια σκληρή και πικρή πραγματικότητα, μια πραγματικότητα που μερικές φορές μάς ωθεί να κάνουμε συμβιβασμούς για μερικές από τις αξίες μας. Ισως δεν έχουμε ανταποκριθεί στις πιο υψηλές προσδοκίες μας, αλλά στην ώριμη ηλικία των 70 ετών είναι δίκαιο να πούμε ότι –παρά τα όσα λένε οι Κασσάνδρες –τα έχουμε καταφέρει» τονίζει η ισραηλινή εφημερίδα.
Και συμπληρώνει: «Κάποιοι τόσο στο Ισραήλ όσο και στο εξωτερικό ρωτάνε: Είναι αυτή η χώρα για την οποία προσευχόμασταν; Η απάντηση είναι «ναι». Είναι τέλεια; Φυσικά και όχι, καμιά χώρα δεν είναι τέλεια. Αλλά είναι η πιο εκπληκτική απόδειξη της εβραϊκής ανθεκτικότητας, της πίστης και της ελπίδας στην πιο αφιλόξενη γειτονιά του πλανήτη.
Και ο καλύτερος τρόπος για να το καταλάβετε είναι να σκεφτείτε πού ήταν πριν από 73 χρόνια ο εβραϊκός λαός (στο Ολοκαύτωμα) και πού βρισκόμαστε σήμερα –με όλες τις δυσκολίες και τα προβλήματα και τη βία και τα ματαιωμένα όνειρα. Αυτό που έχουμε δημιουργήσει στη διάρκεια αυτής της σύντομης περιόδου δεν είναι τίποτε λιγότερο από ένα θαύμα, παρ’ όλες τις ατέλειες».
Η εφημερίδα δίνει ένα παράδειγμα: πριν από λίγα χρόνια, τον Φεβρουάριο του 2011, επικεφαλής του στρατού του Ισραήλ ορκίστηκε ο Μπένι Γκαντζ, γιος οικογένειας που επιβίωσε από το Ολοκαύτωμα.
Οταν η μητέρα του απελευθερώθηκε από το Μπέργκεν-Μπέλσεν ζύγιζε μόλις 28 κιλά. Εκείνη τη στιγμή, δεν θα μπορούσε να πιστέψει ότι 66 χρόνια αργότερα ο γιος της, που δεν είχε ακόμη γεννηθεί, θα γινόταν ο 20ός αρχηγός του γενικού επιτελείου του στρατού του κράτους του Ισραήλ, του εβραϊκού κράτους.
«Αυτή η οικογενειακή ιστορία, το ταξίδι από το Μπέργκεν-Μπέλσεν μέχρι την ηγεσία του ισραηλινού στρατού, πιστοποιεί την πιο δραματική αλλαγή –το πώς ένας αδύναμος, εξόριστος και ανυπεράσπιστος λαός που βρέθηκε στα όρια της εξόντωσης κατάφερε να δημιουργήσει ένα ακμάζον, ανεξάρτητο, δημοκρατικό κράτος με έναν από τους ισχυρότερους στρατούς στον κόσμο» καταλήγει η «Jerusalem Post».

Η πληγή της κατοχής

Πέρυσι το Ισραήλ γιόρτασε μια άλλη επέτειο, των 50 ετών από τον Πόλεμο των Εξι Ημερών. Εκείνος ο στρατιωτικός θρίαμβος, απρόσμενος σε τέτοια έκταση, δημιούργησε νέα γεωπολιτικά δεδομένα, χτύπησε καίρια τον αραβικό εθνικισμό, αλλά δεν έλυσε τον γόρδιο δεσμό. Αντίθετα, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τη συνέχιση των αραβο-ισραηλινών συγκρούσεων, και φυσικά άνοιξε την πληγή της κατοχής των Παλαιστινίων.
Ενας αντάρτης ονόματι Γιάσερ Αραφάτ δραπέτευσε εκείνο το καλοκαίρι από τη Ραμάλα, την ώρα που 2,5 εκατομμύρια Παλαιστίνιοι άρχισαν να ζουν στη νέα, ζοφερή πραγματικότητα της στρατιωτικής κατοχής.
Για τους Παλαιστινίους, το 1967 ήταν η δεύτερη καταστροφή (nakba) μετά το ’48. Οι πόλεμοι του 1973 και του 1982 και η επιστροφή του Σινά στην Αίγυπτο δεν άλλαξαν πολλά στο παλαιστινιακό μέτωπο. Η πρώτη ιντιφάντα, ο πετροπόλεμος που ξέσπασε το 1987, μαζί με ένοπλο αγώνα και τρομοκρατικές επιθέσεις έδειξαν ότι η στρατιωτική υπεροχή δεν μεταφράστηκε σε ασφάλεια για το Ισραήλ.
Η αναγνώριση της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO) από τον Γιτζάκ Ράμπιν στο Οσλο ήταν ένα ιστορικό σημείο καμπής. Αλλά Ράμπιν και Αραφάτ δεν μπόρεσαν να μετατρέψουν την «ειρήνη των γενναίων» σε τελική συμφωνία. Οι ισλαμιστές της Χαμάς, που απορρίπτουν τη νομιμότητα του κράτους του Ισραήλ ακόμα και στα προ του 67 σύνορα, αρχίζουν τις βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας. Η δεύτερη, στρατιωτικοποιημένη ιντιφάντα οδήγησε σε κλιμάκωση την αιματοβαμμένη βία, με καταστροφικά αποτελέσματα και για τις δύο κοινωνίες.
Σήμερα, εν όψει της μεταφοράς της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ στις 14 Μαΐου, πολλοί φοβούνται το ξέσπασμα μιας τρίτης ιντιφάντας. Η εμπρηστική απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ, που αναγνώρισε την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του εβραϊκού κράτους αψηφώντας τη διεθνή κατακραυγή και τις προειδοποιήσεις ότι ανοίγει την «πύλη της Κολάσεως», ρίχνει λάδι στη φωτιά της πάντα εύφλεκτης Μέσης Ανατολής.
Οι απαισιόδοξοι λένε ότι πολύ αίμα έχει κυλήσει στον Ιορδάνη τα τελευταία 70 χρόνια και ότι αυτή η γη δεν μπορεί πια ούτε να μοιραστεί ούτε να διαχωριστεί ειρηνικά σε δύο κράτη. Αλλά ο χρόνος δεν έχει μείνει παγωμένος. Αίγυπτος και Ιορδανία έχουν κάνει ειρήνη με το Ισραήλ και, τουλάχιστον στα χαρτιά, η ειρήνη είναι πλέον η στρατηγική επιλογή για όλον τον Αραβικό Σύνδεσμο. Πλειοψηφίες και στις δύο πλευρές λένε πως θέλουν την ειρήνη, αν και λίγοι πιστεύουν πως θα τη δουν σύντομα.

HeliosPlus