Από τους πιο ιδιόρρυθμους και ενδιαφέροντες αμερικανούς σκηνοθέτες των τελευταίων 20 χρόνων, ο 48χρονος Τεξανός Γουές Αντερσον δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Η ικανότητά του να συνδυάζει χαμόγελο και μελαγχολία με ένα ξεχωριστό, εντελώς δικό του κινηματογραφικό στυλ, είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του ενώ οι ταινίες του είναι μικρά ή μεγάλα κομψοτεχνήματα και σχεδόν όλες τους έχουν αγαπηθεί στην Ελλάδα: η «Οικογένεια Τένενμπαουμ» (2001), το «Ταξίδι στο Darjeeling» (2007), ο «Ερωτας του φεγγαριού» (2012) και βεβαίως το «Ξενοδοχείο Grand Budapest», που το 2014 «άνοιξε» το 64ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Βερολίνου (και αργότερα έφτασε μέχρι τα Οσκαρ, με εννέα υποψηφιότητες και τέσσερα βραβεία). Τον περασμένο Φεβρουάριο το ίδιο φεστιβάλ, για πρώτη φορά στην ιστορία του, άνοιξε με κινούμενα σχέδια: την τελευταία ταινία του Αντερσον «Το Νησί των Σκύλων» («Isle of Dogs»), δεύτερη απόπειρά του στην τεχνική του stop motion μετά τον «Απίθανο κύριο Φοξ» (2009).
Οπως φαίνεται και στον τίτλο του, το «Νησί των Σκύλων» (προβάλλεται στις ελληνικές αίθουσες από την περασμένη Πέμπτη) είναι μια… σκυλίσια ιστορία με φόντο ένα νησί. Πρόκειται για τα σκυλιά μιας μεγαλούπολης ονόματι Megasaki City, τα οποία, σύμφωνα με απόφαση του διεφθαρμένου δημάρχου της, καταλήγουν στο Νησί των Σκουπιδιών. Ομως ο ορφανός ανιψιός του δημάρχου ονόματι Ατάρι, θα πετάξει με αεροπλάνο στο νησί προκειμένου να ανακαλύψει τα ίχνη του δικού του σκύλου, του Σποτς. Το ταξίδι που θα ακολουθήσει θα είναι καθοριστικό όχι μόνο για το δικό τους μέλλον, αλλά και για εκείνο όλων των τετράποδων του νησιού σε αυτή την άκρως επίκαιρη ταινία που μιλάει για τη βαρβαρότητα του ανθρώπινου είδους απέναντι όχι μόνο στα σκυλιά αλλά γενικότερα στα ζώα.
To «Νησί των Σκύλων» υπήρξε αποτέλεσμα μιας ανορθόδοξης χημείας· τονίζω το ανορθόδοξη, γιατί τέτοιου τύπου κινούμενα σχέδια ξεφεύγουν τελείως από όσα ο περισσότερος κόσμος έχει συνηθίσει να βλέπει. Το κοκτέιλ αυτής της χημείας περιλαμβάνει σκυλιά, σκουπιδότοπους, παιδική περιπέτεια, και σε έναν μεγάλο βαθμό γιαπωνέζικο σινεμά! Και όλα αυτά με τη σφραγίδα τεσσάρων στενών συνεργατών –του Γουές Αντερσον φυσικά, του ηθοποιού Τζέισον Σουόρτσμαν, του παραγωγού Ρόμαν Κόπολα και του ηθοποιού, συγγραφέα και dj Κουνίτσι Νομούρα.
Μάλιστα, σύμφωνα με τον Αντερσον, το γιαπωνέζικο σινεμά έπαιξε καίριο ρόλο. «Σε έναν μεγάλο βαθμό η δημιουργία αυτής της ταινίας οφείλεται στον μυθικό τρόπο με τον οποίο ο Ακίρα Κουροσάβα συνεργαζόταν με το επιτελείο του» είπε αναφερόμενος στην αίσθηση συλλογικότητας που είχε ο Κουροσάβα όταν έγραφε τα σενάριά του. «Ο Κουροσάβα έγραφε μαζί με πολλούς συνεργάτες, κάτι που συνέβαινε κάποτε και στην Ιταλία. Είναι υπέροχο να είσαι κλεισμένος μέσα σε ένα δωμάτιο και να γράφεις. Οπως γίνεται με τις σειρές. Αυτή η ταινία είναι η δική μας εκδοχή πάνω σε αυτή τη μέθοδο». Ετσι δημιουργήθηκε η Μεγκασάκι Σίτι και το Νησί των Σκουπιδιών, εκεί όπου η παρέα των κατατρεγμένων σκύλων πετιέται και προσπαθεί να επιβιώσει.
Και όσο για το σκηνικό πλαίσιο, την Ιαπωνία, αυτό προέκυψε μέσα από την αστείρευτη αγάπη της δημιουργικής τετράδας προς το ιαπωνικό σινεμά. «Αγαπάμε την Ιαπωνία και θέλαμε να φτιάξουμε κάτι που θα ήταν εμπνευσμένο από τις ιαπωνικές ταινίες» δήλωσε ο σκηνοθέτης. Εξάλλου, η φιγούρα του βλοσυρού δημάρχου Κομπαγιάσι παραπέμπει επίτηδες στον Τοσίρο Μιφούνε, τον ηθοποιό-φετίχ του Κουροσάβα, ο οποίος του έδωσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε πολλές ταινίες του, ανάμεσα στις οποίες «Ο δολοφόνος του Τόκιο» και «Ο υπόκοσμος», δύο «αστικές» ταινίες του δημιουργού οι οποίες εξετάζουν τη σκοτεινή πλευρά της χώρας του ανατέλλοντος ηλίου, εκείνη της διαφθοράς και του εγκλήματος.
Αλλά το αποτύπωμά της στο «Νησί των Σκύλων» δεν έχει αφήσει μόνο η έβδομη τέχνη. Αριστουργήματα της ιαπωνικής ζωγραφικής και χαρακτικής σε ξύλο της περιόδου Εντο – Σαμουράι που επηρέασαν ριζικά τους ευρωπαίους ιμπρεσιονιστές, επηρέασαν και τον Αντερσον. Ο animatic μοντέρ της ταινίας Εντουραντ Μπουρς είπε ότι τον Απρίλιο του 2015, όταν του έγινε η πρώτη κρούση για το «Isle of Dogs», μαζί με το σενάριο έλαβε ένα βίντεο και ένα πακέτο φωτογραφιών. Ανάμεσά τους ήταν καρέ που παρουσίαζαν ιαπωνικές ξυλογλυπτικές και ζωγραφικές σε ξύλο, η φωτογραφία ενός σκύλου και η φωτογραφία ενός ανδριάντα σκύλου στην Ιαπωνία. Οσο για το βίντεο, αυτό έδειχνε τρεις οργανοπαίκτες κρουστών taiko να παίζουν σε έξαλλους ρυθμούς –το τέμπο που ήθελε ο Αντερσον για να ορίσει το κλίμα της ταινίας.
«Ο κόσμος του «Νησιού των Σκύλων» είναι ένας κόσμος εναλλακτικής πραγματικότητας» είπε η σχεδιάστρια γραφικών της ταινίας, Ερικα Ντορν. «Εχει την όψη και την ατμόσφαιρα της Ιαπωνίας, αλλά είναι μια λιγάκι πιο ονειρική εκδοχή της, είναι η εκδοχή του Γουές Αντερσον».
Ακόμη και η επιστροφή του Αντερσον στην τεχνική του stop motion οκτώ χρόνια μετά τον «Απίθανο κύριο Φοξ», που είναι μια ταινία-κεφάλαιο σε αυτή την τεχνική, έγινε με πρωτοτυπία: ο Αντερσον ζήτησε από το επιτελείο του –που είναι το ίδιο με του «Απίθανου κυρίου Φοξ» –να ξεχάσουν καθετί από την προηγούμενη εμπειρία τους και να ξεκινήσουν από την αρχή. Η ιδέα ήταν μια επιστροφή στις ρίζες του stop motion animation, σαν να μην είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ πριν αυτή η τεχνική, ούτως ώστε να δοθεί ζωή σε κάτι πραγματικά φρέσκο.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 22 Απριλίου 2018.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ