«Για μια ακόμα φορά οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ προσέφεραν κάλυψη στον Πάνο Καμένο στέλνοντας το μήνυμα ότι μπορεί ανενόχλητος να συκοφαντεί τους πολιτικούς του αντιπάλους». Αυτό είναι το συμπέρασμα που, σύμφωνα με τη Σεβαστουπόλεως αλλά και βουλευτές της αντιπολίτευσης, βγήκε από τη συνεδρίαση της Επιτροπής Δεοντολογίας στη Βουλή, η οποία δεν δέχθηκε καν να συζητηθεί στην Ολομέλεια η αίτηση άρσης της ασυλίας του υπουργού σχετικά με τη συκοφαντική ανάρτησή του στο Twitter κατά του επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρου Θεοδωράκη.
Επί της ουσίας οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ υιοθέτησαν το υπόμνημα που κατέθεσε ο κ. Καμμένος και με το οποίο ζητούσε να μην αρθεί η ασυλία του, υποστηρίζοντας ότι αποτελεί πολιτική κριτική ότι ο κ. Θεοδωράκης υποκινείται και χρηματοδοτείται από εργολάβους και εκδότες. Υπέρ της άρσης της ασυλίας του υπουργού Άμυνας ψήφισαν η ΔΗΣΥ και η ΝΔ αλλά οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ανέφερε στέλεχος της ΔΗΣΥ, για μια ακόμα φορά ύψωσαν ασπίδα προστασίας.
Πηγές της Σεβαστουπόλεως χαρακτήριζαν «αστεία» τα επιχειρήματα περί πολιτικής κριτικής που επιστράτευσε ο κ. Καμένος και αποδέχθηκαν οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. «Ας πάει με αυτά τα επιχειρήματα στο Δικαστήριο – γιατί δικαστήριο θα υπάρξει, έτσι κι αλλιώς, αστικό, για προσβολή προσωπικότητας – και …όλα καλά», αναφέρου.
Το ιστορικό της υπόθεσης και ο ρόλος του ΣΥΡΙΖΑ
Η απόφαση του Σταύρου Θεοδωράκη να μηνύσει τον Π. Καμένο «μετά από 4 χρόνια ύβρεων», ελήφθη όταν στις 6 Νοεμβρίου του 2017 κατά τη διάρκεια τηλεοπτικής αναμέτρησης στο πλαίσιο της εκλογής για την ανάδειξη του επικεφαλής του Κινήματος Αλλαγής, ο κ. Καμένος δημοσίευσε στον προσωπικό του λογαριασμό στo twitter σχόλιο που ανέφερε: «Ο Θεοδωράκης φορά μαύρη γραβάτα που έχασε τους εργολάβους-εκδότες ιδρυτές και χρηματοδότες του;»
Ο Εισαγγελέας, προς έκπληξη πολλών, διαβίβασε τη δικογραφία στη Βουλή με βάση τις διατάξεις του Συντάγματος περί «ανεύθυνου γνώμης» και βουλευτικής ασυλίας. Πήρε, δηλαδή, εμμέσως, τη θέση ότι δεν εφαρμόζεται στην περίπτωση της έγκλησης Θεοδωράκη κατά Καμμένου η νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών, καθόσον τα νυχτερινά σχόλια στο twitter υπουργού εναντίον του επικεφαλής του Ποταμιού δεν εντάσσονται στο πλαίσιο της άσκησης των καθηκόντων του. Αλλά, όπως λέγεται, «οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας είχαν άλλη άποψη από τον Εισαγγελέα!»
Θέλοντας προφανώς να προστατεύσουν τον κυβερνητικό συνεταίρο τους από την τακτική Δικαιοσύνη, αποφάσισαν ότι τα συκοφαντικά tweets εντάσσονται μάλλον στο χαρτοφυλάκιο του κ. Καμμένου, συνεπώς πρέπει να εφαρμοστεί το άρθρο 86 του Συντάγματος (περί ευθύνης υπουργών).
Στελέχη της Σεβαστουπόλεως επισημαίνουν με έμφαση ότι «την ίδια μέρα που ετοιμάζονται να κλείσουν τσάτρα – πάτρα την προανακριτική – παρωδία της υπόθεσης Novartis, με ένα πόρισμα που το μόνο που θα λέει είναι ότι η Βουλή είναι αναρμόδια και η υπόθεση πρέπει να επιστρέψει στη Δικαιοσύνη, μέρα αρνούνται να άρουν την ασυλία του κ. Καμμένου, γιατί πρέπει, λένε, να εφαρμοστεί η νομοθεσία περί ευθύνης υπουργών»
Είναι άγνωστο, καθώς αποτελεί αντικείμενο προβληματισμού, αν το Ποτάμι καλέσει όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις του Κοινοβουλίου, αλλά και τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ «που σέβονται τους εαυτούς και την αποστολή τους», να στηρίξουν πρόταση για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής για την υπόθεση της «κατασυκοφάντησης του Σταύρου Θεοδωράκη από τον Πάνο Καμμένο». Όχι βεβαίως, όπως λέγεται, «για να ασχοληθεί η Βουλή ενδελεχώς με τα συκοφαντικά καμώματα του ΥΕΘΑ, αλλά για να αποφανθεί η Ολομέλεια περί της αναρμοδιότητάς της, όπως ακριβώς έκανε στην περίπτωση Παπαντωνίου και θα κάνει στην υπόθεση Novartis. Κι έτσι να κληθεί να λογοδοτήσει και ο κ. Καμμένος στον φυσικό του Δικαστή, ακριβώς όπως θα κάνουν και οι πολιτικοί του αντίπαλοι».
Αλλά όπως τόνισε χαρακτηριστικά ο Γιώργος Μαυρωτάς «σήμερα στην Επιτροπή Δεοντολογίας της Βουλής μάθαμε ότι, αν είσαι Υπουργός και ειδικά ο κ. Καμμένος, μπορείς να συκοφαντείς ελεύθερα στα social media, γνωρίζοντας ότι θα έρθει μετά η κοινοβουλευτική πλειοψηφία και θα σε καλύψει και ότι αυτό είναι στα πλαίσια των υπουργικών σου καθηκόντων. Έτσι όμως, η βιομηχανία της λάσπης θα συνεχίσει να υπάρχει, καθότι κανένας δεν θα μπορεί να βρει το δίκιο του στα δικαστήρια».