Νέες δραματικές μειώσεις στις συντάξεις και νέα αύξηση εισφορών θα επιφέρει μελλοντικά ο νόμος Κατρούγκαλου αν δεν υπάρξει αντιμετώπιση των μακροοικονομικών , δημογραφικών και δημοσιονομικών προβλημάτων, τονίζει σε συνέντευξη του στα «ΝΕΑ» ο ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββας Ρομπόλης.Ο ίδιος παρατηρεί ότι με τις νέες περικοπές που έρχονται στις συντάξεις από 2019 (μαζί με τη μείωση του αφορολογήτου) η μέση σύνταξη θα φθάσει στα 450 ευρω ενώ για τους συνταξιούχους οι δύο αυτές περαιτέρω μειώσεις θα επιφέρουν στο ετήσιο εισόδημα τους μία μείωση που θα αντιστοιχεί από 1-3 συντάξεις.Ο κ.Ρομπόλης προβλέπει έκρηξη της φτώχειας και εξηγεί γιατί τα μνημόνια απέτυχαν .Παράλληλα αποκαλύπτει ότιέχει επέλθει πλήρης αποσύνθεση στην ελληνική αγορά εργασίας όπου το 38% των εργαζομένων έχουν αποδοχές χαμηλότερες από τον κατώτατο( 3,39 ευρώ την ώρα ή 27,12 ευρώ την ημέρα) μισθό.
1.ΕΡ: Ποια είναι η πρόβλεψη σας για το μέλλον των συντάξεων;
ΑΠ: Σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο η προβλεπόμενη μείωση των συντάξεων μέχρι 18% από 1/1/2019 θα οδηγήσει σε κατάρρευση το επίπεδο τους και σε ανησυχητική (κοινωνικά με την επιδείνωση της κοινωνικής συνοχής και αναπτυξιακά με την μείωση του εισοδήματος και της ζήτησης τριών εκατομμυρίων περίπου συμπολιτών μας) διεύρυνση της φτωχοποίησης του συνταξιοδοτικού πληθυσμού. Σε μεσο-μακροπρόθεσμο επίπεδο η μη περαιτέρω μείωση του επιπέδου των συντάξεων προϋποθέτει, μεταξύ των άλλων, μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ τουλάχιστον 3,5%, αύξηση της σταθερής και μείωση της ευέλικτης απασχόλησης, ουσιαστική μείωση της ανεργίας, αύξηση των επενδύσεων και των εισοδημάτων, αποτελεσματική καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής, δημογραφική αναζωογόνηση του πληθυσμού, νέους πόρους, κ.λ.π.
2. ΕΡ: Τι προβλέπετε ότι θα συμβεί μετά τις νέες περικοπές των συντάξεων και μετά την μείωση του αφορολόγητου;
ΑΠ: Εάν πραγματοποιηθεί η μείωση(27η ) των συντάξεων από 1/1/2019(ετήσια μείωση του εισοδήματος των συνταξιούχων κατά 1.8 δις. ευρώ), τότε το επίπεδο της μέσης μηνιαίας σύνταξης από 722 ευρώ σήμερα, θα διαμορφωθεί στο επίπεδο των 480 ευρώ. Παράλληλα, η μείωση του αφορολόγητου στο επίπεδο των 5.685 ευρώ ( ετήσια μείωση του εισοδήματος των φορολογουμένων κατά 1,8 δις. ευρώ) από 1/1/2020, ισοδυναμεί με αύξηση του φόρου από 50-650 ευρώ, γεγονός που θα μειώσει το επίπεδο της μέσης μηνιαίας σύνταξης στο επίπεδο των 450 ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι για τους συνταξιούχους οι δύο αυτές περαιτέρω μειώσεις θα επιφέρουν στο ετήσιο εισόδημα τους μία μείωση που θα αντιστοιχεί από 1-3 συντάξεις.
3. ΕΡ: Ο νόμος Κατρούγκαλου (Ν.4387/2016) με τις περικοπές δίνει «ανάσα» στο υπό κατάρρευση ασφαλιστικό σύστημα;
ΑΠ: Η στρατηγική των περικοπών ως δεσπόζουσα πολιτική των τριών Μνημονίων, από το 2010 μέχρι σήμερα, στο κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα της χώρας μας, περιέπλεξε ακόμη περισσότερο την χρηματοδοτική και κοινωνικο-ασφαλιστική κρίση του συστήματος, με την έννοια ότι αφενός συνέβαλε στην μεσοσταθμική μείωση(43%) του επιπέδου των συντάξεων και στην διεύρυνση της φτωχοποίησης του συνταξιοδοτικού πληθυσμού και αφετέρου η συνολική «απόδοση» των περικοπών δεν συνέβαλε στην χρηματο-οικονομική εξυγίανση του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης στην χώρα μας. Αντίθετα, συνέβαλε στην βίαιη προσαρμογή (μείωση) της συνταξιοδοτικής δαπάνης στο ανώτερο επίπεδο του 16% του ΑΕΠ που έχουν ορίσει οι δανειστές από το 2010 μέχρι το 2060, την στιγμή που καθόλη αυτή την περίοδο θα αυξηθεί ο αριθμός των συνταξιούχων κατά 45%.Επλέον, συνέβαλε στην μείωση της κρατικής χρηματοδότησης (2018) από 10% στο 7% του ΑΕΠ (δηλαδή μείωση 5,3 δις.ευρώ), για την αποκλειστική και μοναδική κάλυψη της εθνικής σύνταξης. Παράλληλα, σύμφωνα με τον Ν.4387/16, ολόκληρη η δαπάνη της ανταποδοτικής σύνταξης θα καλύπτεται από τις εισφορές των εργαζομένων και των εργοδοτών καθώς και από την απόδοση του αποθεματικού κεφαλαίου του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης (ΣΚΑ). Αυτό σημαίνει ότι η μη αντιμετώπιση των μακροοικονομικών, δημογραφικών και κοινωνικών προβλημάτων, θα επιφέρει διεύρυνση των ελλειμμάτων του ΣΚΑ, τα οποία θα καλύπτονται όχι από τον Κρατικό Προϋπολογισμό αλλά από διαδοχικές μειώσεις των συντάξεων ή από την επιδείνωση των παραμετρικών μεταβλητών (π.χ. αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης, μείωση των ποσοστών αναπλήρωσης, αύξηση των εισφορών,κ.λ.π.)
4. Έχετε μιλήσει για αύξηση της φτώχειας κατά τα επόμενα χρόνια. Τι εννοείτε;
ΑΠ: Εννοώ ότι οι προαναφερόμενες δυσμενείς εξελίξεις στο εισόδημα των συνταξιούχων και των φορολογουμένων θα επιφέρουν περαιτέρω διεύρυνση του αριθμού των συμπολιτών μας που θα ζούν κάτω από το όριο της φτώχειας. Σήμερα στην Ελλάδα το 48% του πληθυσμού ( 5,1 εκατομμύρια άτομα) της χώρας, ζεί κάτω από το όριο(382 ευρώ τον μήνα) της φτώχειας. Από αυτά τα 5,1 εκατομμύρια άτομα, υπάρχουν 1,5 εκατομμύριο άτομα που ζουν σε συνθήκες ακραίας (182 ευρώ τον μήνα) φτώχειας. Εκτός όμως από την κατηγορία των φτωχών-συνταξιούχων διευρύνεται και η κατηγορία των φτωχών- εργαζομένων η οποία αναφέρεται, κατά βάση, σε νέους εργαζόμενους με κάθε μορφής ευέλικτη απασχόληση, με την έννοια ότι οι μηνιαίες αμοιβές τους δεν ξεπερνούν το όριο(382 ευρώ) της φτώχειας..
5. Η κατάσταση στην αγορά εργασίας;
ΑΠ: Οι ασκούμενες πολιτικές των Μνημονίων στην χώρα μας, μεταξύ των άλλων, και στην αγορά εργασίας, έχουν δημιουργήσει συνθήκες αποσύνθεσης της, με την έννοια ότι επιτάχυναν την διεύρυνση της ευελιξίας σε όλες τις κατηγορίες της( ευελιξία στους μισθούς, στην απασχόληση, στην εργολαβία, στην κοινωνική ασφάλιση, στην ασφάλεια της απασχόλησης, στον χρόνο εργασίας, στα επιδόματα ανεργίας), σε βαθμό που η εργοδοτική παραβατικότητα να αποτελεί σήμερα το ιδιαίτερο και ανησυχητικό χαρακτηριστικό της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα. Στις συνθήκες αυτές, η συνολική απασχόληση στην Ελλάδα ανέρχεται σε 3,6 εκατομμύρια άτομα, η στατιστική ανεργία βρίσκεται στο επίπεδο του 21,2%, η μακροχρόνια ανεργία βρίσκεται στο επίπεδο του 70% και σε συνδυασμό με τον περιορισμένο αριθμό των δικαιούχων επιδόματος ανεργίας ( ένας στους δέκα ανέργους), συμβάλλει σταθερά στο υψηλό επίπεδο φτωχοποίησης του πληθυσμού και ειδικότερα της κατηγορίας των φτωχών-ανέργων. Ταυτόχρονα, η μερική και η εκ περιτροπής απασχόληση ανέρχεται στο 29% του συνόλου μισθωτών. Παράλληλα, τρείς στις τέσσερις νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται είναι μερικής και εκ περιτροπής απασχόληση, σε αντίθεση με μία στις τέσσερις θέσεις που είναι πλήρους απασχόλησης.Συμπερασματικά, σε μακρο- οικονομικούς όρους, από τα προαναφερόμενα στοιχεία που συγκροτούν, μεταξύ των άλλων, την κατάσταση αποσύνθεσης της αγοράς εργασίας στην Ελλάδα, αποδεικνύονται με τον πιο εύληπτο τρόπο τα οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα της ασκούμενης(2010- 2018) πολιτικής ( Μνημόνια) της εσωτερικής υποτίμησης. Κι’ αυτό γιατί ενώ έχει συντελεσθεί σημαντική μείωση των αμοιβών εργασίας και πλήρης απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, εντούτοις δεν επήλθε η υποσχόμενη από τους δανειστές και από τις ελληνικές κυβερνήσεις βελτίωση του επιπέδου ανταγωνιστικότητας, μείωσης των τιμών των προϊόντων, κυρίως, της μεταποίησης , βελτίωσης του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και αύξηση των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου στην ελληνική οικονομία ( ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, 2018). Αντίθετα, δημιουργήθηκαν συνθήκες αύξησης της κερδοφορίας, την οποία ως ένα μικρό βαθμό απορροφά η άμεση και έμμεση φορολογία και ως ένα μεγαλύτερο βαθμό απορροφά η αποθησαύριση.