Ακούμε συχνά πως η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ απογοήτευσε και διέψευσε απολύτως τους ψηφοφόρους της με την κυνική μεταστροφή που παρατηρήθηκε από τα λόγια στην πράξη. Λέγεται συχνά επίσης ότι πρόκειται για τη χειρότερη και ίσως πιο επικίνδυνη κυβέρνηση της μεταπολίτευσης. Δε θα διαφωνήσω. Μαζί με την καταστροφική κυβέρνηση της περιόδου 2004-2009 αποτελούν πράγματι τις πιο αναποτελεσματικές κυβερνήσεις που γνώρισε η χώρα. Εξάλλου δεν είναι τυχαίες οι υπόγειες διαδρομές που φαίνεται να ενώνουν τους αρχηγούς των δύο κυβερνητικών περιόδων.
Κι αν την περίοδο 2004-2009 η κρίση χτιζόταν μέρα με τη μέρα και η υπερχρέωση του κράτους κρυβόταν επιμελώς και με καταστροφική κουτοπονηριά για να ξεσπάσει στους επόμενους, τα χρόνια αυτά που ζει η χώρα στην ύφεση και οι πολίτες δυστυχούν καθημερινά, μοιάζει παράδοξο πώς δεν καταρρέει θεαματικά η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα από την οποία δε φαίνεται να είναι ικανοποιημένος κανείς πλην εκείνων που έχουν εντελώς ατομικό και ιδιοτελές συμφέρον να παραμείνει ο ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία.
Είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό πώς η σημερινή κυβέρνηση, ενώ σημειώνει εξαιρετικά κακές επιδόσεις και οι πολίτες την κατατάσσουν στις χειρότερες των τελευταίων δεκαετιών, ταυτόχρονα η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση να μην καταφέρνει ν’ ανατρέψει πραγματικά την πολιτική συγκυρία. Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει ένα δημοσκοπικό (άρα αμφισβητούμενο ως τέτοιο)προβάδισμα, καθότι διαθέτει ένα ασφαλές ποσοστό ψηφοφόρων που θα ψηφίσουν Ν.Δ. σε κάθε περίπτωση. Αλλά για όποιον ζει μέσα στην κοινωνία αληθινά και αντιλαμβάνεται την πολιτική κατασταση, είναι προφανές ότι δεν πείθει αληθινά τους πολίτες και δε δημιουργεί σε καμία περίπτωση πλειοψηφικό πολιτικό ρεύμα. Το ίδιο ισχύει και για την υπόλοιπη κοινοβουλευτική αντιπολίτευση, καθότι η αίσθηση πως μοναδικό της κίνητρο αποτελεί η κομματική αυτοσυντήρηση και η διατήρηση της ατομικής βουλευτικής είναι διάχυτη και ειδικότερα τον τελευταίο καιρό. Οι πολίτες αποσύρουν μεν την εμπιστοσύνη τους από τον ΣΥΡΙΖΑ στον οποίο ανατέθηκε να φέρει την ελπίδα, να δώσει πολιτικό σχήμα στην αγανάκτηση και την οργή, ν’ αποτελέσει το τελευταίο ανάχωμα της αξιοπρέπειας για πολλούς, αλλά δεν την προσφέρουν σε κανένα από τα παλιά κόμματα. Περνούν οι πολίτες σε μία νέα φάση απάθειας και απαξίωσης της πολιτικής συνολικά. Σε μια βουβή απογοήτευση και η πολιτική σε μια βαθύτερη ανυποληψία. Έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ, έστω και λαβωμένος, χτίζει τα δικά του συστήματα εξουσίας και συγκρατεί κρίσιμες αριθμητικά δυνάμεις που σ’ εκλογικό χρόνο θα αυξηθούν σημαντικά και κανείς δε γνωρίζει την τελική έκβαση.
Εκτιμώ με δυο λόγια, ότι πολλοί πολίτες αποσύρονται από την απότομη υπερπολιτικοποίηση που τους χαρακτήρισε τα λίγα τελευταία χρόνια και απομένουν οι πιο ενταγμένοι κομματικά να διαμορφώνουν την κατάσταση. Εκεί, ο ΣΥΡΙΖΑ κρατά δυνάμεις σημαντικές και δεν ηττάται πολιτικά. Η αντιπολίτευση πολιτικά αδυνατεί απολύτως να κερδίσει κρίσιμο αριθμό ψηφοφόρων.
Εξάλλου ο «κανένας» είναι σταθερά ο καταλληλότερος να κυβερνήσει τον τόπο, σημάδι ιδιαίτερα ανησυχητικό.
Γιατί συμβαίνει αυτό;
Υποστηρίζω πως ο ΣΥΡΙΖΑ του 35% και ο Τσίπρας στη θέση του Πρωθυπουργού, είναι γέννημα της εποχής, του τώρα, του παρόντος. Είναι αποτέλεσμα της πολύπλευρης ελληνικής κρίσης, της μεγάλης οικονομικής δυσχέρειας και της γενικευμένης παρακμής στην οποία πλέον έχουμε περιέλθει. Τονίζω όμως ότι είναι ένα στρεβλό και πολιτικά επικίνδυνο δημιούργημα του καιρού μας. Μα είναι του καιρού, ας το παραδεχθούμε. Τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ τον δημιούργησε η νέα κατάσταση στην οποία εισήλθε η χώρα. Κι όπως κάθε εποχή, γεννά την υγιή και τη μη υγιή πλευρά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν του Αλεξη Τσίπρα είναι η μη υγιής πλευρά μεν, του σήμερα δε.
Από την άλλη πλευρά, η κοινοβουλευτική αντιπολίτευση ανήκει οριστικά στο χθες κι ας υποδύεται επιφανειακά κάτι διαφορετικό. Ανήκει οργανικά και αμετάκλητα στην προηγούμενη εποχή, στην προηγούμενη φάση της χώρας. Κι αυτό ακριβώς υπόσχεται όταν αντιπολιτεύεται. Την επιστροφή στο παρελθόν. Σ’ ένα παρελθόν που προκρίνει ως καλύτερο από το συριζαϊκό παρόν. Με άλλα λόγια έχουμε μια εκ νέου υπόσχεση για να πάμε πίσω!
Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος που ο ΣΥΡΙΖΑ ηττάται δημοσκοπικά μα όχι πολιτικά. Και για την πραγματικότητα, για τις αληθινές ζωές των ανθρώπων το δεύτερο έχει τελικά σημασία. Δεν ηττάται διότι η αντιπρόταση έρχεται από το χθες και υπόσχεται επιστροφή εκεί και μόνο εκεί. Δεν κουβαλά ελπίδα για το αύριο μα μόνο φόβο για το σήμερα. Πολύς κόσμος λοιπόν ανάμεσα στο τωρινό μη υγιές δημιούργημα και στο χθεσινό επίσης μη υγιές και βαθιά προβληματικό υπόλειμμα, προτιμά το σημερινό κι ας είναι εντυπωσιακά ανίκανοι ως κυβερνήτες οι εκφραστές του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας ως στρεβλό γέννημα της εποχής, θα ηττηθούν πολιτικά και πραγματικά μόνο από κάποιο υγιές διαυγές γέννημα της εποχής που θ’ αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη στην κοινωνία.
Η σκοτεινή πλευρά του σήμερα μπορεί να νικηθεί μόνο από τη φωτεινή πλευρά του σήμερα και όχι από το παρωχημένο χθες.
Ο γεμάτος συνειδητά ψεύδη λαϊκίστικος λόγος του σήμερα θα νικηθεί από τον γνήσιο λαϊκό λόγο του σήμερα και όχι από τα κλισέ και τους ελιτολαϊκισμούς του χθες.
Η ανικανότητα και η ανεπάρκεια των πολιτικών προσώπων του σήμερα θα νικηθούν μόνο από τις ικανότητες και την κάθε είδους επάρκεια πολιτικών προσώπων του σήμερα και όχι από ένα επαγγελματικό πολιτικό προσωπικό που κατέχει τις βουλευτικές έδρες ως κληρονομιά επί δεκαετίες και το οποίο αποδείχτηκε στην πράξη επίσης αναποτελεσματικό.
Ο τόπος θα ξεκινήσει να βγαίνει από τη γενικευμένη παρακμή που βιώνει και θ’ αρχίσει να κινείται προς την επόμενη ιστορική του φάση όταν με τόλμη αναλάβουν την ευθύνη της εποχής οι άνθρωποι της εποχής. Όταν τα πρόσωπα της ζωντανής κοινωνίας και οι δραστικές ιδέες του καιρού μας συναντηθούν με την εμπιστοσύνη των πολιτών σε μια τροχιά δημιουργικής ανάταξης και συνειδητοποιημένης συμμετοχής σε όσα συγκροτούν την κοινή μας ζωή.
Ο Βασίλης Παυλίδης είναι οικονομολόγος, πρόεδρος της Δημοκρατικής Ευθύνης