Η Λίμνη της Αχρίδας είναι μια ειδυλλιακή τοποθεσία και ελάχιστοι μπορούν να το αμφισβητήσουν. Ωστόσο, η Συνάντηση της Αχρίδας μεταξύ του Νίκου Κοτζιά και του Νίκολα Ντιμιτρόφ εξελίχθηκε πολύ διαφορετικά από ό,τι ορισμένοι ανέμεναν. Οι συζητήσεις υπήρξαν πολύ δύσκολες και πλέον τα χρονικά περιθώρια για εξεύρεση λύσης μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2018 έχουν δραματικά στενέψει. Ουσιαστικά, τα πάντα θα κριθούν μέσα στις επόμενες δυο-τρεις εβδομάδες. Αν σημειωθεί κρίσιμη πρόοδος, τότε δεν αποκλείεται το ορόσημο να είναι μια συνάντηση των Αλέξη Τσίπρα και Ζόραν Ζάεφ στις 17 Μαΐου στη Σόφια, στο πλαίσιο της Συνόδου Κορυφής ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων.

Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ

Σε πολιτικό επίπεδο, αυτό που έχει σημασία είναι ότι δυσκολεύει πολύ το να απευθυνθεί μια πρόσκληση από το ΝΑΤΟ για ένταξη της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας στη Συμμαχία κατά τη Σύνοδο Κορυφής στις 11-12 Ιουλίου στις Βρυξέλλες και ακόμη περισσότερο ένα ελληνικό «πράσινο φως» στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 28-29 Ιουνίου για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Ισως αυτός να ήταν ο λόγος που ο κ. Ντιμιτρόφ σημείωσε ότι οι δύο υπουργοί συζήτησαν για πρώτη φορά για χρονοδιαγράμματα. Οι συναντήσεις Κοτζιά – Ντιμιτρόφ στις 3-4 Μαΐου στη Θεσσαλονίκη (στο πλαίσιο της διασυνοριακής συνάντησης Ελλάδος, Αλβανίας, πΓΔΜ, Βουλγαρίας) και στις 11-12 Μαΐου στο Σούνιο (σε σύνοδο για το Μέλλον της Ευρώπης που διοργανώνει η Αθήνα) θα είναι αυτές στις οποίες πέφτει πλέον το βάρος για να επιλυθούν τα ακανθώδη και εκκρεμή ζητήματα.
Σύμφωνα με διασταυρωμένες πληροφορίες από την Αθήνα και τα Σκόπια, η βασική εμπλοκή εντοπίζεται στο εύρος χρήσης της νέας ονομασίας και στην ερμηνεία του erga omnes, με τις δύο χώρες να έχουν συγκλίνει όμως, όπως φαίνεται, ήδη από τη συνάντηση στη Βιέννη υπό τον Μάθιου Νίμιτς, στο όνομα «Δημοκρατία της Ανω Μακεδονίας». Ωστόσο, η κυβέρνηση της πΓΔΜ δεν είναι σε αυτή τη φάση έτοιμη να προχωρήσει σε αλλαγές στο Σύνταγμά της, όπως ζητεί η ελληνική πλευρά, ιδιαίτερα από τη στιγμή που αυτές οι αλλαγές θα θέτουν σε αμφισβήτηση τη «μακεδονική ταυτότητα». Από την ελληνική πλευρά διέρρευσαν πληροφορίες ότι ο κ. Ντιμιτρόφ ζήτησε τουλάχιστον έξι μήνες ώστε να μπορέσει να περάσει μία συνταγματική αναθεώρηση από το Κοινοβούλιο. Κάτι τέτοιο όμως δεν επιβεβαιώνεται από την άλλη πλευρά.

Η αλλαγή Συντάγματος

Ο «διάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες» του δρόμου προς την επίλυση, ενώ ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι εξελίξεις στο εσωτερικό της πΓΔΜ. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Ζόραν Ζάεφ είχε πρόσφατα εκτενή συνομιλία για το θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης με τον επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Χρίστιαν Μίσκοφσκι. Πηγές με γνώση του περιεχομένου της συνομιλίας σημείωναν ότι ο κ. Ζάεφ φέρεται να διαβεβαίωσε τον κ. Μίσκοφσκι ότι δεν θα αποδεχθεί αλλαγή του Συντάγματος. Αλλωστε, η σκοπιανή κυβέρνηση διαθέτει ισχνή πλειοψηφία στη Βουλή, κάτι που φάνηκε στη συζήτηση της πρότασης μομφής που κατέθεσε εναντίον της το αντιπολιτευόμενο VMRO – DPMNE. Κατά της μομφής ψήφισαν 62 βουλευτές και υπέρ αυτής 40 –σε σύνολο 120. Κατά μία εκδοχή, δεν αποκλείεται ορισμένοι βουλευτές του VMRO να εμφανιστούν μελλοντικά λιγότερο κάθετοι σε μια αλλαγή του Συντάγματος, ιδιαίτερα εφόσον ασκηθούν πιέσεις και από τρίτους παράγοντες.
Η κυβέρνηση της γείτονος θα ήθελε να περιορίσει την έκταση της χρήσης της νέας ονομασίας στο εσωτερικό της χώρας (π.χ. σε έγγραφα μεταξύ δήμων). Εκτιμά ότι η σλαβομακεδονική πλειοψηφία δεν είναι εύκολο να δεχθεί κάτι τέτοιο και προφανώς υπολογίζει το πολιτικό κόστος. Την ίδια στιγμή, στην Αθήνα υπάρχουν διαφορετικές αποχρώσεις σχετικά με την έκταση των συνταγματικών αλλαγών που πρέπει να επιδιωχθούν. Μια σχολή σκέψης λέει ότι εφόσον αντικατασταθεί παντού το «Δημοκρατία της Μακεδονίας» με τη νέα ονομασία θα πρόκειται για επαρκή λύση. Μία άλλη σχολή επιμένει ότι πρέπει να αλλάξουν ουσιαστικά συγκεκριμένα άρθρα του σκοπιανού Συντάγματος, όπως το 49 (για τους «Μακεδόνες του εξωτερικού»).

Ονομασία και γλώσσα

Από τις συνομιλίες των τελευταίων δύο εβδομάδων φαίνεται ότι υπάρχει μια σύγκλιση επί της ονομασίας «Republika Gorna Makedonija», που όμως δεν θα είναι απαραίτητα ενιαία και αμετάφραστη, όπως αρχικώς φέρεται να ζητούσε η ελληνική πλευρά. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει η δυνατότητα μετάφρασης (π.χ. «Republic of Upper Macedonia») για κάθε χώρα. Παράλληλα, με δεδομένη την αναγνώριση της «μακεδονικής γλώσσας» από τα Ηνωμένα Εθνη από τη δεκαετία του 1970, μια πιθανή συμβιβαστική λύση θα ήταν να υπάρξει υποσημείωση ότι η γλώσσα αυτή ανήκει στην «οικογένεια» των σλαβικών γλωσσών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ